Τρίτη 27 Ιουνίου 2023

Πού θα φθάσουν οι τιμές του πετρελαίου – Γιατί η αγορά κρατά «μικρό καλάθι»

Η διεθνής τιμή του πετρελαίου κινείται σταθερά κάτω από τα 75 δολάρια (το Brent στα 74,5 κα το αμερικανικό αργό έπεσε ακόμη και κάτω από τα 70 δολάρια το απόγευμα της Δευτέρας) και όπως φαίνεται τίποτα δεν μπορεί για την ώρα να ταράξει τα νερά και να δώσει μια αισθητά ανοδική ώθηση στις τιμές. 



Η ευαισθησία που επεδείκνυε το πετρέλαιο έναντι των αποφάσεων του ΟΠΕΚ και των μεγάλων πετρελαιοπαραγωγών κρατών όπως είναι η Σαουδική Αραβία δείχνει να εξασθενεί ενώ αντίθετα, η αγορά «αφουγκράζεται» τον παλμό της αγοράς στην Κίνα και στις ΗΠΑ (όπου τα στοιχεία δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για υπεραισιόδοξες προβλέψεις) αλλά και αλλού, σε αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας όπου η ζήτηση αναμένεται να διατηρηθεί σε ικανοποιητικά επίπεδα.

Η διατήρηση των περικοπών στην παραγωγή από την πλευρά του ΟΠΕΚ+ και η εφαρμογή των πρόσθετων περικοπών της Σαουδικής Αραβίας δεν κατάφεραν να «τρομάξουν» την αγορά και να ωθήσουν ανοδικά τις τιμές. Όμως, αυτό ίσως τελικά να συμβεί με τα στοιχεία για την παραγωγή από σχιστόλιθο στις ΗΠΑ, η οποία επιβραδύνεται και θα μπορούσε να προδιαγράψει μια πιο σφιχτή αγορά και επομένως πιο υψηλές τιμές μελλοντικά.

Η γεωτρητική δραστηριότητα πετρελαίου και φυσικού αερίου στις Ηνωμένες Πολιτείες μειώνεται για επτά συνεχόμενες εβδομάδες, σύμφωνα με τις εβδομαδιαίες αναφορές της Baker Hughes. Το Reuters σημειώνει ότι αυτό είναι το χαμηλότερο από τον Απρίλιο του 2022.

Εκπρόσωποι από τον κλάδο του upstream επισημαίνουν ότι οι επιχειρήσεις διανύουν μια δύσκολη εποχή καθώς το κόστος για τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου αυξάνεται (όταν οι διεθνείς τιμές είναι σχετικά χαμηλές, δεν αποτελεί συμφέρουσα επιλογή η επένδυση στο upstream), οι ασφαλιστικές εγκαταλείπουν τις επιχειρήσεις, το ρυθμιστικό περιβάλλον γίνεται όλο και λιγότερο ευνοϊκό εν μέσω της πράσινης μετάβασης και οι αβέβαιες προοπτικές της ζήτησης δημιουργούν δεύτερες σκέψεις στις επιχειρήσεις που θέλουν να κάνουν νέες επενδύσεις ή να συνεχίσουν τις γεωτρήσεις σε υπάρχοντα κοιτάσματα.

Φυσικά, όταν η δραστηριότητα στην έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων περιορίζεται, είναι λογικό να περιμένουμε επίσης στενότερη προσφορά, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει θετικά τις τιμές. Εκτός εάν η ζήτηση είναι επίσης ασθενής, γεγονός που καθιστά την κατάσταση πιο περίπλοκη.

«Η πρόσφατη μείωση της παραγωγής της Σαουδικής Αραβίας κατά 1 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα που είχε προγραμματιστεί για τον Ιούλιο και η παρόμοια μείωση τον Μάιο απέτυχαν να ανεβάσουν τις τιμές του πετρελαίου. Κατά την άποψή μου, αυτό σηματοδοτεί την αδύναμη ζήτηση λόγω της παγκόσμιας ύφεσης», δήλωσε παράγοντας της αγοράς στο Dallas Fed Energy Survey.

Η ζήτηση της Κίνας βρίσκεται στο επίκεντρο, φυσικά, αλλά δεν υπάρχει καμία βεβαιότητα για το που θα φτάσει το υπόλοιπο του έτους, παρόλο που αυξάνεται σταθερά. Όπως φαίνεται, η εξέλιξη αυτή δεν επαρκεί για να πείσει τα στελέχη της ενέργειας ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες για τις τιμές του πετρελαίου.

Και αυτό, επειδή όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στις κεντρικές τράπεζες και ειδικά στην Federal Reserve, η οποία προσπαθεί εδώ και μήνες να διαχειριστεί μια έκρηξη πληθωρισμού που αρχικά ονομάστηκε παροδική αλλά μετά αναγνωρίστηκε και αντιμετωπίστηκε ως πρόβλημα.

Στην τελευταία του ενημέρωση, ο Jerome Powell της Fed δήλωσε ότι η τράπεζα σχεδίαζε τουλάχιστον δύο ακόμη αυξήσεις επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους. Περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων θα επηρεάσουν το κόστος της βιομηχανίας πετρελαίου και φυσικού αερίου αλλά και τη ζήτηση λόγω της θετικής επίδρασης που έχουν οι αυξήσεις στο δολάριο και της αρνητικής επίδρασης που έχουν στις καταναλωτικές δαπάνες.

«Είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα εύρος συναλλαγών, αλλά οι τιμές συγκρατούνται από τις ανησυχίες για την οικονομία, τη μεγαλύτερη οικονομία», δήλωσε στο Reuters ένας αναλυτής της Price Futures Group.

«Εξακολουθούμε να υποεπενδύουμε παγκοσμίως για να διατηρήσουμε την παραγωγή πετρελαίου στα τρέχοντα επίπεδα, ενώ η ζήτηση συνεχίζει να αυξάνεται, με ανοδική τάση στην Κίνα», δήλωσε ένας από τους συμμετέχοντες στην έρευνα της Fed του Ντάλας, συνοψίζοντας την κατάσταση.

Ο ΟΠΕΚ+ ακολουθεί άλλο «αφήγημα»

Παρά το γεγονός ότι διεθνείς οίκοι αναθεωρούν καθοδικά τις προβλέψεις τους για τη ζήτηση, ο ΟΠΕΚ+ βλέπει τη ζήτηση του πετρελαίου να αυξάνεται στα 110 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως έως το 2045, δηλαδή κατά 23% από τα σημερινά επίπεδα.

Η πρόβλεψη έρχεται μια εβδομάδα αφότου ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προέβλεψε ότι η αύξηση της ζήτησης πετρελαίου θα επιβραδυνθεί τα επόμενα χρόνια, συρρικνώνοντας από 2,4 εκατομμύρια bpd φέτος σε 400.000 βαρέλια ημερησίως το 2028, με την αιχμή της ζήτησης.

Η πτωτική πρόβλεψη του IEA βασίστηκε στην άποψη ότι η επιταχυνόμενη ανάπτυξη ηλεκτρικών οχημάτων, η υψηλότερη απόδοση καυσίμου και οι «άλλες τεχνολογίες» θα ανέκοπτε την αύξηση της ζήτησης. Ο ΟΠΕΚ, όπως φαίνεται, έχει διαφορετική άποψη. Αυτό στο οποίο φαίνεται να συμφωνούν οι δύο είναι ότι η Ασία, και η Κίνα και η Ινδία ειδικότερα, θα οδηγήσουν την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου μελλοντικά.

Ωστόσο, ακόμη και αυτή η ανάπτυξη μπορεί να υπονομευθεί από τα ηλεκτρικά οχήματα, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της National Petroleum Corporation της Κίνας ή CNPC. Ο ερευνητικός βραχίονας της κρατικής εταιρείας προέβλεψε ότι η αύξηση της ζήτησης πετρελαίου φέτος θα ήταν χαμηλότερη από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως λόγω της αύξησης των πωλήσεων EV.

(Αναδημοσίευση από το insider.gr)