Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2022

Eπιβολή πλαφόν και έκτακτης φορολογίας σε ενεργειακές επιχειρήσεις: Οι νομικές παράμεροι (ενωσιακές και εθνικές)

Ύστερα από μια περίοδο έντονων διαβουλεύσεων, οι υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ κατέληξαν στις 30 Σεπτεμβρίου σε πολιτική συμφωνία όσον αφορά την Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας. 



Ο Κανονισμός προβλέπει κοινά μέτρα για τη μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, ανώτατο όριο στα αγοραία έσοδα για τις υποοριακές τεχνολογίες και τη συνεισφορά αλληλεγγύης για τον τομέα των ορυκτών καυσίμων.    

Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά ειδικά τη θέσπιση υποχρεωτικού ανώτατου ορίου στα αγοραία έσοδα που προκύπτουν από την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από αιολική και ηλιακή ενέργεια (ηλιακή θερμική και ηλιακή φωτοβολταϊκή), βιομάζα και λιγνίτη, καθώς επίσης και από τα πυρηνικά και υδροηλεκτρικά εργοστάσια, αυτά θα περιορίζονται βάσει του άρθρου 6 παρ. 1 της Πρότασης Κανονισμού στα 180€/ΜWh. Το ανώτατο όριο εσόδων προβλέπεται ότι θα τεθεί σε ισχύ μετά το διακανονισμό των συναλλαγών, με αποτέλεσμα να μην επηρεάζει άμεσα τις τιμές στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και δεν θα αφορά τα έσοδα που προέρχονται από κυβερνητικά προγράμματα επιδότησης. 

Κρίθηκε μάλιστα, προφανώς όχι επιστημονικά αναντίλεκτα, ότι επειδή η αρχική επενδυτική απόφαση των συμμετεχόντων στην αγορά ελήφθη με βάση την προσδοκία ότι, κατά μέσο όρο, οι τιμές θα ήταν χαμηλότερες από το επίπεδο αυτό κατά τις ώρες αιχμής, ο καθορισμός του ως άνω ανώτατου ορίου συνιστά επίπεδο πολύ υψηλότερο από τις εν λόγω αρχικές προσδοκίες της αγοράς. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι το εν λόγω ποσό αποζημίωσης είναι σταθερά υψηλότερο, συμπεριλαμβανομένου ενός εύλογου περιθωρίου, από το τρέχον σταθμισμένο κόστος της ενέργειας (LCOE) για τις σχετικές τεχνολογίες παραγωγής, δίδοντας τη δυνατότητα στους παραγωγούς στους οποίους επιβάλλεται να καλύπτουν τις επενδυτικές και λειτουργικές τους δαπάνες. 

Εάν τα έσοδα κάποιων παραγωγών υπόκεινται ήδη σε ανώτατα όρια μέσω κρατικών μέτρων, όπως εγγυημένες τιμές αγοράς και αμφίδρομες συμβάσεις επί διαφοράς, προβλέπεται η εξαίρεσή τους από την εφαρμογή του ανώτατου ορίου αγοραίων εσόδων. Ομοίως, το ανώτατο όριο στα αγοραία έσοδα δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε παραγωγούς των οποίων τα αγοραία έσοδα υπόκεινται σε άλλα ρυθμιστικά μέτρα που λαμβάνουν δημόσιες αρχές, βάσει των οποίων τα έσοδα μεταφέρονται απευθείας στους καταναλωτές. 

Σε κάθε δε περίπτωση τα κράτη μέλη δύνανται να διατηρούν ή να θεσπίζουν μέτρα που περιορίζουν περαιτέρω τα αγοραία έσοδα των παραγωγών υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι αναλογικά και αμερόληπτα, δεν θέτουν σε κίνδυνο τα επενδυτικά μηνύματα, εξασφαλίζουν την κάλυψη των επενδυτικών δαπανών, δεν στρεβλώνουν τη λειτουργία των αγορών χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας και είναι εν γένει συμβατά με το ενωσιακό δίκαιο. Ήδη σε αυτό το σημείο οφείλει να επισημανθεί ότι οι προαναφερθείσες νομικές επιταγές και συστολές της επιτρεπόμενης εξειδίκευσης των δυνάμενων να ληφθούν κρατικών μέτρων καθιστούν κάθε άλλο παρά μη υποκείμενη σε ευρύτερο έλεγχο νομιμότητας των ad hoc μέτρων που λαμβάνει κάθε επιμέρους κράτος μέλος και σε συσχέτιση με τη συμβατότητά τους με το ενωσιακό δίκαιο. Δεν θα ήταν συνεπώς ορθό να υποστηριχθεί ότι ο ενωσιακός νομοθέτης δίδει εν προκειμένω «λευκή επιταγή» στα κράτη μέλη, αλλά ότι, αντιθέτως, προβαίνει σε ρητή υπόμνηση της ανάγκης συμβατότητάς τους με υπερκείμενες κανονιστικές επιταγές.  

 Υπενθυμίζεται ότι σε εθνικό επίπεδο με το άρθρο 122 του Ν. 4951/2022 εισήχθη το άρθρο 12Α του νόμου 4425/2016 (Α’185), βάσει του οποίου θεσπίστηκε ο Προσωρινός Μηχανισμός Επιστροφής Μέρους Εσόδων Αγοράς Επόμενης Ημέρας και Ενδοημερήσιας Αγοράς, ο οποίος εφαρμόζεται από 1η Ιουλίου 2022 έως την 1η Ιουνίου 2023. Κατ’ εφαρμογή του Προσωρινού Μηχανισμού παρακρατείται από τον Φορέα Εκκαθάρισης της Αγοράς Επόμενης Ημέρας, την EnExClear, μέρος των εσόδων που δικαιούνται οι Συμμετέχοντες στην Αγορά Επόμενης Ημέρας από τη συμμετοχή τους σε αυτή. Κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 8 της διάταξης αυτής εκδόθηκε η ΥΑ/ ΥΠΕΝ/ΔΗΕ/70248/2434  (ΦΕΚ Β 3517/06.07.2022), η οποία καθορίζει «τη μεθολογία  και το μαθηματικό τύπο, για τον υπολογισμό της διοικητικά καθοριζόμενης μοναδιαίας τιμής για κάθε κατηγορία μονάδων παραγωγής και για τα χαρτοφυλάκια Α.Π.Ε.», δυνάμει της οποίας προβλέφθηκε ότι οι μονάδες ΑΠΕ θα αποζημιώνονται με 85€/MWh.

Περαιτέρω, κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 11 της ίδιας διάταξης, δημοσιεύθηκε η Υπουργική Απόφαση προβλέπουσα επέκταση της επιβολής του πλαφόν ανά τεχνολογία και στις Δημοπρασίες στην Ενδοημερήσια Αγορά, πέρα από την Προημερήσια Αγορά. Το ΥΠΕΝ προχώρησε στην επιβολή του πλαφόν και στην Ενδοημερήσια Αγορά. Με την εν λόγω επέκταση του πλαφόν σκοπείται η εξομοίωση των συναλλακτικών συνθηκών και στις δύο αγορές και εξαλείφεται το κίνητρο «μεταφοράς» φορτίων από την Προημερήσια στην Ενδοημερήσια Αγορά. 

Όσον αφορά την περίοδο από 1η Οκτωβρίου 2021 έως και την 30η Ιουνίου 2022, προβλέφθηκε η επιστροφή των «απροσδόκητων κερδών» (windfall profits) από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, δυνάμει έκτακτης εισφοράς που τους επιβλήθηκε δυνάμει του άρθρου 37 του Ν. 4936/2022, όπως αυτή εξειδικεύθηκε με την ΥΑ/ΥΠΕΝ/ΔΗΕ/87027/2890 (ΦΕΚ Β΄ 4658/05.09.2022). Εν προκειμένω ο υπολογισμός γίνεται με την εφαρμογή συντελεστή 90% επί της θετικής διαφοράς του Μικτού Περιθωρίου Κέρδους του υπόχρεου, μεταξύ του μήνα εξέτασης και του ίδιου μήνα του προηγουμένου έτους, σταθμισμένης με το Ποσοστό των Συμβάσεων Προμήθειας Σταθερής Τιμής και αφαιρουμένων εκπτώσεων σε τελικούς καταναλωτές και επιστροφών, δυνάμει Διμερών Συμβάσεων Αγοραπωλησίας Ηλεκτρικής Ενέργειας. Αν και δεν εδώ η κατάλληλη θέση για μια εκτενή κριτική αποτίμηση της προαναφερόμενης κανονιστικά θεσπιζόμενης μεθοδολογίας, ας επισημανθεί ότι ιδίως η λειτουργική της ένθεση στο συνολικότερο πλαίσιο ρύθμισης του τελευταίου χρονικού διαστήματος, η οποία χαρακτηρίζεται από σωρευτικές παρεμβάσεις συζητήσιμης συστηματικής συνοχής, μπορεί να οδηγεί σε νομικά προβληματικές διευθετήσεις και επιβαρύνσεις. 

Περαιτέρω, με πρόσφατες επίσημες ανακοινώσεις εκ μέρους του ΥΠΕΝ, δεν αποκλείεται η ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο να εξαιρεθεί του πλαφόν που όριζε ο εγχώριος μηχανισμός υπερεσόδων. Ωστόσο,  πρόκειται να τους επιβληθεί τέλος 10 ευρώ/MWh. Επίσης, πρόκειται να επιβληθεί έκτακτη φορολόγηση στα λεγόμενα υπερκέρδη των διυλιστηρίων και της ΔΕΠΑ. Εφόσον οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις, βάσει και του νέου ευρωπαϊκού κανονισμού, έχουν αύξηση κερδών πάνω από 20% σε σχέση με την τετραετία 2018-2021 τότε αυτό το μέρος των κερδών θα φορολογηθεί με 33%. Η φορολόγηση αυτή θα αφορά τα οικονομικά αποτελέσματα του 2022, χωρίς να αποκλείεται η επέκταση του μέτρου και για τα οικονομικά αποτελέσματα του 2023.  Παράλληλα, προωθείται η δημιουργία ενός νέου μηχανισμού παρακράτησης των υπερεσόδων των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας αντίστοιχου με εκείνου των ηλεκτροπαραγωγών.  

Οι ως άνω αναλυτικώς περιγραφόμενες πυκνές, διαδοχικές κανονιστικές παρεμβάσεις του νομοθέτη κατ’ ουσίαν στο σύνολο της ενεργειακής αγοράς υπαγορεύονται από μια θεμιτή και επιβεβλημένη τελολογία, η οποία συνίσταται στη συλλογή εσόδων για την υπέρβαση της μείζονος ενεργειακής κρίσης τιμών που σοβεί επί του παρόντος και πλήττει δριμύτατα τους καταναλωτές. Τούτο εντούτοις δεν σημαίνει ότι η επιδίωξη μιας θεμιτής τελολογίας θωρακίζει ταυτόχρονα την ad hoc διαμόρφωση των θεσπιζομένων μέτρων από έλεγχο συμβατότητας με υπερκείμενες νομικές αρχές και διατάξεις του εθνικού και ενωσιακού δικαίου.

Τούτο, σε συνδυασμό με τον εγγενώς ευαίσθητο χαρακτήρα των ενεργειακών επενδύσεων, συνηγορεί υπέρ της ανάγκης μείζονος προσοχής κατά την εξειδίκευση των λαμβανόμενων μέτρων με προσεκτική αποτίμηση των άμεσων αλλά και μεσοπρόθεσμων επιπτώσεών τους στην ενεργειακή αγορά. Ειδικώς δε για την επιστημονικά σύνθετη και πολυπαραγοντική προβληματική των windfall profits οφείλει να επισημανθεί ότι κρίσιμη για τη συχνά περίπλοκη και δυσχερή στην πράξη άσκηση του ad hoc εντοπισμού των WPs είναι κάθε φορά η αποτίμηση του τί συνιστά «απροσδόκητο κέρδος», ενώ είναι σαφές ότι κάθε αξιολόγηση περί της συνδρομής WPs δεν μπορεί να είναι γενική και αφηρημένη, αλλά οφείλει να συντελείται ειδικά με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε γεωγραφικής ενεργειακής αγοράς αλλά και των επιμέρους σχετικών αγορών (relevant markets) που την συγκροτούν.