Την επιβολή πλαφόν στην χονδρική τιμή του αερίου πανευρωπαϊκά ως ένα ακόμη πιο επείγον και αναγκαίο μέτρο, μετά και την μείωση των ροών από τη Ρωσία, θα θεσουν εκ νέου στην Σύνοδο Κορυφής που ξεκινά σήμερα, οι Κυριάκος Μητσοτάκης και Μάριο Ντράγκι.
Κατά πόσο στην φωνή των δύο θα ενωθούν κι άλλες από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ώστε να σχηματιστεί ένα ευρύτερο μέτωπο υπέρ του πλαφόν, παραμένει άγνωστο.
Το γεγονός ότι το θέμα της ενεργειακής ακρίβειας δεν συμπεριλαμβάνεται στην ατζέντα της Συνόδου, χαμηλώνει τις προσδοκίες για λήψη αποφάσεων, παρ’ ότι θεωρείται βέβαιο ότι θα απασχολήσει τους «27», με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι θα συζητηθεί αύριο Παρασκευή.
Οι δύο ηγέτες αναμένεται να επικαλεστούν την ξέφρενη πορεία των τιμών άνω του 50% το τελευταίο δεκαήμερο, καθώς και τις χθεσινές προειδοποιήσεις του Φατίχ Μπιρόλ, επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), ότι η Ευρώπη πρέπει να προετοιμαστεί για πλήρες «μπλόκο» στο ρωσικό φυσικό αέριο.
Στην φαρέτρα τους και τα μέτρα που είχε εισηγηθεί η Κομισιόν το Μάιο, η οποία είχε αποδεχθεί την επιβολή πλαφόν ως ύστατο μέτρο συγκράτησης των τιμών. Τότε η Κομισιόν είχε κάνει σαφές ότι σε ένα ακραίο σενάριο διακοπής παροχής αερίου που θα επηρεάσει πολλά κράτη - μέλη ή εφόσον κλείσει για όλη την Ε.Ε. η στρόφιγγα της Gazprom, τότε θα πρέπει να τεθεί ανώτατη τιμή στο TTF ώστε οι καταναλωτές να μην επιβαρυνθούν με επιπλέον κόστη.
Η επιχειρηματολογία των δύο ηγετών θα στηριχθεί σε εκείνη την πρόταση, όπως επίσης στις χθεσινές δηλώσεις Μπιρόλ (ΙΕΑ), τις πρόσφατες μειώσεις στις προμήθειες αερίου σε σειρά χωρών και την συνακόλουθη αύξηση τιμών (από 83 ευρώ/ MWh στις 13 Ιουνίου στα 127 ευρώ χθες).
Σαφείς ωστόσο ενδείξεις ότι με την πρόταση Ιταλίας και Ελλάδας θα συνταχθεί μια πληθώρα ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, προς ώρας δεν υπάρχουν. Τα κράτη μέλη δεν έχουν καταλήξει σε μία κοινή θέση, ενώ Γερμανία και Ολλανδία φαίνεται πως απορρίπτουν γενικά μία τέτοιου είδους παρέμβαση στην ελεύθερη αγορά.
Στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, είχαν ζητήσει και πάλι πλαφόν στο φυσικό αέριο. Εκτοτε ωστόσο, Ισπανία και Πορτογαλία πέτυχαν και πήραν αυτό που ήθελαν από την ΕΕ. Βάσει της λεγόμενης «ιβηρικής εξαίρεσης» οι δύο χώρες μπορούν να αποσυνδέσουν την τιμή του φυσικού αερίου από αυτή της ηλεκτρικής ενέργειας για τους επόμενους 12 μήνες.
Το αγκάθι και η ρωσική επιδίωξη
Η πρόταση Μητσοτάκη για πλαφόν στο φυσικό αέριο είχε παρουσιαστεί τον Μάρτιο. Στηρίζεται σε επιβολή πλαφόν στη χονδρική τιμή του αερίου, όπως αυτή διαμορφώνεται στον κόμβο του TTF, μαζί με ημερήσιο όριο τιμών. Δηλαδή ένα εύρος διακύμανσης της τάξεως του +/- 10%.
Δεν είναι βέβαιο ωστόσο, όπως εξηγούν πηγές της αγοράς, πως σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕΕ θα έβρισκε τις απαιτούμενες ποσότητες LNG που χρειάζεται, ενόψει του επίσης δύσκολου φετινού χειμώνα. Ακόμη και αν για παράδειγμα η Νορβηγία, που γειτνιάζει με τη Ρωσία και αισθάνεται την πίεση από τον πόλεμο, δεχόταν να πουλήσει φυσικό αέριο με διατίμηση, ποιός διαβεβαιώνει ότι παρόμοια στάση θα τηρούσαν π.χ. το Αζερμπαϊτζάν, η Αλγερία ή και οι αμερικανικές εταιρείες; Επειτα, όπως λένε οι συνομιλητές μας, ακόμη και αν οι ευρωπαίοι ηγέτες έπαιρναν την απόφαση και επέβαλαν πλαφόν στις τιμές του TTF, υπάρχουν και άλλα hubs εντός της ευρωπαϊκής επικράτειας. Οι ποσότητες που καταλήγουν στο TTF θα κατευθυνθούν κάπου άλλου. Σε κάποιο άλλο χρηματιστήριο εντός ή εκτός Ευρώπης.
Κοινή γραμμή σε πλειάδα ευρωπαϊκών χωρών είναι ότι η Μόσχα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να δυσκολέψει τον ευρωπαϊκό στόχο να αυξηθεί η στάθμη αερίου στις ευρωπαϊκές αποθήκες. Η μείωση των ρωσικών ροών μέσω του Nord Stream (ενός εκ των δύο βασικών αγωγών προς Ευρώπη, ο άλλος είναι ο Yamal), προς Ιταλία, Γερμανία, Αυστρία και Τσεχία, αποσκοπεί ακριβώς σε αυτό. Όχι να προκαλέσει άμεσα προβλήματα στη ζωή των Ευρωπαίων, αλλά να απομακρύνει το στόχο να έχουν αυξήσει ως το χειμώνα τα αποθέματά τους.
Θα χαμηλώσουν τα φώτα στην Ευρώπη;
Σημειωτέον ότι η προ ημερών προαναγγελία της Ιταλίας, ανάμεσα στις πλέον εξαρτημένες ενεργειακά χώρες από τη Μόσχα, ότι εξετάζει σχέδιο εκτάκτου ανάγκης αν η Gazprom δεν επαναφέρει τις ροές, σημαίνει ακόμη και πλαφόν στην κατανάλωση αερίου και ρεύματος το χειμώνα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, μείωση της βιομηχανικής παραγωγής και άλλα μέτρα προκειμένου να δοθεί προτεραιότητα στην κάλυψη των αναγκών κρίσιμων υποδομών, όπως τα νοσοκομεία.
Αναλυτές της Capital Economics δεν αποκλείουν καθόλου αυτό το σενάριο, θυμίζοντας τι συνέβη στη Βρετανία το 1974. Όταν οι εμπορικοί καταναλωτές είχαν μόλις τρεις ημέρες ρεύματος ανά εβδομάδα, για ένα διάστημα που κράτησε λίγο πάνω από δύο μήνες. Το έλεγαν «η εβδομάδα των τριών ημερών» (Τhe Three-Day Week). Μείωση 15% στην κατανάλωση ρεύματος σε κάποιες περιοχές είχε επιβάλει το 2012, και η Ιαπωνία, όταν η καταστροφή της προηγούμενης χρονιάς στη Φουκουσίμα οδήγησε στο κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών. Το ίδιο συνέβη και στη Βραζιλία το 2001, έπειτα από περίοδο σοβαρής ξηρασίας που περιόρισε την παραγωγή στα υδροηλεκτρικά.
Είναι έτοιμες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες για κάτι τέτοιο; Είναι ικανά τέτοια - αδιανόητα μέχρι πριν από μερικούς μήνες - σενάρια να πυροδοτήσουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ από κοινωνικές εντάσεις, έξαρση λαϊκισμού και πολιτική αστάθεια, όπως ακριβώς δηλαδή επιδιώκει ο Ρώσος πρόεδρος, προκειμένου να αναγκάσει την Ευρώπη να «συνθηκολογήσει»; Η μοναδική απάντηση είναι ότι για να μην βρεθεί η Ευρώπη σε τόσο δύσκολη θέση, πρέπει να καταφέρει έως το χειμώνα να έχει γεμίσει τις αποθήκες της. Εγχείρημα που δεν μοιάζει εύκολο, παρά τις διαβεβαιώσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων.