Καθώς το μεταβατικό ενεργειακό μείγμα άρχισε να προσελκύει την προσοχή του κόσμου την τελευταία δεκαετία, πολλές μεγάλες εταιρείες πετρελαίου επιθυμούν αφενός να παραμείνουν πιστές στο εταιρικό τους DNA, και αφετέρου δεν ήθελαν να χάσουν το στοίχημα για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι νέο mandra στον παραδοσιακό κλάδου του μαύρου χρυσού είναι η «ενσωμάτωση» των βασικών δραστηριοτήτων ορυκτών καυσίμων υπό την ομπρέλα της «παραδοσιακής ενέργειας» κλείνοντας παράλληλα το μάτι στην πράσινη μετάβαση.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει το Forbes σε ανάλυσή του, το αν πρόκειται για πραγματική επιθυμία να διαφοροποιήσουν το χαρτοφυλάκιό τους ώστε να καταστεί δυνατόν να συμπεριλάβουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή απλώς ένα από τα FOMO [ή «φόβος απώλειας»] δεν μπορεί να αποδειχθεί ποτέ πέρα από εύλογη αμφιβολία. Αλλά η πανδημία Covid-19 επιτάχυνε αναμφισβήτητα το κυνήγι τους για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.
Το όνειρο των μερισμάτων
Καθώς συσσωρεύτηκαν οι δεσμεύσεις για μηδενικές καθαρές εκπομπές άνθρακα έως το 2050, οι μεγάλες εταιρείες, ειδικά οι ευρωπαϊκές, κλήθηκαν αρκετές φορές να πληρώσουν περισσότερα για μακροπρόθεσμες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υπερβάλλοντας ακόμη και εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα. Αλλά το ξεκλείδωμα της βραχυπρόθεσμης αξίας από τέτοιες κινήσεις, ειδικά τα σταθερά τριμηνιαία μερίσματα που λαχταρούσαν εδώ και καιρό οι μέτοχοι, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία, παρέμεινε ένα όνειρο.
Σύμφωνα πάντα με το Forbes, σε γενικές γραμμές, ξανά και ξανά οι Ευρωπαίοι ενεργειακοί κολοσσοί όπως η Shell, αλλά και TotalEnergies εξακολουθούσαν να εξυπηρετούν τις πληρωμές μερισμάτων τους από τη λεγόμενη παραδοσιακή ενέργεια, συνεχίζοντας να μιλούν ανοικτά για την πράσινη και καθαρή ενέργεια. Κι αυτό ήταν κάτι που δεν ευχαρίστησε κανέναν.
Πιέσεις
Περιβαλλοντικές ομάδες και διάφοροι φορείς στην Ευρώπη άσκησαν έντονη κριτική, κατηγορώντας τες για υπερβολικές υποσχέσεις και λιγότερες δεσμεύσεις για τη σταδιακή κατάργηση των υδρογονανθράκων, ενώ πολλοί μακροπρόθεσμοι μέτοχοι τους χλεύασαν επειδή δεν εστίαζαν στον βασικό άξονα της επιχείρησής τους που τυχαίνει να είναι η παραγωγή υδρογονανθράκων.
Αυτό έγινε ακόμα πιο έντονο όταν η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022, εκτίναξε σε ιστορικά υψηλά τις τιμές τόσο του φυσικού αερίου όσο και του μαύρου χρυσού, δίνοντας σημαντική ώθηση στην κερδοφορία τους.
Ασκήσεις ισορροπίας
Αυτό που ακολούθησε στη συνέχεια είναι μια δύσκολη πράξη εξισορρόπησης από τους Διευθύνοντες Συμβούλους των ευρωπαϊκών μεγαλύτερων εταιρειών: να πετύχουν τους στόχους που έχουν τεθεί για περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και των επενδύσεων στην καθαρή τεχνολογία, διατηρώντας παράλληλα τους μετόχους ευχαριστημένους. Ο τελευταίος στόχος επιτυγχάνεται σταδιακά με την άμβλυνση της αγανάκτησης σχετικά με τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
Αυτό -σύμφωνα με το Forbes- σημαίνει ότι οι πρόσφατες κινήσεις της Shell, της BP και της TotalEnergies είναι κάτι το καλύτερο. Το αφεντικό της Shell, Wael Sawan, ήταν ο πρώτος που αποκάλυψε με σαφήνεια το νέο όραμα το 2023 και άνοιξε μια ανοιχτή υπόθεση τόσο για τον ρόλο του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα, όσο και για την εξάρτηση της εταιρείας του στους υδρογονάνθρακες προκειμένου να κρατήσει τους μετόχους ευχαριστημένους.
Στα διαδοχικά τρίμηνα που ακολούθησαν, η Shell παρείχε σταθερά μερίσματα, ξεκίνησε την επαναγορά μετοχών αξίας πολλών δισεκατομμυρίων και αποχώρησε από δαπανηρές μη παραδοσιακές ενεργειακές δραστηριότητες.
Πρόκειται για μία πρακτική, με την οποία η BP είναι πολύ εξοικειωμένη και πρόθυμη επίσης να συνεχίσει να υιοθετεί.
Το σχετικά νέο αφεντικό της, Murray Auchincloss, αποδεικνύεται εξίσου επιδέξιο στη βελτίωση της διάθεσης των μετόχων του, προσφέροντας επαναγορές μετοχών, αυξήσεις μερισμάτων και περικοπές κόστους .
Αλλά και το αφεντικό της TotalEnergies, Patrick Pouyanné, απέδειξε πρόσφατα ότι δεν του ήταν ξένο να αναγγείλει τα δικά buybacks μετοχών πολλών δισεκατομμυρίων αλλά και αυξήσεις στα μερίσματα.
Το βλέμμα στη Wall Street
Και δεν περιορίστηκαν σε αυτά: τα αφεντικά της TotalEnergies και της Shell προκάλεσαν κλυδωνισμούς στις ευρωπαϊκές αγορές όταν άφησαν υπαινιγμούς ότι μελετούν το ενδεχόμενο να προχωρήσουν σε εισαγωγή στην κύρια αγορά μετοχών στις ΗΠΑ .
Φαίνεται ότι και οι δύο μεγάλες εταιρείες πιστεύουν ότι θα ένιωθαν πιο αγαπητοί ως παραδοσιακές εταιρείες ενέργειας και θα είχαν πολύ υψηλότερη αποτίμηση πιο κοντά σε αμερικανικές μεγάλες εταιρείες όπως η ChevronChevron και ExxonMobil.
Δυσκολίες
Φυσικά, η μετάβαση σε ένα τέτοιο μονοπάτι είναι απίθανο να είναι μία εύκολη υπόθεση.
Ωστόσο, οι πρακτικές που ακολουθούν σε συνδυασμό με την ανοιχτή και ξεκάθαρη επισήμανση της ανάγκης για φυσικό αέριο και πετρέλαιο, αλλά και των κερδών που αποκομίζουν από αυτά, αποδεικνύει ότι οι μεγάλες εταιρείες επιστρέφουν γρήγορα σε δοκιμασμένους και «παραδοσιακούς» τρόπους ώστε να ξεκλειδώσουν τη βραχυπρόθεσμη αξία τους.