Τετάρτη 21 Ιουνίου 2023

Testi (Elpedison): Στρεβλωτικά μέτρα το πλαφόν στη χονδρική ρεύματος και ο φόρος στις μονάδες αερίου - Να επανέλθει κανονικότητα στην αγορά

Την ανάγκη να επανέλθει κανονικότητα στην αγορά ενέργειας ανέδειξε ο Εκτελεστικός Πρόεδρος της Elpedison, Antrea Testi, με την κατάργηση των “στρεβλωτικών”, όπως τα χαρακτήρισε, μέτρων της τελευταίας περιόδου.


Ο κ. Testi, μιλώντας στο Athens Energy Summit, ανέφερε πως το 2022, οι απότομες αυξήσεις των ενεργειακών τιμών στην Ευρώπη, όπως ο δείκτης τιμών φυσικού αερίου TTF και ουσιαστικά όλοι οι ευρωπαϊκοί δείκτες τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, τροφοδότησαν φήμες για την αποτυχία του ευρωπαϊκού μοντέλου αγοράς ενέργειας.

Ωστόσοεπεσήμανε πως, “παρατηρώντας τι συνέβη,  φαίνεται ότι μία σειρά από γεγονότα - τα περισσότερα εκ των οποίων δεν ήταν σχετικά με την αγορά αυτή καθ΄ εαυτή - χαρακτήρισαν τη συγκεκριμένη περίοδο.

Μεταξύ αυτών, ανέδειξε ότι:

  • Η πλήρωση των αποθηκών φυσικού αερίου το καλοκαίρι του 2021 ήταν αργή, λόγω της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου μετά το τέλος των περισσότερων περιορισμών του Covid-19
  • Οι γεωπολιτικές εκτιμήσεις, μετά το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, τροφοδότησαν φήμες σχετικά με τη διαθεσιμότητα φυσικού αερίου από τη Ρωσία
  • Οι κυβερνήσεις, φοβούμενες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα, επέβαλαν υποχρεωτικές συμπληρώσεις των αποθηκών φυσικού αερίου
  • Οι ανακοινώσεις για πιθανή απαγόρευση της εισαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου, η ακύρωση της λειτουργίας του αγωγού NordStream και - αργότερα - το σαμποτάζ του είχαν προφανώς ως αποτέλεσμα την ανησυχία για τη δυνατότητα εφοδιασμού και την απότομη αύξηση των spot τιμών του φυσικού αερίου 
  • Οι Αρχές άρχισαν να ανακοινώνουν μέτρα, όπως ανώτατα όρια τιμών κ.λπ, με αποτέλεσμα να αυξηθούν ακόμη περισσότερο οι ανησυχίες για την ασφάλεια του εφοδιασμού και να προκληθεί περαιτέρω σοκ στις τιμές 
  • Ο ευνοϊκός περασμένος χειμώνας (2022-23) μείωσε τις ανησυχίες για την ασφάλεια του εφοδιασμού, με αποτέλεσμα οι τιμές να αρχίσουν να υποχωρούν
  • Μετά από μακρά πολιτική συζήτηση, κατέστη σαφές ότι οι κυρώσεις, εάν επιβάλλονταν, θα λάμβαναν υπόψη τους τον αντίκτυπό τους στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας (για παράδειγμα, το ανώτατο όριο τιμών στο φυσικό αέριο καθορίστηκε σε αρκετά υψηλό επίπεδο, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο αντίκτυπός του στην ασφάλεια του εφοδιασμού). Έκτοτε, οι τιμές του φυσικού αερίου άρχισαν να μειώνονται ομοιόμορφα.

Για να καταλήξει πως, οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας ακολούθησαν στενά τις τιμές του φυσικού αερίου, καθώς η οριακή παραγωγή βασίζεται σήμερα στο φυσικό αέριο.

Όπως υπογράμμισε εντούτοις, μεταξύ των έκτακτων μέτρων που υιοθετήθηκαν σε όλη την Ευρώπη, δύο στρεβλωτικά και άδικα μέτρα υιοθετήθηκαν στην Ελλάδα, αναφερόμενος στα εξής:

Πρώτον, στο ανώτατο όριο εσόδων χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, για το οποίο εξήγησε ότι επιβάλλει μέγιστο έσοδο για διάφορους τύπους μονάδων. Για τις οριακές μονάδες (με καύση φυσικού αερίου) ισούται με το άθροισμα του λειτουργικού κόστους (καύσιμο + CO2 + O&M), χωρίς καμία πρόβλεψη για αποσβέσεις και κέρδη, ενώ για παράδειγμα για τις υδροηλεκτρικές μονάδες, επιτρέπει περίπου 80 - 100 €/MWh μικτού περιθωρίου κέρδους. “Το μέτρο αυτό”, τόνισε, “είναι στρεβλωτικό, καθώς παραβιάζει ένα από τα βασικά αξιώματα των απελευθερωμένων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή την τεχνολογική ουδετερότητα, και αναγκάζει de facto τις μονάδες φυσικού αερίου να λειτουργούν με ζημία (χωρίς να καλύπτουν τις αποσβέσεις), γεγονός που ισοδυναμεί με απαλλοτρίωση των ιδίων κεφαλαίων των φορέων εκμετάλλευσης των μονάδων”. 

Παράλληλα, σημείωσε πως “είναι αντίθετο με τις συστάσεις της Ε.Ε., πως σε περίπτωση που υιοθετηθούν παρόμοια προσωρινά έκτακτα μέτρα, αυτά θα πρέπει να περιορίζονται στις υπο-οριακές τεχνολογίες.”

Το δεύτερο ζήτημα που ανέδειξε είναι ο φόρος στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

“Ο φόρος αυτός (που αρχικά εισήχθη στα 10 €/MWh_th και αργότερα άλλαξε στο 5% της τιμής του φυσικού αερίου) είναι επιθετικός και μάλλον άδικος, καθώς έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά την παραγωγή με φυσικό αέριο στην Ελλάδα λιγότερο ανταγωνιστική και να την αντικαθιστά με εισαγωγές”, επεσήμανε, προσθέτοντας:

“Το γεγονός αυτό έχει σαφώς αρνητικό αντίκτυπο στην κερδοφορία των ελληνικών εταιρειών ηλεκτρoπαραγωγής με καύσιμο φυσικό αέριοαλλά και στο ευρύτερο ευρωπαϊκό ενεργειακό ισοζύγιο: η αντικατάσταση της εγχώριας παραγωγής με εισαγόμενη ενέργεια σημαίνει ότι οι λιγότερο ανταγωνιστικές μονάδες καθώς και αυτές με τις περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε άλλες χώρες θα παράγουν περισσότερο, για να καλύψουν τις εισαγωγές της Ελλάδας. 

Κάτι τέτοιο, σε μια εποχή όπου όλες οι χώρες προσπαθούν να μειώσουν την κατανάλωση φυσικού αερίου, ισοδυναμεί με καθαρή μεταφορά επιβάρυνσης στις άλλες χώρες και έχει συνολικά αρνητική επίδραση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στην κατανάλωση φυσικού αερίου και στις εκπομπές CO2.”

Παρακάτω, υπερασπιζόμενος τη λειτουργία των ευρωπαϊκών αγορών ενέργειας, υπογράμμισε:

“Δεν υπάρχει καμία απόδειξη αποτυχίας των ευρωπαϊκών αγορών ενέργειας κατά τη διάρκεια της κρίσης και αυτό αναγνωρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πρότασή της για τη μεταρρύθμιση των αγορών, τον Μάρτιο του 2023, όπου καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο σημαντικός ρόλος των βραχυπρόθεσμων αγορών και του μηχανισμού οριακής τιμολόγησης πρέπει να διατηρηθεί, καθώς λειτουργούν καλά, όπως έχει αποδειχθεί από την πολυετή βελτίωση σε πολυάριθμες αγορές.

Αντιθέτως, υπάρχει η ανάγκη μιας προοδευτικής αλλά ταχείας επανακανονικοποίησης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, με την ακύρωση των πιο στρεβλωτικών μέτρων, όπως αναγνώρισε πρόσφατα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αποκλείει την παράταση των έκτακτων μέτρων σχετικά με τα ανώτατα όρια τιμών στα έσοδα των παραγωγών, πέραν του τέλους του φετινού Ιουνίου (η αρχική «περίοδος έκτακτης ανάγκης»)… Η Ελλάδα όμως, μόλις επιμήκυνε τη διάρκεια του ανώτατου ορίου εσόδων μέχρι τις 30/9/2023, και έτσι η φορολόγηση του φυσικού αερίου δεν έχει καταληκτική ημερομηνία.

Οι αγορές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παράγουν τα απαραίτητα σήματα για να εξασφαλίσουν μελλοντικές επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση, τη βέλτιστη κατανομή των πόρων και την αποφυγή αναποτελεσματικών ενεργειακών χρήσεων. 

Για την επίτευξη αυτών των στόχων, όλα τα στρεβλωτικά μέτρα, που θεσπίστηκαν την τελευταία περίοδο, θα πρέπει να καταργηθούν το συντομότερο δυνατόν.