Διευκρινήσεις σχετικά με τη μετατροπή, ή μη, συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, εξέδωσε χθές Πέμπτη το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), με αφορμή σχετική απόφαση.
Η εξέλιξη μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα σε χιλιάδες εργαζομένους ανά την ΕΕ, οι οποίοι απασχολούνται διαδοχικά με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Η εξέλιξη μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα σε χιλιάδες εργαζομένους ανά την ΕΕ, οι οποίοι απασχολούνται διαδοχικά με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Το Δικαστήριο επισημαίνει στην απόφασή του ότι κανένας κλάδος εργαζομένων δεν μπορεί να εξαιρείται από την προστασία της κατάχρησης σύναψης διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου με εθνική ρύθμιση και ξεκαθαρίζει ότι αν δεν προβλέπεται η αυτόματη μετατροπή της σύμβασης σε αορίστου, τότε πρέπει ο εθνικός νομοθέτης να εισαγάγει άλλο αποτελεσματικό μέτρο για την αποτροπή της κατάχρησης από τους εργοδότες.
Σύμφωνα με την απόφαση, που εξέδωσε το Δικαστήριο, κρίθηκε ότι ο αποκλεισμός των εργαζομένων σε ιδρύματα «λυρικής τέχνης και συμφωνικής μουσικής» από την προστασία έναντι της καταχρήσεως των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου είναι «παράνομος και καταχρηστικός». Το ΔΕΕ εξέτασε υπόθεση χορεύτριας στο μπαλέτο της Ρώμης που μετά από διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ζήτησε η σύμβασή της να μετατραπεί σε αορίστου (υπόθεση Martina Sciotto vs Fondazione Teatro dell'Opera di Roma).
Το Δικαστήριο, που εδρεύει στο Λουξεμβούργο, κλήθηκε να αποφανθεί, αφού το εφετείο της Ρώμης είχε απορρίψει προηγουμένως την αίτησή της με τη δικαιολογία ότι υπάρχει «εθνική ρύθμιση η οποία αποκλείει τον κλάδο δραστηριότητας των ιδρυμάτων λυρικής τέχνης και συμφωνικής μουσικής από την εφαρμογή των γενικών κανόνων του εργατικού δικαίου».
Το ΔΕΕ έκρινε καταρχάς ότι η συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου στην ΕΕ, αντιτίθεται σε μια τέτοια εθνική ρύθμιση, όταν το κράτος μέλος δεν προβλέπει κανένα άλλο αποτελεσματικό μέτρο για την πάταξη των καταχρηστικών πρακτικών που διαπιστώνονται στον κλάδο αυτόν. Όπως αναφέρεται στην απόφαση η συμφωνία πλαίσιο προβλέπει μέτρα ελάχιστης προστασίας, προκειμένου να μην καθίσταται επισφαλέστερη η κατάσταση των εργαζομένων.
Το ΔΕΕ διαπίστωσε επίσης ότι δεν προκύπτει στη συγκεκριμένη υπόθεση ότι η ανανέωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου δικαιολογούνταν από προσωρινές ανάγκες του εργοδότη, αλλά αντιθέτως, ότι η εν λόγω χορεύτρια απασχολούνταν επί πολλά έτη με παρόμοια πάντοτε καθήκοντα και, επομένως, για τις ανάγκες του συνήθους προγραμματισμού.
Το ΔΕΕ επισημαίνει ότι όταν εθνική ρύθμιση απαγορεύει τη μετατροπή συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου σε έναν συγκεκριμένο κλάδο «πρέπει να προβλέπεται για τον κλάδο αυτόν άλλο αποτελεσματικό μέτρο για την αποτροπή και, ενδεχομένως, για την πάταξη της καταχρήσεως διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου».
Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι «οι εθνικοί δικαστές, σε περίπτωση που διαπιστώσουν ότι η εθνική νομοθεσία δεν προβλέπει άλλο αποτελεσματικό μέτρο για την αποτροπή και την πάταξη των καταχρηστικών πρακτικών εις βάρος του προσωπικού του κλάδου των ιδρυμάτων λυρικής τέχνης και συμφωνικής μουσικής, υποχρεούνται πάντως να ερμηνεύσουν το εθνικό δίκαιο, στο μέτρο του δυνατού, κατά τρόπον ώστε να τιμωρείται δεόντως η κατάχρηση αυτή και να εξαλείφονται οι συνέπειες της παραβάσεως του δικαίου της Ένωσης, επιβάλλοντας, παραδείγματος χάριν, την προβλεπόμενη από τους γενικούς κανόνες του εργατικού δικαίου αυτόματη μετατροπή της συμβάσεως ορισμένου χρόνου σε σύμβαση αορίστου χρόνου αν η σχέση εργασίας συνεχίζεται πέραν μιας συγκεκριμένης ημερομηνίας».