Πέμπτη 10 Μαρτίου 2022

ΣΕΒ: Φόβοι για απώλεια ανταγωνιστικότητας από τα μέτρα για το κλίμα

O αποτελεσματικότερος τρόπος για την Ευρώπη να εξασφαλίσει τη μείωση των εκπομπών σε παγκόσμιο επίπεδο είναι να καταστεί η ίδια ως ο σημαντικότερος εξαγωγέας προϊόντων χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος. 




Όμως, αντί αυτού, νέες μονάδες παραγωγής προστίθενται συνεχώς τα τελευταία χρόνια σε χώρες χωρίς ανάλογες κλιματικές δεσμεύσεις, αυξάνοντας τις εισαγωγές προς την Ευρώπη, επισημαίνει σε ανάλυσή του ο ΣΕΒ. 

Οπως αναφέρει, η δέσμη μέτρων «Fit for 55» (Δ1), προτείνει αλλαγές στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) και εφαρμογή του Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα – ΜΣΠΑ (Carbon Border Adjustment Mechanism - CBAM). Αν δεν σταθμιστεί η κλιματική φιλοδοξία με την ανταγωνιστικότητα, η απώλεια μεριδίων αγοράς, θα οδηγήσει σε μειωμένη οικονομική δραστηριότητα, και λιγότερες θέσεις εργασίας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.

Στόχος από την εφαρμογή του ΜΣΠΑ είναι η επιβολή ισοδύναμου με την Ε.Ε. κόστους εκπομπών στις εισαγωγές περιορισμένου αριθμού προϊόντων υψηλής έντασης εκπομπών με βάση την περιεκτικότητά τους σε άνθρακα (τσιμέντο, αλουμίνιο, σίδηρος-χάλυβας, λιπάσματα, ηλεκτρική ενέργεια).

Ωστόσο, η εισαγωγή του ΜΣΠΑ, όπως προτείνεται, δημιουργεί σημαντικούς κινδύνους στις αλυσίδες αξίας των προϊόντων που θα περιλαμβάνει, αλλά και τις εξαγωγές της Ε.Ε..

Ο ΜΣΠΑ που προτείνεται, ως έχει σήμερα, θα προκαλέσει μια επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις που θα υποχρεωθούν να προσαρμοστούν στο νέο πλαίσιο, από €197 εκατ. το 2023, που σταδιακά φτάνει στο ύψος των €1,1 - €1,3 δισ. το 2035 μόνο για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών που χάνονται λόγω της εφαρμογής του.

Το επόμενο διάστημα θα ολοκληρωθούν οι διαβουλεύσεις στην Ε.Ε. και θα οριστικοποιηθεί το πλαίσιο εφαρμογής του ΣΕΔΕ και του ΜΣΠΑ.

O μετριασμός των σημαντικών επιπτώσεων που εκτιμήθηκε ότι θα προκληθούν στην ελληνική οικονομία και απασχόληση από τις αλλαγές που προβλέπονται στη δέσμη προτάσεων «Fit for 55», συνιστά ζήτημα που αφορά και τον ίδιο τον κλιματικό στόχο, υπογραμμίζει ο ΣΕΒ.

Οπως αναφέρει, η απάντηση στην κλιματική αλλαγή, αποτελεί κορυφαία πρόκληση σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), πρώτη έθεσε το στόχο για κλιματική ουδετερότητα – μηδενικό δηλαδή ισοζύγιο εκπομπών και απορροφήσεων αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) - μέχρι το 2050 και μείωσης των εκπομπών ΑτΘ κατά 55% έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990. Η πρωτοβουλία έχει τη στήριξη και των επιχειρήσεων, οι οποίες συνεχίζουν να επενδύουν στην μείωση του ανθρακικού τους αποτυπώματος, σε σύγκριση με ανταγωνιστές εκτός Ε.Ε.

Ζητούμενο πλέον είναι η υποστήριξη της κλιματικής φιλοδοξίας με ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που θα διασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού στις παγκόσμιες αγορές, ώστε η κλιματική μετάβαση να λειτουργήσει προς όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας, ιδιαίτερα υπό το πρίσμα ότι ο κίνδυνος «διαρροής άνθρακα» (Carbon Leakage), δηλαδή μεταφοράς επενδύσεων σε τρίτες χώρες χωρίς αντίστοιχο κόστος άνθρακα, αποτελεί ήδη πραγματικότητα.

Η δέσμη μέτρων «Fit for 55», προτείνει αλλαγές στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) και εφαρμογή ενός Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (ΜΣΠΑ), οι οποίες, αν υιοθετηθούν, θα προκαλέσουν σημαντική υποβάθμιση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.

Όπως επισημαίνεται και στη νέα μελέτη του ΙΟΒΕ με τίτλο «Επιπτώσεις της αναθεωρημένης ευρωπαϊκής πολιτικής για το Κλίμα στην ελληνική βιομηχανία και οικονομία», ο κίνδυνος «διαρροής άνθρακα» για την χώρα μας είναι ιδιαίτερα σημαντικός:

- Αφορά κλάδους που παράγουν το 27% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) της μεταποίησης και απασχολούν περίπου 57 χιλ. εργαζόμενους (16% της συνολικής απασχόλησης στη μεταποίηση).

- Πρόκειται για κλάδους με έντονη εξωστρέφεια, υψηλή ένταση κεφαλαίου και υψηλή παραγωγικότητα εργασίας – χαρακτηριστικά που αποτελούν ζητούμενο για το νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα της Ελλάδας και την επίτευξη του στόχου για αύξηση του μεριδίου της μεταποίησης στο 15% του ΑΕΠ το 2030.

- Επηρεάζονται ιδιαίτερα οι εξαγωγές των κλάδων αυτών αφού θα καταβάλουν το αυξημένο κόστος άνθρακα για το σύνολο της παραγωγής τους, ενώ οι εισαγωγείς μόνο για το ποσοστό που θα εισάγεται στην Ε.Ε. Αξίζει να σημειωθεί η εξωστρέφεια των εγχώριων κλάδων είναι πολλαπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου του κάθε κλάδου και συμβάλλουν σταθερά από το 2010 πάνω από το 40% στις ελληνικές εξαγωγές αγαθών (με το μεγαλύτερο μέρος τους να κατευθύνεται σε χώρες εκτός Ε.Ε.).