Δίκτυο αγωγών μεταφοράς υδρογόνου συνολικού μήκους 23.000 χλμ που θα αναπτυχθεί σταδιακά έως το 2040, σχεδιάζουν έντεκα ευρωπαϊκές εταιρίες διαχείρισης συστημάτων μεταφοράς αερίου, προσβλέποντας μάλιστα στη μετατροπή και αξιοποίηση μέρους του υφιστάμενου δικτύου φυσικού αερίου.
Στο σχέδιο που παρουσιάστηκε σε διαδικτυακή συνέντευξη τύπου ονομάζεται «Ευρωπαϊκή Ραχοκοκαλιά Υδρογόνου» και σε αυτό μετέχουν οι εταιρίες Enagás, Energinet, Fluxys , Gasunie, GRTgaz, NET4GAS, OGE, ONTRAS, Snam, Swedegas (Nordion Energi), Teréga και η συμβουλευτική εταιρεία Guidehouse.
Το δίκτυο που σχεδιάζεται θα διασχίζει δέκα χώρες και συγκεκριμένα τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Τσεχία, τη Δανία, τη Σουηδία και την Ελβετία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των έντεκα διαχειριστών είναι και οι Snam, Fluxys και Εnagas, που ως γνωστόν είναι οι βασικοί εταίροι στην κοινοπραξία που ελέγχει τον ΔΕΣΦΑ. Ωστόσο στο δίκτυο δεν περιλαμβάνεται επί του παρόντος η Ελλάδα αν και στην τελική φάση του σχεδίου δηλαδή μετά το 2040, προβλέπονται και πιθανές πρόσθετες διαδρομές που περιλαμβάνουν και την Ελλάδα, μέσω του αγωγού αερίου ΤΑΡ, μαζί με πιθανούς διαδρόμους μεταφοράς από τη Βόρεια Θάλασσα (Νορβηγία και Ηνωμένο Βασίλειο), την Ουκρανία, τη Βόρεια Αφρική και τη Ρωσία.
Σύνδεση μελλοντικών κέντρων προσφοράς και ζήτησης
Στόχος του σχεδίου είναι να συνδέσει μελλοντικά κέντρα προσφοράς και ζήτησης υδρογόνου στην Ευρώπη, όπως βιομηχανικά συγκροτήματα, μονάδες δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα και εγκαταστάσεις παραγωγής ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας μεγάλης κλίμακας, συμπεριλαμβανομένων των υπεράκτιων αιολικών πάρκων στη Βόρεια Θάλασσα και των ηλιακών σταθμών παραγωγής ενέργειας στο Νότο της Ευρώπης.
Η κατασκευή μιας τέτοιας υποδομής υδρογόνου εκτιμάται ότι θα διευκολύνει την ανάπτυξη τόσο της παραγωγής όσο και της χρήσης υδρογόνου.
Το κόστος του έργου υπολογίζεται μεταξύ των 27 και 64 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο τιμών οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι το μετριοπαθές σενάριο στηρίζεται στην υπόθεση ότι το 75% του δικτύου θα αποτελείται από μετασκευασμένους υφιστάμενους αγωγούς φυσικού αερίου, οι οποίοι με την πάροδο του χρόνου θα απαξιώνονται καθώς στο μέλλον θα μειώνονται οι όγκοι του μεταφερόμενου φυσικού αερίου.
Το σχέδιο των 11 Διαχειριστών παρουσιάστηκε περίπου δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 8 Ιουλίου για τη στρατηγική του υδρογόνου, στην οποία υπάρχει αναφορά στην ανάγκη δημιουργίας ενός αποκλειστικού δικτύου αγωγών υδρογόνου στο μέλλον.
Σταδιακή ανάπτυξη σε 15 χρόνια
Το δίκτυο υδρογόνου που σχεδιάζουν οι 11 Διαχειριστές προβλέπεται ν’ αναπτυχθεί σταδιακά σε δεκαπέντε χρόνια, ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του 2020:
Το δίκτυο που σχεδιάζεται θα διασχίζει δέκα χώρες και συγκεκριμένα τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Τσεχία, τη Δανία, τη Σουηδία και την Ελβετία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των έντεκα διαχειριστών είναι και οι Snam, Fluxys και Εnagas, που ως γνωστόν είναι οι βασικοί εταίροι στην κοινοπραξία που ελέγχει τον ΔΕΣΦΑ. Ωστόσο στο δίκτυο δεν περιλαμβάνεται επί του παρόντος η Ελλάδα αν και στην τελική φάση του σχεδίου δηλαδή μετά το 2040, προβλέπονται και πιθανές πρόσθετες διαδρομές που περιλαμβάνουν και την Ελλάδα, μέσω του αγωγού αερίου ΤΑΡ, μαζί με πιθανούς διαδρόμους μεταφοράς από τη Βόρεια Θάλασσα (Νορβηγία και Ηνωμένο Βασίλειο), την Ουκρανία, τη Βόρεια Αφρική και τη Ρωσία.
Σύνδεση μελλοντικών κέντρων προσφοράς και ζήτησης
Στόχος του σχεδίου είναι να συνδέσει μελλοντικά κέντρα προσφοράς και ζήτησης υδρογόνου στην Ευρώπη, όπως βιομηχανικά συγκροτήματα, μονάδες δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα και εγκαταστάσεις παραγωγής ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας μεγάλης κλίμακας, συμπεριλαμβανομένων των υπεράκτιων αιολικών πάρκων στη Βόρεια Θάλασσα και των ηλιακών σταθμών παραγωγής ενέργειας στο Νότο της Ευρώπης.
Η κατασκευή μιας τέτοιας υποδομής υδρογόνου εκτιμάται ότι θα διευκολύνει την ανάπτυξη τόσο της παραγωγής όσο και της χρήσης υδρογόνου.
Το κόστος του έργου υπολογίζεται μεταξύ των 27 και 64 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο τιμών οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι το μετριοπαθές σενάριο στηρίζεται στην υπόθεση ότι το 75% του δικτύου θα αποτελείται από μετασκευασμένους υφιστάμενους αγωγούς φυσικού αερίου, οι οποίοι με την πάροδο του χρόνου θα απαξιώνονται καθώς στο μέλλον θα μειώνονται οι όγκοι του μεταφερόμενου φυσικού αερίου.
Το σχέδιο των 11 Διαχειριστών παρουσιάστηκε περίπου δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 8 Ιουλίου για τη στρατηγική του υδρογόνου, στην οποία υπάρχει αναφορά στην ανάγκη δημιουργίας ενός αποκλειστικού δικτύου αγωγών υδρογόνου στο μέλλον.
Σταδιακή ανάπτυξη σε 15 χρόνια
Το δίκτυο υδρογόνου που σχεδιάζουν οι 11 Διαχειριστές προβλέπεται ν’ αναπτυχθεί σταδιακά σε δεκαπέντε χρόνια, ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του 2020:
Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό ως το 2030, ένα «αρχικό» δίκτυο αγωγών μήκους 6.800 χιλιομέτρων θα συνδέσει τοπικές ομάδες παραγωγής και χρήσης υδρογόνου - τις λεγόμενες «κοιλάδες υδρογόνου».
Μέχρι το 2035, ένα πιο εκτεταμένο δίκτυο θα αρχίσει να συνδέει τους καταναλωτές στο κέντρο της Ευρώπης με περιοχές με «άφθονο δυναμικό παραγωγής πράσινου υδρογόνου» - όπως τα ανοικτά αιολικά πάρκα της Δανίας ή τα ηλιακά και αιολικά πάρκα στα νότια της Γαλλίας.
Μέχρι το 2040, προβλέπεται ένα πραγματικό πανευρωπαϊκό δίκτυο, μήκους 22.900 χλμ., το οποίο θα λειτουργεί σε δέκα ευρωπαϊκές χώρες και θα επιτρέπει συνδέσεις με διεθνείς διαδρόμους μεταφοράς ενέργειας. Σε αυτή τη φάση, προβλέπονται και οι πιθανές πρόσθετες διαδρομές που περιλαμβάνουν και την Ελλάδα.
Εφικτή η μεταφορά υδρογόνου
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ομάδα των 11 για το υδρογόνο δεν είναι κλειστή και καλεί και άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες υποδομής φυσικού αερίου να συμμετάσχουν στις ιδέες για περαιτέρω ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τους Διαχειριστές, η μετατροπή των αγωγών για τη μεταφορά υδρογόνου είναι απολύτως εφικτή, παρά τις διαφορές που υπάρχουν. Οι αρχικές συζητήσεις με κατασκευαστικές εταιρείες δείχνουν ότι το κεφαλαιακό κόστος της μετατροπής υφιστάμενων αγωγών αντιστοιχεί σε περίπου 10 με 25% του κόστους κατασκευής νέων αγωγών υδρογόνου.
Μεγαλύτερη είναι η πρόκληση, που σχετίζεται με τους σταθμούς συμπίεσης, οι οποίοι μπορεί να χρειαστεί να αντικατασταθούν πλήρως, λόγω των φυσικών ιδιοτήτων του υδρογόνου, αν και επί του θέματος αυτού διατυπώνονται διαφορετικές απόψεις από τους Διαχειριστές και τους κατασκευαστές συμπιεστών.
Από το συνολικό κόστος εκτιμάται ότι περίπου το 60% της επένδυσης θα αφορά σε έργα για τους αγωγούς και το υπόλοιπο 40% στον εξοπλισμό συμπίεσης.
www.worldenergynews.gr