Οι τιμές του πετρελαίου συνέχισαν την ανοδική τους πορεία για έκτη συναπτή εβδομάδα μετά την απόφαση του ΟΠΕΚ να προχωρήσει σε περιορισμένη αύξηση της παραγωγής του που δεν κατάφερε να κατευνάσει την ανησυχία για το ενδεχόμενο ελλείψεων στην παγκόσμια αγορά.
Η αύξηση της παραγωγής που συμφώνησε το διεθνές καρτέλ αντιπροσωπεύει μόλις το 0,4% της παγκόσμιας ζήτησης για την περίοδο Ιουλίου και Αυγούστου. Είχε προηγηθεί η φημολογία πως οι Σαουδάραβες ετοιμάζονταν να αντλήσουν πολύ περισσότερο «μαύρο χρυσό» στο πλαίσιο μιας αναθέρμανσης των σχέσεών τους με τις ΗΠΑ. Φημολογήθηκε ακόμη και πως επρόκειτο να εξαιρεθεί η Ρωσία από τις συμφωνίες που συνάπτουν τα μέλη του καρτέλ για τη μηνιαία παραγωγή τους.
Τίποτε τέτοιο δεν συνέβη. Το αργό Δυτικού Τέξας σημείωσε άνοδο 1,4% και σύντομα βρέθηκε σε επίπεδα πάνω από τα 117 δολάρια το βαρέλι. Τώρα όλα δείχνουν πως θα συνεχιστεί η άνοδος που σημειώνει εδώ και έξι μήνες το αμερικανικό αργό. Είχε προηγηθεί την περασμένη εβδομάδα η είδηση ότι τα αποθέματα αμερικανικού αργού μειώθηκαν σε ποσοστό υπερδιπλάσιο από όσο προβλεπόταν. Η απόφαση του διεθνούς καρτέλ να αυξήσει την παραγωγή κατά 648.000 βαρέλια την ημέρα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο σημαίνει ότι αυτούς τους δύο μήνες θα προσθέτει περίπου 400.000 βαρέλια την ημέρα περισσότερα από όσα είχε προγραμματίσει μέχρι προσφάτως. «Δεν αρκεί», σχολιάζει σχετικά η Νάντι Μάρτιν Βίγκεν, αναλύτρια πετρελαίου στην Pareto Securities AS στο Οσλο. Οπως τονίζει η ίδια, καταδεικνύει πάντως ότι ο ΟΠΕΚ είναι πρόθυμος πλέον να αυξήσει την παραγωγή του προκειμένου να ανακόψει την πορεία της τιμής του πετρελαίου προς τα 150 ή και τα 180 δολάρια το βαρέλι.
Οι χώρες που αγοράζουν πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, ασκούσαν επί μήνες πιέσεις στη Σαουδική Αραβία ώστε να παρέμβει και να ανακόψει την άνοδο των τιμών. Και τώρα όμως είναι αμφίβολο αν θα υλοποιήσει τις εξαγγελίες του το διεθνές καρτέλ, δεδομένου ότι πολλά από τα μέλη του δυσκολεύονται να αυξήσουν την παραγωγή τους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Μάρτιν Βίγκεν, στην πραγματικότητα η παραγωγή του ΟΠΕΚ θα αυξηθεί κατά μόλις 250.000 βαρέλια την ημέρα ακριβώς εξαιτίας αυτών των δυσκολιών.
Η ανακοίνωση του ΟΠΕΚ συνέπεσε με την απόφαση της Ε.Ε. να επιβάλει μερικό μποϊκοτάζ στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, κάτι που αναμένεται να προκαλέσει περαιτέρω ελλείψεις στην παγκόσμια αγορά μέσα στους επόμενους μήνες. Οι τιμές του πετρελαίου κινούνται ανοδικά από τις αρχές του έτους, καθώς αυξάνεται διαρκώς η ζήτηση επειδή χαλαρώνουν σε όλες τις χώρες οι περιορισμοί κατά της πανδημίας. Στο μεταξύ, όμως, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει οδηγήσει σε σημαντική έλλειψη της προσφοράς, καθώς απουσιάζει από την αγορά το πετρέλαιο ενός εκ των τριών μεγαλύτερων παραγωγών του κόσμου. Επιπλέον, ενδέχεται να αυξηθεί η κατανάλωση από την Κίνα, την πρώτη στον κόσμο σε εισαγωγές πετρελαίου, εντείνοντας έτσι τις ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Αυτό επισήμανε η Goldman Sachs που υπογράμμισε πως η αύξηση της παραγωγής του ΟΠΕΚ δεν επαρκεί για να επαναφέρει την αγορά σε ισορροπία, καθώς αναμένεται να ανακάμψει η ζήτηση από την Κίνα και να παρουσιαστεί έλλειμμα.
Το… θαύμα
Μόνο η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ μπορούν μεταξύ τους να αυξήσουν την παραγωγή τους κατά σχεδόν 3 εκβ/η υπερκαλύπτοντας τις διαφαινόμενες ρωσικές απώλειες, αλλά μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022 τουλάχιστον δεν πρόκειται να το κάνουν χωρίς να διαλύσουν τη συμφωνία του ΟΠΕΚ+ με τη Ρωσία και, άλλωστε, δεν έχουν κανένα οικονομικό κίνητρο για μειώσουν τις τιμές.
Το Ιράν, που επίσης θα μπορούσε αλλά και που θα ήθελε να αυξήσει την παραγωγή του, βρίσκεται εκ νέου σε τροχιά σύγκρουσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι συνομιλίες για τα πυρηνικά του έχουν αποτελματωθεί. Η μόνη προσπάθεια εξισορρόπησης των τιμών θα μπορούσε να έρθει από μια τρίτη κινητοποίηση των στρατηγικών αποθεμάτων του ΔΟΕ την ώρα που οι δύο προηγούμενες «απελευθερώσεις» αποθεμάτων απέτυχαν να μειώσουν τις τιμές καθ’ οποιονδήποτε τρόπο. Υπό αυτές τις συνθήκες, θα αποτελέσει θαύμα εάν οι τιμές του αργού πετρελαίου αυτό το καλοκαίρι παραμείνουν «μόνο» στα 120 δολ./βαρέλι.
(των Ρομπ Βέρντονκ, Ελίζαμπεθ Λόου και Αντονι ντι Πάολα/ Bloomberg, Καθημερινή)