Ο κυβερνητικός συνασπισμός της Σουηδίας αποφάσισε την Κυριακή να μικρύνει τους ελάχιστους στόχους μείωσης των εκπομπών ορυκτών καυσίμων, προκαλώντας επικρίσεις από την αντιπολίτευση, καθώς η Σουηδία ήδη διακινδυνεύει τους κλιματικούς στόχους της για το 2030. Παράλληλα, οι σημαίνοντες δεξιοί λαϊκιστές Σουηδοί Δημοκράτες ισχυρίζονται ότι αυτό αποτελεί «νίκη».
Ο σουηδικός κυβερνητικός κεντροδεξιός συνασπισμός συμφώνησε να χαμηλώσει τα υποχρεωτικά επίπεδα μείωσης του αριθμού των βιοκαυσίμων που αναμειγνύονται στη βενζίνη και το ντίζελ και στόχο έχουν τη μείωση των εκπομπών ορυκτών καυσίμων στο ιστορικά κατώτερο σημείο του 6%.
Η συζήτηση γύρω από αυτή την υποχρέωση αποτέλεσαι κεντρικό σημείο στις συζητήσεις των μελών του κεντροδεξιού κυβερνητικού συνασπισμού, ο οποίος αποτελείται από τους μετριοπαθείς, τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Φιλελεύθερους, και των ευρωσκεπτικιστών εταίρων τους, των Σουηδών Δημοκρατών, οι οποίοι παρέχουν την απαραίτητη στήριξη στην κατά τα άλλα ισχνή δεξιά πλειοψηφία.
Κατά τη διάρκεια των κυβερνητικών διαπραγματεύσεων, τα τέσσερα κόμματα συμφώνησαν να μειώσουν την υποχρέωση μείωσης από το υψηλότερο επίπεδο της ΕΕ στο ελάχιστο επίπεδο της ΕΕ, με βασικό ζήτημα το πόσο χαμηλό πρέπει να είναι το μείγμα βιοκαυσίμων. Μέχρι στιγμής, η υποχρέωση μείωσης ήταν 7,8% για τη βενζίνη και 30,5% για το ντίζελ.
Το ιδανικό επίπεδο για τον μετριοπαθή πρωθυπουργό Ulf Kristersson θα ήταν το συμφωνηθέν 6%, αλλά για τους Σουηδούς Δημοκράτες, θα έπρεπε να είναι μηδενικό. Παρ’ όλα αυτά, ο εθνικός ηγέτης των Συντηρητικών επαίνεσε τον συμβιβασμό που επιτεύχθηκε με την κυβέρνηση.
«Πρόκειται αναμφίβολα για μια πολύ μεγάλη νίκη, τουλάχιστον για τους απλούς ανθρώπους που δεν ζουν σε μεγάλες πόλεις», έγραψε ο Åkesson σε ανάρτησή του στο Facebook.
Το νέο χαμηλότερο επίπεδο θα ισχύσει τον Ιανουάριο του 2024, πράγμα που σημαίνει ότι ο ανεφοδιασμός με ντίζελ θα είναι περίπου 5,50 SEK φθηνότερος ανά λίτρο ντίζελ το 2024 σε σύγκριση με τους υφιστάμενους στόχους μείωσης, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των κομμάτων.
Ένας πολιτικός εφιάλτης
Το σκεπτικό για την απόφαση της κυβέρνησης είναι ότι, σύμφωνα με τον κυβερνητικό συνασπισμό και τους Σουηδούς Δημοκράτες, οι εκπομπές από την κυκλοφορία των αυτοκινήτων πρέπει να συνεχίσουν να μειώνονται με ταχείς ρυθμούς. Παρόλα αυτά, η υποχρέωση μείωσης είναι αναποτελεσματική στην προώθηση της μετατροπής, «αλλά μόνο καταστροφική για τα οικονομικά των νοικοκυριών».
Αντ’ αυτού, επισημαίνουν την ηλεκτροκίνηση του στόλου των οχημάτων ως τον δρόμο προς τα εμπρός και τη χρήση βιοκαυσίμων στην αεροπορία και τη ναυτιλία.
Το θέμα αποτελεί πολιτικό αίνιγμα, καθώς οι φιλοδοξίες για το κλίμα συγκρούονται με το κόστος της οδήγησης ενός αυτοκινήτου. Όσο υψηλότερη είναι η περιεκτικότητα σε βιοκαύσιμα, τόσο πιο ακριβό γίνεται το καύσιμο.
Αλλά η μείωση της υποχρέωσης μείωσης θα σήμαινε απότομη αύξηση των εκπομπών και θα δυσκόλευε τη Σουηδία να επιτύχει τους κλιματικούς της στόχους έως το 2030, όπως προειδοποίησε η σουηδική υπηρεσία ενέργειας Energimyndigheten).
Σύμφωνα με τη Σουηδική Υπηρεσία Ενέργειας, η υποχρέωση μείωσης αποτελεί το σημαντικότερο μέσο πολιτικής για να επιτύχει η Σουηδία τον στόχο για το 2030, δηλαδή τη μείωση των εκπομπών από τις εγχώριες μεταφορές κατά τουλάχιστον 70%. Ο οργανισμός τόνισε επίσης ότι μια συνολική μείωση της υποχρέωσης μείωσης για το ντίζελ και τη βενζίνη θα σήμαινε ότι ο στόχος για το κλίμα δεν θα επιτευχθεί.
Η Σουηδική Υπηρεσία Μεταφορών εκτίμησε επίσης ότι τα βιοκαύσιμα είναι απαραίτητα για λίγο παραπάνω διάστημα και ότι ακόμη και αν από φέτος πωλούνταν μόνο ηλεκτρικά φορτηγά και ηλεκτρικά αυτοκίνητα -κάτι που δεν είναι ρεαλιστικό- δεν θα ήταν αρκετό για την επίτευξη των στόχων.
Κατακραυγή στην αντιπολίτευση
Όπως ήταν αναμενόμενο, η αντιπολίτευση ξεσηκώθηκε κατά της απόφασης της κυβέρνησης, με τον εκπρόσωπο του Κεντρώου Κόμματος για το κλίμα και την ενεργειακή πολιτική, Rickard Nordin, να δηλώνει ότι η σουηδική κυβέρνηση de facto επιλέγει να «καταργήσει τους κλιματικούς στόχους», κάνοντας λόγο για «κλιματικό σκάνδαλο».
Η ευρωβουλευτής Emma Wiesner (Renew Europe) ήταν επίσης πολύ επικριτική, λέγοντας ότι η μείωση είναι «εντελώς παράλογη».
Εν τω μεταξύ, οι Πράσινοι αντιτάχθηκαν έντονα στην απόφαση της κυβέρνησης, όπως δήλωσε η εκπρόσωπος του κόμματος, Märta Stenevi.
«Ο ισχυρισμός ότι αυτό γίνεται για χάρη των οικογενειών με παιδιά είναι ανοησία. Η μείωση θα ωφελήσει κυρίως τους υψηλά εισοδηματίες στις μεγάλες πόλεις και οι οικογένειες με παιδιά και οι συνταξιούχοι που περνούν πιο δύσκολα δεν θα βοηθηθούν καθόλου από αυτό…», έγραψε η Stenevi στο Twitter.
Η αντιπολίτευση επέκρινε έντονα την κυβέρνηση για την πολιτική της για το κλίμα και για τη μείωση των κλιματικών φιλοδοξιών της χώρας για να ικανοποιήσει τους ακροδεξιούς Σουηδούς Δημοκράτες και να παραμείνει στην εξουσία.
Στις 30 Μαρτίου, η ετήσια αξιολόγηση του Σουηδικού Συμβουλίου Πολιτικής για το Κλίμα έδειξε ότι η Σουηδία αυξάνει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ενώ η ΕΕ εργάζεται σκληρά για τη μείωσή τους.
«Οι Σουηδοί Δημοκράτες διεξάγουν έναν πολιτισμικό πόλεμο κατά της δράσης για το κλίμα», δήλωσε τότε στη EURACTIV ο σοσιαλδημοκράτης ευρωβουλευτής Fritzon, προσθέτοντας ότι «η φιλελεύθερη υπουργός για το κλίμα και το περιβάλλον Romina Pourmokhtari διαχειρίζεται τις καταστροφικές για το κλίμα πολιτικές των Σουηδών Δημοκρατών και είναι σαφές ότι η κυβέρνηση δεν έχει κανένα συνεκτικό σχέδιο για το κλίμα».
Μέχρι στιγμής, η Pourmokhtari έχει δηλώσει ότι «οι στόχοι της Σουηδίας για το κλίμα είναι σταθεροί και το κλειδί για τη μετάβαση στο κλίμα είναι η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς ορυκτά καύσιμα στη Σουηδία».
(Euractiv.gr)