Οι κλάδοι της ενέργειας, των logistics και του τουρισμού είναι στρατηγικοί για την ελληνική οικονομία και έχουν μεγάλη δυναμική ανάπτυξης και μαζί με άλλους εξωστρεφείς τομείς, θα συμβάλλουν στην αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης.
Αυτό επισημαίνει μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank με τίτλο: «Ενέργεια, Logistics,
Τουρισμός: Προοπτικές των Κλάδων, Επενδυτικά Σχέδια σε Εξέλιξη και Συνεισφορά τους στο ΑΕΠ», την οποία υπογράφει και διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας, Φωκίων Καραβίας.
Τουρισμός: Προοπτικές των Κλάδων, Επενδυτικά Σχέδια σε Εξέλιξη και Συνεισφορά τους στο ΑΕΠ», την οποία υπογράφει και διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας, Φωκίων Καραβίας.
Κλάδοι οι οποίοι παρουσιάζουν -πραγματικό ή και δυνητικό – συγκριτικό πλεονέκτημα για την ελληνική οικονομία, συμβάλλουν στην αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης, καθώς είναι εξαγωγικοί τομείς ή τομείς που υποκαθιστούν εισαγωγές, και δημιουργούν οικονομίες κλίμακας και φάσματος με άλλες εξαγωγικές δραστηριότητες.
Παρότι και άλλοι τομείς μπορούν να αποτελέσουν μέρος του νέου προτύπου εξειδίκευσης και παρουσιάζουν δυναμισμό (πχ. μεταποίηση), οι συγκεκριμένοι τρεις κλάδοι έχουν ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον επενδυτών, είτε διερευνητικό είτε υλοποιημένο. Υπό την προϋπόθεση της βελτίωσης της εμπιστοσύνης στην οικονομική πολιτική και της μείωσης της αβεβαιότητας, αυτό το ενδιαφέρον μπορεί να μεταφραστεί σε σημαντικού μεγέθους νέες άμεσες επενδύσεις που θα αλλάξουν εντελώς το οικονομικό τοπίο.
Στη μελέτη αναφέρεται ότι, η ελληνική οικονομία, χρειάζεται μια καθαρή αύξηση του κεφαλαιακού της αποθέματος κατά 86 δισ. ευρώ σε τιμές 2010, μόνο για να φτάσει στα επίπεδα του 2010. Επιπλέον, η σύνθεση των επενδύσεων πρέπει να αλλάξει με ενίσχυση των επενδύσεων σε εξοπλισμό, υποδομές και έρευνα & ανάπτυξη, οι οποίες έχουν μεγαλύτερη πολλαπλασιαστική επίπτωση στο ΑΕΠ και είναι απαραίτητες για την στροφή προς την οικονομία της γνώσης.
Συνολικά, απαιτείται διατηρήσιμη αύξηση όλων των συνιστωσών των επενδύσεων, κατ’ ελάχιστον στα επίπεδα του μέσου όρου της Ευρωζώνης ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Ειδικότερα για τον κλάδο της ενέργειας στη μελέτη επισημαίνεται ότι συνεισφέρει το 2,7% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) της ελληνικής οικονομίας, εξαιρουμένων των δραστηριοτήτων χονδρικού και λιανικού εμπορίου.
Ωστόσο, η δυνητική του συνεισφορά είναι πολλαπλάσια. Η συνεχιζόμενη απελευθέρωση της χονδρικής και λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και
φυσικού αερίου, η στρατηγική γεωγραφική θέση της χώρας, η διαθεσιμότητα ανανεώσιμων και ορυκτών πηγών και οι ανακαλύψεις πεδίων φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο δημιουργούν σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες.
φυσικού αερίου, η στρατηγική γεωγραφική θέση της χώρας, η διαθεσιμότητα ανανεώσιμων και ορυκτών πηγών και οι ανακαλύψεις πεδίων φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο δημιουργούν σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες.
Η ενέργεια αποτελεί στρατηγικό καταλύτη για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας καθόσον συνδέεται με μεγάλα επενδυτικά έργα υποδομής (αγωγοί, λιμένες, μονάδες παραγωγής ενέργειας, εγκαταστάσεις αποθήκευσης), έχει ζωτική συμβολή στο κόστος της παραγωγής και δημιουργεί θετικές οικονομίες κλίμακας και φάσματος για άλλους τομείς.
Σημαντικά έργα και σχέδια έργων που αναφέρονται στην Μελέτη είναι τα εξής:
Διαδριατικός Αγωγός φυσικού αερίου (TAP), Διασυνδετήριος Αγωγός Ελλάδας – Βουλγαρίας (IGB), Πλωτός τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη, Διασυνδετήριος Αγωγός Ελλάδας – Ιταλίας (IGI), Διασυνδετήριος Αγωγός Eastern Mediterranean Pipeline, Ηλεκτρική διασύνδεση των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα, Ηλεκτρική διασύνδεση EuroAsia Interconnector, Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ, νέες αδειοδοτήσεις), Τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου στη Ρεβυθούσα, Μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας Συνδυασμένου Κύκλου (ΘΗΣ) με καύσιμο το φυσικό αέριο στον ‘Αγιο Νικόλαο Βοιωτίας.