Νέα κυβέρνηση, νέος υπουργός ενέργειας αλλά τα προβλήματα για τον κλάδο παραμένουν τα ίδια και το κυριότερο η ανάγκη για άμεσες δράσεις και λύσεις είναι ακόμη πιο επιτακτική και άμεση.
Εδώ να θυμίσουμε, ότι η περίφημη συνέντευξη τύπου κατά την οποία η ΝΔ ανέδειξε ως μείζον το πρόβλημα της ΔΕΗ, χαρακτηρίζοντας ως ωρολογιακή βόμβα τα προβλήματα που δημιούργησαν οι επιλογές της απερχόμενης κυβέρνησης αλλά και οι λανθασμένοι επιμέρους χειρισμοί, έγινε παρουσία του κ. Χατζηδάκη ο οποίος και θεωρείται ο “ιθύνων νους” πίσω από τη στρατηγική αποδόμησης των χειρισμών του ΣΥΡΙΖΑ γύρω από τη ΔΕΚΟ.
Το πρόβλημα ΔΕΗ έχει για το νέο επικεφαλής του ΥΠΕΝ διπλή διάσταση: αφενός υπάρχει το δομικό ζήτημα της απελευθέρωσης της αγοράς και του περιορισμού της δεσπόζουσας θέσης της ΔΕΗ. Σε αυτό το διαχρονικό ζητούμενο, τα τελευταία δύο χρόνια έχει προστεθεί και η ανάγκη να κρατηθεί όρθια η επιχείρηση που δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της αγοράς, παρέμεινε δογματικά προσηλωμένη στο παρελθόν και ταυτόχρονα δέχθηκε σοβαρά οικονομικά πλήγματα (υπόθεση ΑΔΜΗΕ, ΝΟΜΕ, ασυλία των ‘δεν πληρώνω’).
Πλέον η ΝΔ καλείται να φέρει σε εξειδικεύσει και να φέρει σε πέρας το σχέδιο για την οικονομική διάσωση και εξυγίανση της ΔΕΗ, να προχωρήσει το πλάνο εκσυγχρονισμού της, προκειμένου η εταιρεία να συνεχίσει να παίζει το ρόλο του κεντρικού πυλώνα του ενεργειακού συστήματος της χώρας.
Σε συνεργασία με την Κομισιόν, με την οποία ήδη υπάρχει ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας, θα υπάρξει εκ νέου διαβούλευση για το μέλλον της αγοράς και τις καθυστερήσεις στις αναγκαίες δομικές αλλαγές που θα επιτρέψουν να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και ο κλάδος να αποκτήσει την αναπτυξιακή δυναμική και ρόλο για την ελληνική οικονομία.
Παράλληλα, το ΥΠΕΝ θα κληθεί να διαδραματίσει κομβικό ρόλο στο σχεδιασμό και υλοποίηση των σημαντικών ενεργειακών αποκρατικοποιήσεων που έχουν δρομολογηθεί και θα πρέπει να ανασχεδιαστούν με τρόπο ρεαλιστικό και εφικτό για τις ελληνικές συνθήκες. Είναι σαφές ότι τα μοντέλα που επιχειρήθηκαν επί ΣΥΡΙΖΑ απέτυχαν παταγωδώς καθώς είτε λόγω πολυπλοκότητας δεν ολοκληρώθηκαν (ΕΛΠΕ, ΔΕΠΑ) είτε όταν εφαρμόστηκαν (ΑΔΜΗΕ) είχαν αρνητικά αποτελέσματα και έφεραν ακόμη περισσότερα προβλήματα γραφειοκρατίας, δυσλειτουργιών αλλά και ασθενειών του κρατισμού (κομματοκρατία, προσλήψεις, αδιαφάνεια).
Άμεσες απαντήσεις θα πρέπει να δοθούν και στο θέμα των ηλεκτρικών διασυνδέσεων και των προβλημάτων που έχουν δημιουργηθεί με την υπόθεση της Κρήτης, όπου οι χειρισμοί της απερχόμενης κυβέρνησης έχουν περιπλέξει το έργο και έχουν δημιουργήσει συνθήκες αδιεξόδου.
Παράλληλα με τα προβλήματα πάντως, ο νέος υπουργός θα κληθεί να τονώσει το επενδυτικό ενδιαφέρον και να επιβλέψει σημαντικές και μεγάλες επενδύσεις στον ενεργειακό κλάδο, με βάση το ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί το τελευταίο διάστημα από εγχώριους αλλά και διεθνείς επενδυτικούς όμιλους. Τόσο στον τομέα της συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής, όσο κυρίως στον τομέα των ΑΠΕ, η ενέργεια μπορεί να δώσει αναπτυξιακή ώθηση και να στείλει μήνυμα ανάκαμψης του επενδυτικού κλίματος. Η αγορά έχει θέσει επί τάπητος συγκεκριμένα ζητούμενα προκειμένου να υπάρξει αυτή η αναγκαία ώθηση.
Το ίδιο ισχύει και για τον κλάδο της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων, εκεί όπου ζητούμενο είναι να ξεπεραστούν τα προβλήματα των καθυστερήσεων προκειμένου να κεφαλαιοποιήσει η χώρα και η αγορά το θετικό momentum.
Τέλος ένα διαχρονικό πρόβλημα, το οποίο παραμένει πάντα επίκαιρο είναι το ενεργειακό κόστος της βιομηχανίας. Παρά τις υποσχέσεις και τις δεσμεύσεις ακόμη και σήμερα δεν έχει δημιουργηθεί το αναγκαίο σταθερό μακροπρόθεσμο ανταγωνιστικό πλαίσιο για την βαριά βιομηχανία, η οποία υλοποιεί και σχεδιάζει σημαντικές αναπτυξιακές επενδύσεις. Και εδώ ο νέος υπουργός θα κληθεί να δώσει άμεσες, ρεαλιστικές και φιλοεπενδυτικές λύσεις.