Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

Κλιματική αλλαγή και ενεργειακή κρίση καθιστούν αναγκαίες τις βιώσιμες ενεργειακές επενδύσεις

Η κλιματική αλλαγή και η ενεργειακή κρίση έχουν αναδείξει την ανάγκη για μια ταχεία μετάβαση προς καθαρές, ανανεώσιμες και βιώσιμες μορφές ενέργειας




Οι βιώσιμες ενεργειακές επενδύσεις αποτελούν πλέον στρατηγική προτεραιότητα τόσο για τις κυβερνήσεις όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Σκοπός τους είναι η παραγωγή ενέργειας με ελάχιστες επιπτώσεις στο περιβάλλον αλλά και η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας και ανεξαρτησίας.

Οι βιώσιμες ενεργειακές επενδύσεις εστιάζουν κυρίως σε τέσσερις τομείς που αφορούν στην ανάπτυξη έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), όπως είναι η ηλιακή, η αιολική, η υδροηλεκτρική, η γεωθερμική και η βιομάζα, στην ενεργειακή απόδοση, δηλαδή σε τεχνολογίες και έργα που μειώνουν την κατανάλωση ενέργειας, στην αποθήκευση ενέργειας, όπως είναι οι μπαταρίες αλλά και τα συστήματα υδρογόνου, που επιτρέπουν την αποθήκευση της πλεονάζουσας «πράσινης» ενέργειας και τέλος στα έξυπνα δίκτυα, δηλαδή σε προηγμένα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας που εξισορροπούν προσφορά και ζήτηση με αποτελεσματικότητα. Μέσα σε αυτά μπορεί να περιληφθούν και οι επενδύσεις σε φυσικό αέριο, ως μεταβατικό καύσιμο.

Οι βιώσιμες ενεργειακές επενδύσεις δεν έχουν μόνο περιβαλλοντική διάσταση, αλλά και σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Καταρχάς δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, κυρίως σε τομείς όπως είναι η κατασκευή φωτοβολταϊκών, η εγκατάσταση ανεμογεννητριών και η συντήρηση ενεργειακών συστημάτων. Δεύτερον, εξασφαλίζουν ενεργειακή ανεξαρτησία, μειώνοντας την εξάρτηση από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα. Τρίτον, οδηγούν σταδιακά στη μείωση του ενεργειακού κόστους μακροπρόθεσμα, χάρη στις τεχνολογίες με χαμηλό κόστος λειτουργίας. Τέταρτον θα οδηγήσουν σε βελτίωση της δημόσιας υγείας, κυρίως λόγω του περιορισμού της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι βιώσιμες ενεργειακές επενδύσεις σημειώνουν σημαντική άνοδο. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA), οι επενδύσεις σε ΑΠΕ ξεπέρασαν τα 500 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024. Χώρες όπως η Κίνα, οι ΗΠΑ, αλλά και τα κράτη μέλη της ΕΕ – 27 ηγούνται αυτής της μετάβασης, ενώ νέα χρηματοδοτικά εργαλεία όπως τα πράσινα ομόλογα και οι αειφόρες επενδυτικές πλατφόρμες δίνουν ώθηση στον κλάδο.

Τα δίκτυα

Σύμφωνα με έκθεση της Κομισιόν, η Ελλάδα χρειάζεται περίπου 25 δισ. ευρώ έως το 2040, ήτοι 1,64 δισ. ευρώ/έτος, για να ενισχύσει τις ενεργειακές της υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων διανομής, αποθήκευσης και υδρογόνου. Η επένδυση του ΑΔΜΗΕ στο δεκαετές σχέδιο ανάπτυξης (2025–2034) προβλέπει περί τα 5,5–5,7 δισ. ευρώ, με στόχο τον διπλασιασμό της μεταφορικής ισχύος και ενίσχυση των διασυνδέσεων με Ιταλία, Βουλγαρία, Αλβανία, Κύπρο και Ισραήλ.

Όσον αφορά στα υποθαλάσσια καλώδια ηλεκτρικής διασύνδεσης του ΑΔΜΗΕ, προσφάτως ολοκληρώθηκε η διασύνδεση της Κρήτης με την ηπειρωτική Ελλάδα που αναμένεται να τεθεί σε εμπορική λειτουργία τον Σεπτέμβριο, ενώ προχωρούν και οι διασυνδέσεις των Δυτικών Κυκλάδων με το ηπειρωτικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που θα ολοκληρωθεί το 2026, η γραμμή μεταφοράς 400 kV στην Πελοπόννησο (Ανατολικός Διάδρομος) καθώς και οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις των Δωδεκανήσων και των νησιών του ΒΑ Αιγαίου με Κόρινθο και Εύβοια αντίστοιχα. Επίσης, η αναβάθμιση του ΚΥΤ Κουμουνδούρου που θα αντικαταστήσει το υφιστάμενο ΚΥΤ υπαίθριου τύπου, βρίσκονται σε εξέλιξη.

Το νέο υποθαλάσσιο καλώδιο GRITA 2 ετοιμάζεται για τη σύνδεση Ελλάδας – Ιταλίας (300 χλμ, 1 GW, κόστος περίπου 2 δισ. ευρώ) – ενισχύοντας τη διαθεσιμότητα ηλεκτρικής ενέργειας και ανθεκτικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου. Ακόμη, σε εξέλιξη παραμένουν μεγάλα διεθνή έργα όπως ο EuroAsia (Κύπρος–Ισραήλ–Κρήτη) και ο EuroAfrica (Αίγυπτος–Κύπρος–Κρήτη) τα οποία στοχεύουν σε διασυνδέσεις ισχύος 2 GW, ενώ ωριμάζει και η διασύνδεση με την Αίγυπτο που «τρέχει» ο όμιλος Κοπελούζου.

Παράλληλα, ο ΔΕΔΔΗΕ σχεδιάζει επενδύσεις 3 δισ. ευρώ τα επόμενα 5 χρόνια, συμπεριλαμβανομένων έργων υπογειοποίησης, έξυπνης μέτρησης και αναβάθμισης δικτύων. Σε αυτά περιλαμβάνονται εργα αναβάθμισης μέσης και υψηλής τάσης με προϋπολογισμό 37,2 εκατ. ευρώ, αυξάνοντας δυναμικότητα 725 MVA σε υποσταθμούς σε όλη τη χώρα.

Ανάπτυξη ΑΠΕ

Όσον αφορά στις ΑΠΕ, με την εντυπωσιακή ανάπτυξή τους, η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στην πρωτοπορία της πράσινης μετάβασης στην Ευρώπη. Ωστόσο, αυτή η ανοδική πορεία δεν είναι χωρίς εμπόδια, καθώς οι όροι σύνδεσης στο δίκτυο μεταφοράς και διανομής ενέργειας αποτελούν σοβαρό «φραγμό» για πολλούς επενδυτές και μικρότερους παραγωγούς. Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί:

  • Πάνω από 55% της ηλεκτροπαραγωγής στο διασυνδεδεμένο σύστημα το 2024 προήλθε από ΑΠΕ (αιολικά, φωτοβολταϊκά και υδροηλεκτρικά).
  • Ο στόχος για το 2030 είναι το 80% της παραγωγής ρεύματος να προέρχεται από ΑΠΕ, σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).
  • ήδη στο τέλος του 2024 είχαν εγκατασταθεί 15 GW (γιγαβάτ) ΑΠΕ εκ των οποίων 5,5 GW αιολικά και τα υπόλοιπα φωτοβολταϊκά. Μόνο το 2024 εγκαταστάθηκαν 2,5 GW φωτοβολταϊκά. Τους πρώτους μήνες του 2025 προστέθηκε επιπλέον 1 GW φωτοβολταϊκών, ενώ στο τέλος της χρονιάς η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 3 GW. Όσον αφορά έργα τα υπό ανάπτυξη, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 8.000 με 9.000 MW φωτοβολταϊκών έναντι 1.500 με 2.000 MW αιολικών.

Παρά την πρόοδο, η μεγαλύτερη πρόκληση δεν είναι πλέον η τεχνολογία ή η χρηματοδότηση, αλλά οι όροι σύνδεσης στο δίκτυο. Ειδικότερα, στα βασικά προβλήματα περιλαμβάνονται τα κορεσμένα δίκτυα καιο ανεπαρκής ηλεκτρικός χώρος καθώς η πλειονότητα των περιοχών στην Ελλάδα τα δίκτυα έχουν φτάσει   στο όριο της μεταφορικής τους ικανότητας. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να δεχτούν νέες μονάδες ΑΠΕ, ακόμα κι αν αυτές είναι ώριμες και χρηματοδοτημένες, γεγονός που έχει οδηγήσει τις αρμόδιες αρχές να συζητούν αναστολή χορήγησης όρων σύνδεσης.

Επιπλέον, ακόμη και σε περιοχές που δεν είναι κορεσμένες, η διαδικασία λήψης όρων σύνδεσης είναι συχνά χρονοβόρα γεγονός που μπορεί να καθυστερεί την υλοποίηση έργων ακόμα και κατά 2 ή 3 χρόνια.

Αποθήκευση ενέργειας

Λύση αναμένεται να δώσει - εκτός από τις επενδύσεις στην   επέκταση και ψηφιοποίηση των δικτύων -   η προώθηση της αποθήκευσης ενέργειας ώστε οι ΑΠΕ να μπορούν να εντάσσονται στο δίκτυο πιο ομαλά, μειώνοντας την ανάγκη για «σκληρούς» όρους σύνδεσης.

Έτσι, η χώρα έχει αρχίσει να επενδύει σταδιακά και σε συστήματα αποθήκευσης (μπαταρίες, αντλησιοταμίευση), ώστε να δίνεται η δυνατότητα εξομάλυνσης των φορτίων (load balancing), αξιοποίησης της υπερπαραγωγής ΑΠΕ, αντί να χάνεται, μείωσης της εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα και συμμετοχή στην ευελιξία της αγοράς ενέργειας. Η Ελλάδα σήμερα διαθέτει μόνο 700 MW σε μονάδες   αντλησιοταμίευσης   της ΔΕΗ. Ωστόσο, η ανάγκη για αποθήκευση «μεταφράζονται» σε τουλάχιστον 8 GW αποθηκευτικής ισχύος έως το 2030, εκ των οποίων τα 3,1 GW έχουν ήδη δρομολογηθεί. Ήδη οι μεγάλοι εγχώριοι ενεργειακοί «παίκτες» επενδύουν  δυναμικά στον τομέα όπως η ΔΕΗ, η Mytilineos, η TERNA Energy και η HELLENiQ Energy. Άλλωστε, η αποθήκευση ενέργειας δεν είναι πλέον «πολυτέλεια» ή τεχνολογικό πείραμα. Αποτελεί αναγκαία υποδομή για να αξιοποιήσουμε πλήρως τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, να εξασφαλίσουμε ενεργειακή αυτονομία και να επιταχύνουμε την πράσινη μετάβαση.

Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η παγκόσμια προσπάθεια για απανθρακοποίηση της ενέργειας μπορεί να βασίζεται στην σταδιακή απόσυρση των ρυπογόνων καυσίμων και την ενίσχυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) ωστόσο το φυσικό αέριο έχει αναδειχθεί ως το κυρίαρχο μεταβατικό καύσιμο – μια ενδιάμεση λύση που συνδυάζει ευελιξία, χαμηλότερες εκπομπές σε σχέση με τον λιγνίτη και άμεση διαθεσιμότητα.

Γενικότερα, οι βιώσιμες ενεργειακές επενδύσεις αποτελούν όχι μόνο περιβαλλοντική ανάγκη, αλλά και οικονομική ευκαιρία. Καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται και η κοινωνική συνείδηση αυξάνεται, η στροφή προς ένα καθαρότερο, αποδοτικότερο και δικαιότερο ενεργειακό μέλλον γίνεται πιο επιτακτική από ποτέ. Η Ελλάδα, με το υψηλό ηλιακό και αιολικό δυναμικό της, μπορεί να πρωτοστατήσει σε αυτή την παγκόσμια προσπάθεια.

www.worldenergynews.gr