Αποδεικνύει και με το παραπάνω ότι είναι… άξιος κυβερνητικός συνδικαλιστής ο γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ και πρόεδρος της ΔΑΚΕ Νίκος Κιουτσούκης, με τις θέσεις που αναπτύσσει σε άρθρο του στα Παραπολιτικά, σχετικά με το νομοσχέδιο της κυβέρνησης κατά των διαδηλώσεων, το οποίο καταγγέλλει η πλειοψηφία των εργατικών συνδικάτων.
Ο πρόεδρος της ΔΑΚΕ μιλά για… “πληθωρισμό” διαδηλώσεων -λες και υπάρχει ζυγαριά με την οποία κανείς μπορεί να… ζυγίσει πόσες διαδηλώσεις είναι “πολλές” και πόσες “λίγες”- αγνοώντας ως όφειλε καθότι συνδικαλιστές, ότι οι διαδηλώσεις προκύπτουν ως ανάγκη κάποιων θιγόμενων κοινωνικών ομάδων σε χώρους εργασίας, γειτονιές, κ.ο.κ , μιλά για “καταχρηστική και ετσιθελική αντίληψη για το κλείσιμο ων δρόμων” και εν τέλει δικαιώνει την κυβέρνηση και όσα σχεδιάζει σημειώνοντας ότι «βασικά σημεία του νομοσχεδίου τηρούνται, ήδη, από τα Συνδικάτα, όπως ο ορισμός του νομίμου εκπροσώπου-οργανωτή, η παροχή ενημέρωση για τον τόπο συγκέντρωσης και τη διαδρομή της πορείας »
Οι απόψεις του κ. Κιουτσούκη
“Τα συλλαλητήρια και οι πορείες είναι διαχρονικά δομικές και σημαντικές όψεις των δημοκρατικών κοινωνικών αγώνων. Μέσα από το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του «συνέρχεσθαι» περιγράφεται η μαζική ειρηνική συνάθροιση και πορεία ως τρόπος ελεύθερης έκφρασης, συλλογικής διεκδίκησης και διαμαρτυρίας, ανάδειξης και προβολής δίκαιων αιτημάτων.
Χωρίς αμφιβολία, όμως, τα τελευταία αρκετά χρόνια παρατηρείται ένας έντονος «πληθωρισμός» διαδηλώσεων στη βάση μιας καταχρηστικής και ετσιθελικής αντίληψης για το κλείσιμο δρόμων από ολιγομελείς ομάδες ή μεμονωμένα άτομα που συχνά συνοδεύεται με μικρής ή μεγάλης κλίμακας επεισόδια.
Η ταλαιπωρία, η πρόκληση ζημιών και κατ’ επέκταση η αγανάκτηση πολιτών, εργαζομένων και επιχειρηματιών είναι τέτοια που μετατρέπεται σε συλλήβδην αποδοκιμασία, ακόμη και δίκαιων αιτημάτων. Αντί, λοιπόν, για την ενεργοποίηση της κοινωνικής αλληλεγγύης, τροφοδοτείται ο κοινωνικός αυτοματισμός.
Ο εποικοδομητικός περιορισμός της κοινωνικής διαμαρτυρίας έρχεται πρωτίστως μέσα από την ενίσχυση της διαδικασίας του κοινωνικού διαλόγου, που σε όλη τη διάρκεια της μνημονιακής περιπέτειας είχε αποδυναμωθεί και κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Η κοινωνική συνεννόηση και συναίνεση, άλλωστε, είναι η «καύσιμη ύλη» για την υπογραφή του νέου κοινωνικού συμβολαίου που θα οδηγήσει την Πατρίδα μας στην ατραπό της βιώσιμης, ισόρροπης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης.
Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαία η διάκριση αυτών που συμμετέχουν σε μια κινητοποίηση για τη διεκδίκηση των αιτημάτων τους έναντι εκείνων που παρεισφρέουν σε μια διαδήλωση με μόνο στόχο την πρόκληση επεισοδίων ή φθοράς στη δημόσια και ιδιωτική περιουσία.
Βασικά σημεία του νομοσχεδίου τηρούνται, ήδη, από τα Συνδικάτα, όπως ο ορισμός του νομίμου εκπροσώπου-οργανωτή, η παροχή ενημέρωση για τον τόπο συγκέντρωσης και τη διαδρομή της πορείας ενώ υπάρχει πρόβλεψη για ομάδες περιφρούρησης. Το οργανωμένο Συνδικαλιστικό Κίνημα (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, Ομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα, Σωματεία), εξάλλου, έχει αποδείξει έμπρακτα ότι αποδίδει τον δέοντα σεβασμό στην κοινωνικοοικονομική ζωή πολιτών, εργαζομένων και επιχειρηματιών.
Ο καταλογισμός ποινικών και αστικών ευθυνών στον νόμιμο εκπρόσωπο-οργανωτή ως σκέψη και μόνο είναι εντελώς ανεδαφική, όπως και η ανάθεση στην αστυνομία της απόφασης περί πραγματοποίησης ή μη μιας διαμαρτυρίας. Ποιος μπορεί να εκτιμήσει τον αριθμό των διαδηλωτών, ποιος και πως μετράει, ποιος προβλέπει και πιθανολογεί στο ενδεχόμενο τέλεσης επεισοδίων;
Μια δυσλειτουργική αυστηροποίηση του πλαισίου ενέχει σοβαρό κίνδυνο να ενεργοποιηθούν πρακτικές προβοκάτσιας. Βρίσκονται και θα βρίσκονται πάντα στο μυαλό μας οι τρεις εργαζόμενοι της Marfin και το αγέννητο μωρό…
Τέλος, το δίκιο των αιτημάτων δεν μπορεί να κρίνεται μόνο αριθμοκεντρικά. Το δικαίωμα και μη δημοφιλών ομάδων να εκφραστούν κοινοποιώντας μέσω διαμαρτυρίας τις διεκδικήσεις τους είναι αναφαίρετο. Αυτές οι ομάδες σεβόμενες αντίστοιχα και το δικαίωμα των πολιτών στη «μη ταλαιπωρία» δεν θα πρέπει να κλείνουν το σύνολο του δρόμου αλλά μια λωρίδα ώστε να διαδηλώνουν χωρίς να προκαλούν χάος και τα επακόλουθά του.
Οι πορείες και οι διαδηλώσεις επιβάλλεται να προκαλούν συνειρμούς μαζικών διεκδικήσεων και όχι επεισοδίων, έτσι και μόνο έτσι θα πυκνώσουν ακόμη περισσότερο εμπνέοντας την κοινωνία των πολιτών”.