Τη Δευτέρα ξεκινά η δευτερεύουσα και χωρίς έκδοση νέων μετοχών εισαγωγή της Energean (LSE: ENOG) στο Χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ. Η μετοχή της πετρελαϊκής είναι ήδη εισηγμένη στην Κύρια Αγορά του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου και έχει ενταχθεί στον δείκτη FTSE 250, έχοντας καταγράψει άνοδo 35% από τον Μάρτιο, όταν και έγινε η Δημόσια Εγγραφή.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η Δημόσια Εγγραφή στην Κύρια Αγορά του LSE έχει δώσει στην Energean υποψηφιότητα στα Awards of Excellence ως Deal of the Year από το διεθνώς αναγνωρισμένο forum της αγοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου Oil & Gas Council,. Επίσης, η εταιρεία είναι υποψήφια στην κατηγορία Energy Company of the Year μεταξύ των εταιρειών με χρηματιστηριακή αξία έως 1 δισ. δολάρια (ήδη κινείται πάνω από αυτό το όριο), ενώ ο Μαθιός Ρήγας, Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου Energean, είναι υποψήφιος για CEO of the Year, σε μια κατηγορία όπου επίσης είναι υποψήφιοι οι CEO εταιρειών όπως η Shell, η Total, η Aker-BP κ.α.
Η θετική συγκυρία
Η εισαγωγή στην κύρια αγορά του Λονδίνου αλλά και η δευτερεύουσα εισαγωγή στην αγορά του Τελ Αβίβ, έρχονται σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η άνοδος της τιμής του πετρελαίου ευνοεί τις εταιρείες έρευνας και παραγωγής. Και αυτό διότι ενώ ήδη καταγράφεται αξιοσημείωτη άνοδος των τιμών του πετρελαίου και σταθεροποίησή τους στα επίπεδα άνω των 70 δολαρίων, τα θεμελιώδη μεγέθη της αγοράς του μαύρου χρυσού δείχνουν ότι οι εταιρείες έρευνας και παραγωγής θα είναι από τους πρωταγωνιστές του κλάδου τα επόμενα χρόνια.
Όπως κατέδειξε πρόσφατη ανάλυση της Wood Mackenzie, οι εταιρίες θα πρέπει να αυξήσουν κατά 20% τις ετήσιες επενδύσεις τους προκειμένου να μην υπάρξει σημαντικό έλλειμμα προμήθειας ενέργειας από το 2025.
Εδώ σημαντικό ρόλο έχει παίξει το γεγονός ότι η βιομηχανία πετρελαίου εμφανίζεται απρόθυμη να αυξήσει τις επενδύσεις της, οι οποίες είχαν καταγράψει δραματική υποχώρηση μετά την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου το 2014 και μέχρι τις αρχές του 2016. Από τα χαμηλά των 30 δολαρίων το βαρέλι, τις τελευταίες εβδομάδες οι τιμές ξεπέρασαν ακόμη και τα 85 δολάρια, ωστόσο μέχρι στιγμής οι νέες επενδύσεις έρευνας και ανάπτυξης αυξάνονται με ρυθμό 5% φέτος από 2% το 2017.
Σημειώνεται ότι ο κλάδος από επενδύσεις ανάπτυξης 750 δισ. το 2014 έπεσε στα 460 δισ. το 2016, ενώ εκτιμάται ότι μέχρι το 2020 θα κινηθεί στα επίπεδα των 500 δισ. δολαρίων. Ωστόσο για να καλυφθεί η ζήτηση σε πετρέλαιο την επόμενη δεκαετία θα χρειαστεί να επενδυθούν κεφάλαια της τάξης των 600 δισ. δολαρίων ετησίως, εκτιμά η Wood Mackenzie. Ακόμη χειρότερη είναι η εικόνα στις επενδύσεις έρευνας όπου οι προϋπολογισμοί των εταιρειών έχουν μειωθεί έως και 60% σε σχέση με την περίοδο πριν την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου, ωστόσο ακόμη και τα budget έρευνας δεν έχουν αυξηθεί.
(του Χάρη Φλουδόπουλου, capital.gr)