Κλοπή στις αντλίες, νοθεία, και απουσία ελέγχων, συνεχίζουν να συνθέτουν το σημερινό τοπίο της αγοράς, με αποτέλεσμα το λαθρεμπόριο στα καύσιμα, να φτάνει ως και τα 250 εκατ. ευρώ το χρόνο, σύμφωνα με τον επικεφαλής του κλαδικού οργάνου των εταιρειών πετρελαιοειδών, Ρ.Καραχάννας.
Σε αυτή την αγορά, όπου τη τελευταία δεκαετία η φορολογία στο πετρέλαιο θέρμανσης έχει εκτιναχθεί από τα 21 ευρώ στα 280 ευρώ ο τόνος, ο συνολικός τζίρος έχει μειωθεί κατά 600 εκατ. ευρώ, έχουν κλείσει 3.000 πρατήρια, και η ετήσια κατανάλωση σε όγκους μειώθηκε κατά 40%, από 11,4 εκατ. τόνους, στα 6,9 εκατ. τόνους, το λαθρεμπόριο δείχνει να χαίρει πλήρους ασυλίας.
Στο ίδιο έργο θεατές εδώ και χρόνια, όσοι παρακολουθούν την αγορά καυσίμων, γνωρίζουν ότι καθυστερεί ακόμη να τεθεί σε εφαρμογή το σύστημα εισροών-εκροών, που ενώ έχει κοστίσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους, εντούτοις δεν έχει ενεργοποιηθεί ακόμη πλήρως από την ΑΑΔΕ, ούτε και εφαρμόζεται σε όλη την αλυσίδα διακίνησης καυσίμων, μαζί με πλειάδα άλλων εκκρεμοτήτων.
Από την ολοκλήρωση της υπογραφής των δεξαμενών, έως την έκδοση υπουργικής απόφασης για το σύστημα εισροών-εκροών στις φορολογικές αποθήκες για τον τρόπο, χρόνο, είδος και συχνότητα αποστολής των δεδομένων στη ΓΓΠΣ, και τον καθορισμός διαδικασίας για τον άμεσο χειρισμό από τις περιφέρειες, το σύστημα μπάζει από πολλές μεριές.
Σε αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς το γεγονός ότι αγνοούνται τα GPS στα βυτιοφόρα, αφού εκκρεμεί η έκδοση απόφασης για τον καθορισμό των προδιαγραφών, της διαδικασίας και των λεπτομερειών εγκατάστασης, όπως και η διαδικασία αποστολής των δεδομένων στη ΓΓΠΣ. Το ίδιο ισχύει για την έκδοση απόφασης εφαρμογής του συστήματος εισροών-εκροών σε όλους τους τομείς της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπως ελεύθερες αποθήκες εταιρειών, αποθήκες μεγάλων καταναλωτών, παραγωγών ή διακινητών βιοκαυσίμων, πρατηρίων σε μαρίνες, χώρους στάθμευσης οχημάτων (πούλμαν, μεταφορικές εταιρείες, κ.ά.), καθώς και ΚΤΕΛ με αποθηκευτικές εγκαταστάσεις.
Είναι επομένως φυσιολογικό επακόλουθο τα κυκλώματα λαθρεμπορίου να δρουν ανενόχλητα, όπως σημείωσε σε χθεσινή παρουσίαση για τις εξελίξεις της αγοράς, ο επικεφαλής του Συνδέσμου Εμπορίας Εταιρειών Πετρελαιοειδών Ρ.Καραχάννας, υπολογίζοντας τον ετήσιο τζίρο τους, από 120-125 εκατ ευρώ με βάση τις πολύ συντηρητικές εκτιμήσεις, έως και πάνω από τα 250 εκατ. ευρώ.
Τα ποσά υπολογίζονται ως εξής : Το 2017, η συνολική κατανάλωση καυσίμων ανήλθε σε 6,9 εκατ τόνους, εκ των οποίων 2,33 εκατ οι βενζίνες, 2,55 εκατ τόνοι το ντίζελ κίνησης και 1,17 εκατ. τόνοι το πετρέλαιο θέρμανσης. Κάθε ένας από τους παραπάνω τύπους καυσίμων έχει και διαφορετικό φόρο, στο ντίζελ είναι 410 ευρώ / τόνος και στο θέρμανσης 280 ευρώ/ τόνος.
Αν λάβει κανείς υπόψιν τα ευρήματα που συνέλεξε από πρατήρια η ΑΑΔΕ για το διάστημα Ιανουαρίου-Αυγούστου 2018, σύμφωνα με τα οποία, το 10,1% είναι μη κανονικό, τότε και με δεδομένο ότι το 89,5% αυτών αφορά τελωνειακές παραβάσεις, προκύπτει ότι το λαθρεμπόριο ισούται με 624.000 τόνων.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι αν είχε γίνει πρόσμιξη σε όλη τη παραπάνω ποσότητα, του αφορολόγητου ναυτιλιακού με το ντίζελ, τότε οι λαθρέμποροι θα είχαν ωφεληθεί με 256 εκατ. ευρώ. Αν πάλι αφαιρεθούν οι ποσότητες της βενζίνης, τα νούμερα χαμηλώνουν, και το λαθρεμπόριο διαμορφώνεται στα 123 εκατ. ευρώ.
Αν ωστόσο προσμετρήσει κανείς και τους όγκους που προσελκύει το λαθρεμπόριο, δεν αποκλείεται τα παραπάνω νούμερα να είναι πιθανότατα πολύ μεγαλύτερα.
Σε αυτή την αγορά, όπου τη τελευταία δεκαετία η φορολογία στο πετρέλαιο θέρμανσης έχει εκτιναχθεί από τα 21 ευρώ στα 280 ευρώ ο τόνος, ο συνολικός τζίρος έχει μειωθεί κατά 600 εκατ. ευρώ, έχουν κλείσει 3.000 πρατήρια, και η ετήσια κατανάλωση σε όγκους μειώθηκε κατά 40%, από 11,4 εκατ. τόνους, στα 6,9 εκατ. τόνους, το λαθρεμπόριο δείχνει να χαίρει πλήρους ασυλίας.
Στο ίδιο έργο θεατές εδώ και χρόνια, όσοι παρακολουθούν την αγορά καυσίμων, γνωρίζουν ότι καθυστερεί ακόμη να τεθεί σε εφαρμογή το σύστημα εισροών-εκροών, που ενώ έχει κοστίσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους, εντούτοις δεν έχει ενεργοποιηθεί ακόμη πλήρως από την ΑΑΔΕ, ούτε και εφαρμόζεται σε όλη την αλυσίδα διακίνησης καυσίμων, μαζί με πλειάδα άλλων εκκρεμοτήτων.
Από την ολοκλήρωση της υπογραφής των δεξαμενών, έως την έκδοση υπουργικής απόφασης για το σύστημα εισροών-εκροών στις φορολογικές αποθήκες για τον τρόπο, χρόνο, είδος και συχνότητα αποστολής των δεδομένων στη ΓΓΠΣ, και τον καθορισμός διαδικασίας για τον άμεσο χειρισμό από τις περιφέρειες, το σύστημα μπάζει από πολλές μεριές.
Σε αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς το γεγονός ότι αγνοούνται τα GPS στα βυτιοφόρα, αφού εκκρεμεί η έκδοση απόφασης για τον καθορισμό των προδιαγραφών, της διαδικασίας και των λεπτομερειών εγκατάστασης, όπως και η διαδικασία αποστολής των δεδομένων στη ΓΓΠΣ. Το ίδιο ισχύει για την έκδοση απόφασης εφαρμογής του συστήματος εισροών-εκροών σε όλους τους τομείς της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπως ελεύθερες αποθήκες εταιρειών, αποθήκες μεγάλων καταναλωτών, παραγωγών ή διακινητών βιοκαυσίμων, πρατηρίων σε μαρίνες, χώρους στάθμευσης οχημάτων (πούλμαν, μεταφορικές εταιρείες, κ.ά.), καθώς και ΚΤΕΛ με αποθηκευτικές εγκαταστάσεις.
Είναι επομένως φυσιολογικό επακόλουθο τα κυκλώματα λαθρεμπορίου να δρουν ανενόχλητα, όπως σημείωσε σε χθεσινή παρουσίαση για τις εξελίξεις της αγοράς, ο επικεφαλής του Συνδέσμου Εμπορίας Εταιρειών Πετρελαιοειδών Ρ.Καραχάννας, υπολογίζοντας τον ετήσιο τζίρο τους, από 120-125 εκατ ευρώ με βάση τις πολύ συντηρητικές εκτιμήσεις, έως και πάνω από τα 250 εκατ. ευρώ.
Τα ποσά υπολογίζονται ως εξής : Το 2017, η συνολική κατανάλωση καυσίμων ανήλθε σε 6,9 εκατ τόνους, εκ των οποίων 2,33 εκατ οι βενζίνες, 2,55 εκατ τόνοι το ντίζελ κίνησης και 1,17 εκατ. τόνοι το πετρέλαιο θέρμανσης. Κάθε ένας από τους παραπάνω τύπους καυσίμων έχει και διαφορετικό φόρο, στο ντίζελ είναι 410 ευρώ / τόνος και στο θέρμανσης 280 ευρώ/ τόνος.
Αν λάβει κανείς υπόψιν τα ευρήματα που συνέλεξε από πρατήρια η ΑΑΔΕ για το διάστημα Ιανουαρίου-Αυγούστου 2018, σύμφωνα με τα οποία, το 10,1% είναι μη κανονικό, τότε και με δεδομένο ότι το 89,5% αυτών αφορά τελωνειακές παραβάσεις, προκύπτει ότι το λαθρεμπόριο ισούται με 624.000 τόνων.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι αν είχε γίνει πρόσμιξη σε όλη τη παραπάνω ποσότητα, του αφορολόγητου ναυτιλιακού με το ντίζελ, τότε οι λαθρέμποροι θα είχαν ωφεληθεί με 256 εκατ. ευρώ. Αν πάλι αφαιρεθούν οι ποσότητες της βενζίνης, τα νούμερα χαμηλώνουν, και το λαθρεμπόριο διαμορφώνεται στα 123 εκατ. ευρώ.
Αν ωστόσο προσμετρήσει κανείς και τους όγκους που προσελκύει το λαθρεμπόριο, δεν αποκλείεται τα παραπάνω νούμερα να είναι πιθανότατα πολύ μεγαλύτερα.