Νομικά και συνδικαλιστικά εμπόδια αντιμετωπίζουν οι δύο εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις στον τομέα της ενέργειας, που αφορούν την πλειοψηφία (50,1 %) των μετοχών των ΕΛΠΕ και τις λιγνιτικές μονάδες Μεγαλόπολης και Φλώρινας της ΔΕΗ.
Και στις δύο περιπτώσεις οι νομικές διαδικασίες ξεκίνησαν από τα συνδικάτα των εργαζομένων, δηλαδή το Πανελλήνιο Σωματείο των Εργαζομένων στα ΕΛΠΕ (ΠΣΕΕΠ) και τη ΓΕΝΟΠ, που αντιτίθεται στις πωλήσεις διεκδικώντας την διατήρηση του ελέγχου του Δημοσίου σε εταιρίες και υποδομές.
Σε ό,τι αφορά τα ΕΛΠΕ το Σωματείο που έδωσε την Τετάρτη και συνέντευξη Τύπου επικεντρώνει τα πυρά στην χρηματιστηριακή νομοθεσία που επιβάλει – όπως επισημαίνουν – σε περίπτωση απόκτησης του ελέγχου μιας εταιρίας την διατύπωση πρότασης προς τους λοιπούς μικρομετόχους για την εξαγορά των μετοχών τους. Κάτι τέτοιο στην περίπτωση των ΕΛΠΕ θα σήμαινε ότι ο επενδυτής θα πρέπει να εξαγοράσει όχι μόνο το 50,1 % των μετοχών που ανήκουν στο Δημόσιο (ΤΑΙΠΕΔ) και τον όμιλο Λάτση (Paneuropean), με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους της συναλλαγής. Επί του θέματος έχουν διατυπωθεί και διαφορετικές νομικές απόψεις, ωστόσο η θέση του ΠΣΕΕΠ είναι πως η διαδικασία είναι παράνομη και πως το γεγονός ότι η εξέλιξη έχει “παγώσει” δείχνει ότι το επιχείρημα έχει βάση. Η τελευταία εξέλιξη ήταν τον περασμένο Ιούλιο όταν με απόφαση του ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ προκρίθηκαν στην επόμενη φάση οι Glencore Energy και Vitol Holding.
Το επόμενο βήμα είναι η διατύπωση της απόφασης επί του θέματος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στα μέλη της οποίας το ΠΣΕΕΠ έχει στείλει – ξεχωριστά στον καθένα – εξώδικα.
Ο νομικός σύμβουλος του Σωματείου Κων/νος Τοκατλίδης ανέφερε ότι η Επιτροπή δεν έχει λάβει ακόμη επίσημη θέση, ωστόσο σύμφωνα με τις πληροφορίες που επικαλέστηκε, συντάσσεται με την άποψη των εργαζομένων. Ο ίδιος χαρακτήρισε παράνομη την διαδικασία καθώς αντίκειται στην ευρωπαϊκή και την ελληνική νομοθεσία ενώ τόνισε ότι πιθανή αλλαγή της νομοθεσίας δεν θα λύσει το πρόβλημα καθώς το θέμα ρυθμίζεται από Ευρωπαϊκή Οδηγία (25/2004).
Εκτός αυτού, έχει γίνει επικοινωνία με τις αρχές του βρετανικού Χρηματιστηρίου, όπου επίσης είναι εισηγμένα τα ΕΛΠΕ, ενώ αναμένεται ακρόαση από την Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου. Εξάλλου στην περίπτωση που ληφθεί απόφαση από το ΤΑΙΠΕΔ για συνέχιση της διαδικασίας ετοιμάζεται προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας που θα οδηγήσει πιθανώς στην διατύπωση προδικαστικού ερωτήματος προς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Την πλήρη υποστήριξη της ΓΣΕΕ στην προσπάθεια του Σωματείου εξέφρασε ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Γιάννης Παναγόπουλος υποστηρίζοντας ότι το 35% των μετοχών που ελέγχει σήμερα το Δημόσιο δίνει την δυνατότητα ελέγχου του κράτους σε ζητήματα ασφάλειας, γεωπολιτικά και τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας.
Στην περίπτωση της ΔΕΗ κατά τις πληροφορίες το δίκτυο που έχουν συγκροτήσει η ΓΕΝΟΠ με φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης λιγνιτικών περιοχών προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για έλλειψη περιβαλοντικής αδειοδότησης του λιγνιτωρυχείου της Μελίτης Φλώρινας, που συνοδεύει τη λιγνιτική μονάδα της περιοχής. Παράλληλα είναι σε επαφή με την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας για ενημέρωση επί του θέματος.
Εν τω μεταξύ σε ανακοίνωση η ΓΕΝΟΠ χαιρετίζει την απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την κατάργηση του τέλους Λιγνίτη και του τέλους Προμηθευτή (ΠΦΧΕΛ), την επιβολή των οποίων άλλωστε, όπως αναφέρει, είχε καταγγείλει από την πρώτη στιγμή επειδή προκαλούσαν τεράστια επιβάρυνση στη ΔΕΗ.
“Ωστόσο, προσθέτει η ΓΕΝΟΠ η απόφαση αυτή έρχεται με μεγάλη καθυστέρηση και όπως φαίνεται κάτω από την πίεση των «επενδυτών» που επιδιώκουν να μπουν στη λιγνιτική παραγωγή. Για τους ίδιους λόγους γίνεται και η διεκδίκηση αποζημιώσεων (ΑΔΙ) για τις λιγνιτικές μονάδες με τους ιδιώτες να είναι οι πλέον ωφελημένοι καθώς, όπως εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς, η «μερίδα του λέοντος» θα είναι υπέρ τους”.
Αντίθετα το WWF Ελλάς και το Ελληνικό Γραφείο της Greenpeace χαρακτηρίζουν τις αποφάσεις Σταθάκη ως “Άλμα προς το παρελθόν για την ελληνική οικονομία και τους πολίτες” υποστηρίζοντας ότι – εφόσον εφαρμοστούν – “τα μέτρα αυτά θα επιβαρύνουν ευθέως του λογαριασμούς ηλεκτρισμού των ελληνικών νοικοκυριών ενώ θα χαρίσουν στη λιγνιτική βιομηχανία πόρους οι οποίοι προορίζονται για επενδύσεις σε καθαρές μορφές ενέργειας, ενεργειακή εξοικονόμηση καθώς και κοινωνικές πολιτικές”.
Οι δύο φορείς καλούν το ΥΠΕΝ να μην προχωρήσει με τις συγκεκριμένες εξαγγελίες και αντί αυτού, να λάβει όλες τις απαραίτητες πρωτοβουλίες οι οποίες διασφαλίζουν τον εκσυγχρονισμό της ΔΕΗ, με συγκεκριμένο επιχειρηματικό σχέδιο το οποίο οδηγεί στην απεξάρτηση από τον λιγνίτη ως τις αρχές της δεκαετίας του 2030
Και στις δύο περιπτώσεις οι νομικές διαδικασίες ξεκίνησαν από τα συνδικάτα των εργαζομένων, δηλαδή το Πανελλήνιο Σωματείο των Εργαζομένων στα ΕΛΠΕ (ΠΣΕΕΠ) και τη ΓΕΝΟΠ, που αντιτίθεται στις πωλήσεις διεκδικώντας την διατήρηση του ελέγχου του Δημοσίου σε εταιρίες και υποδομές.
Σε ό,τι αφορά τα ΕΛΠΕ το Σωματείο που έδωσε την Τετάρτη και συνέντευξη Τύπου επικεντρώνει τα πυρά στην χρηματιστηριακή νομοθεσία που επιβάλει – όπως επισημαίνουν – σε περίπτωση απόκτησης του ελέγχου μιας εταιρίας την διατύπωση πρότασης προς τους λοιπούς μικρομετόχους για την εξαγορά των μετοχών τους. Κάτι τέτοιο στην περίπτωση των ΕΛΠΕ θα σήμαινε ότι ο επενδυτής θα πρέπει να εξαγοράσει όχι μόνο το 50,1 % των μετοχών που ανήκουν στο Δημόσιο (ΤΑΙΠΕΔ) και τον όμιλο Λάτση (Paneuropean), με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους της συναλλαγής. Επί του θέματος έχουν διατυπωθεί και διαφορετικές νομικές απόψεις, ωστόσο η θέση του ΠΣΕΕΠ είναι πως η διαδικασία είναι παράνομη και πως το γεγονός ότι η εξέλιξη έχει “παγώσει” δείχνει ότι το επιχείρημα έχει βάση. Η τελευταία εξέλιξη ήταν τον περασμένο Ιούλιο όταν με απόφαση του ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ προκρίθηκαν στην επόμενη φάση οι Glencore Energy και Vitol Holding.
Το επόμενο βήμα είναι η διατύπωση της απόφασης επί του θέματος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στα μέλη της οποίας το ΠΣΕΕΠ έχει στείλει – ξεχωριστά στον καθένα – εξώδικα.
Ο νομικός σύμβουλος του Σωματείου Κων/νος Τοκατλίδης ανέφερε ότι η Επιτροπή δεν έχει λάβει ακόμη επίσημη θέση, ωστόσο σύμφωνα με τις πληροφορίες που επικαλέστηκε, συντάσσεται με την άποψη των εργαζομένων. Ο ίδιος χαρακτήρισε παράνομη την διαδικασία καθώς αντίκειται στην ευρωπαϊκή και την ελληνική νομοθεσία ενώ τόνισε ότι πιθανή αλλαγή της νομοθεσίας δεν θα λύσει το πρόβλημα καθώς το θέμα ρυθμίζεται από Ευρωπαϊκή Οδηγία (25/2004).
Εκτός αυτού, έχει γίνει επικοινωνία με τις αρχές του βρετανικού Χρηματιστηρίου, όπου επίσης είναι εισηγμένα τα ΕΛΠΕ, ενώ αναμένεται ακρόαση από την Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου. Εξάλλου στην περίπτωση που ληφθεί απόφαση από το ΤΑΙΠΕΔ για συνέχιση της διαδικασίας ετοιμάζεται προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας που θα οδηγήσει πιθανώς στην διατύπωση προδικαστικού ερωτήματος προς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Την πλήρη υποστήριξη της ΓΣΕΕ στην προσπάθεια του Σωματείου εξέφρασε ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Γιάννης Παναγόπουλος υποστηρίζοντας ότι το 35% των μετοχών που ελέγχει σήμερα το Δημόσιο δίνει την δυνατότητα ελέγχου του κράτους σε ζητήματα ασφάλειας, γεωπολιτικά και τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας.
Στην περίπτωση της ΔΕΗ κατά τις πληροφορίες το δίκτυο που έχουν συγκροτήσει η ΓΕΝΟΠ με φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης λιγνιτικών περιοχών προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για έλλειψη περιβαλοντικής αδειοδότησης του λιγνιτωρυχείου της Μελίτης Φλώρινας, που συνοδεύει τη λιγνιτική μονάδα της περιοχής. Παράλληλα είναι σε επαφή με την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας για ενημέρωση επί του θέματος.
Εν τω μεταξύ σε ανακοίνωση η ΓΕΝΟΠ χαιρετίζει την απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την κατάργηση του τέλους Λιγνίτη και του τέλους Προμηθευτή (ΠΦΧΕΛ), την επιβολή των οποίων άλλωστε, όπως αναφέρει, είχε καταγγείλει από την πρώτη στιγμή επειδή προκαλούσαν τεράστια επιβάρυνση στη ΔΕΗ.
“Ωστόσο, προσθέτει η ΓΕΝΟΠ η απόφαση αυτή έρχεται με μεγάλη καθυστέρηση και όπως φαίνεται κάτω από την πίεση των «επενδυτών» που επιδιώκουν να μπουν στη λιγνιτική παραγωγή. Για τους ίδιους λόγους γίνεται και η διεκδίκηση αποζημιώσεων (ΑΔΙ) για τις λιγνιτικές μονάδες με τους ιδιώτες να είναι οι πλέον ωφελημένοι καθώς, όπως εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς, η «μερίδα του λέοντος» θα είναι υπέρ τους”.
Αντίθετα το WWF Ελλάς και το Ελληνικό Γραφείο της Greenpeace χαρακτηρίζουν τις αποφάσεις Σταθάκη ως “Άλμα προς το παρελθόν για την ελληνική οικονομία και τους πολίτες” υποστηρίζοντας ότι – εφόσον εφαρμοστούν – “τα μέτρα αυτά θα επιβαρύνουν ευθέως του λογαριασμούς ηλεκτρισμού των ελληνικών νοικοκυριών ενώ θα χαρίσουν στη λιγνιτική βιομηχανία πόρους οι οποίοι προορίζονται για επενδύσεις σε καθαρές μορφές ενέργειας, ενεργειακή εξοικονόμηση καθώς και κοινωνικές πολιτικές”.
Οι δύο φορείς καλούν το ΥΠΕΝ να μην προχωρήσει με τις συγκεκριμένες εξαγγελίες και αντί αυτού, να λάβει όλες τις απαραίτητες πρωτοβουλίες οι οποίες διασφαλίζουν τον εκσυγχρονισμό της ΔΕΗ, με συγκεκριμένο επιχειρηματικό σχέδιο το οποίο οδηγεί στην απεξάρτηση από τον λιγνίτη ως τις αρχές της δεκαετίας του 2030