Η χρονική δέσμευση των 6 ετών για τη μη απόλυση των εργαζομένων στις τρεις πωλούμενες λιγνιτικές μονάδες της Μεγαλόπολης και της Μελίτης, που νομοθέτησε η κυβέρνηση, αποτέλεσε τη βάση της διαπραγματευτικής τακτικής που ακολουθούν υποψήφιοι επενδυτές για τη διεκδίκηση κινήτρων από τη ΔΕΗ, προκειμένου να υποβάλλουν «λογικές προσφορές».
Το αποτέλεσμα ήταν να εγείρουν ζητήματα βιωσιμότητας των μονάδων έχοντας κάνει μάλιστα και ασκήσεις προσομοίωσης των μονάδων με τη συμμετοχή τους στην εγχώρια αγορά. Με το υφιστάμενο σύστημα λειτουργίας (pool) είδαν ακόμη, λένε οι ίδιες πληροφορίες, ότι η ΔΕΗ παρά την απώλεια του 40% της λιγνιτικής της παραγωγής να μπορεί να διατηρεί τη δυνατότητα της διαμόρφωσης χαμηλών τιμών ώστε να εντάσσονται στο σύστημα πρώτα οι δικές της μονάδες.
Έτσι, στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για SPA, κάποιοι εκ των θερμών διεκδικητών των μονάδων πρότειναν στη ΔΕΗ ένα είδος συνεκμετάλευσης για έξι χρόνια, όπου βεβαίως δεν θα εμπλέκεται η ΔΕΗ στο management των εταιρειών ή στη διαχείριση των μονάδων, θα έχει όμως συμμετοχή στα αποτελέσματα, καλά ή κακά.
Η χρονική διάρκεια των έξι χρόνων δεν είναι τυχαία. Ταυτίζεται με το χρόνο κατά τον οποίο οι νέοι ιδιοκτήτες θα είναι δεσμευμένοι σχετικά με τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και των εργασιακών σχέσεων.
Πρέπει δε να αναφερθεί ότι η ΔΕΗ είχε ήδη περιλάβει στους όρους του SPA, τον όρο να εισπράττει η ίδια για έξι χρόνια το 30% των ΑΔΙ, στην περίπτωση που επιτευχθεί η ένταξη των συγκεκριμένων λιγνιτικών μονάδων στο μόνιμο μηχανισμό επέρκειας ισχύος.
Στην ίδια λογική, λένε οι πληροφορίες, κάποιοι τουλάχιστον εκ των υποψηφίων πρότειναν στην ΔΕΗ να "μοιραστεί" το ρίσκο μαζί τους, δηλαδή να συμμετέχει με ένα ποσοστό στις πιθανές ζημιές και φυσικά και στα πιθανά κέρδη για διάστημα έξι χρόνων.
Δηλαδή, σύμφωνα με την πρόταση αυτή, θα υπάρξει ένα αρχικό τίμημα που θα πάρει η ΔΕΗ για την εξαγορά. Στη συνέχεια, και για μια εξαετία, (κατά την οποία θα υπάρχουν οι γνωστές δεσμεύσεις στα εργασιακά), εάν υπάρχουν θετικές εξελίξεις (ΑΔΙ, κόστη CO2, κέρδη κλπ) η ΔΕΗ θα παίρνει επιπλέον χρήματα. Αν όμως υπάρχουν αρνητικές εξελίξεις, θα συμμετέχει και η ίδια στις ζημιές.
Στο σχετικό αίτημα δεν έχει απαντήσει η δημόσια επιχείρηση.
Οι μονάδες, σύμφωνα με τους «μνηστήρες», σήμερα γράφουν ζημιές. Επιπλέον θα αντιμετωπίζουν το υψηλό κόστος των δικαιωμάτων CO2αλλά και τον άνισο ανταγωνισμό της ΔΕΗ στην παραγωγή. Και εκτός από αυτά τα προβλήματα μερίδα των επενδυτών εντόπισαν και ασάφειες αναφορικά με το εργασιακό κόστος.
Πιο συγκεκριμένα, πηγές του energypress, λένε ότι δεν είναι ξεκάθαρο αν ο νέος επενδυτής έχει απαγορευτικό και στην απόλυση των εργαζομένων εκείνων που ενώ θα έχουν πιάσει τα όρια συνταξιοδότησης εντός της εξαετίας, ενδεχομένως να μη θελήσουν να αποχωρήσουν. Η ΔΕΗ δεν έχει αποσαφηνίσει τα σχετικά ερωτήματα διεκδικητών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία τους, περίπου 400 με 450 εργαζόμενοι εκ των 1.100 στον λιγνιτικό σταθμό της Μεγαλόπολης, φτάνουν εντός της εξαετίας τα συνταξιοδοτικά όρια. Πληροφορίες θέλουν, επενδυτές να έχουν αποτιμήσει την επίπτωση σε ενδεχόμενο που κανείς τους δεν αποχωρήσει στα 100 εκατ. ευρώ.
Οι «μνηστήρες» προβλέπουν επίσης πως είναι πολύ πιθανόν εργαζόμενοι των μονάδων αυτών να επιθυμούν την παραμονή τους στο νέο εργασιακό περιβάλλον, αφού για παράδειγμα θα ανακτήσουν τον 13ο και 14ο μισθό που έχασαν λόγω του δημόσιου χαρακτήρα της επιχείρησης.
Στο δια ταύτα, το «παζάρι» μεταξύ ΔΕΗ και υποψηφίων αγοραστών έχει μπει στην τελική ευθεία. Οι τελευταίοι ευρισκόμενοι μάλλον σε πλεονεκτική διαπραγματευτική θέση έναντι της δημόσιας εταιρίας, η οποία επιδιώκει παντοιοτρόπως την αποεπένδυση, επιδιώκουν οι όροι της συμφωνίας να είναι τέτοιοι ώστε να δημιουργούν προϋπόθέσεις βιωσιμότητας και συνεπώς να έχει νόημα να επενδύσει κάποιος.
Μάλιστα οι Έλληνες συμμετέχοντες στον διαγωνισμό θέλουν την ευόδωσή του. Όπως αναφέρουν ορισμένοι εξ αυτών αν αυτός δεν καταλήξει με την πώληση της Μελίτης και της Μεγαλόπολης, τότε η Κομισιόν είναι πιθανόν να ανοίξει τον φάκελο της πώλησης των υδροηλεκτρικών σταθμών. Σε ένα τέτοιο σενάριο, το ενδιαφέρον θα είναι μεγαλύτερο αλλά από πολύ ισχυρότερους παίκτες και κυρίως Ευρωπαίους. Τότε τα δεδομένα στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού θα ανατραπούν και ιδίως ως προς την θέση των ελληνικών εταιριών.