Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020

Η τιμολόγηση του άνθρακα αποδίδει

Μια νέα μελέτη αποκαλύπτει εμπειρικά δεδομένα που καταδεικνύουν ότι η τιμολόγηση των ανθρακούχων εκπομπών είναι αποτελεσματική εκεί όπου εφαρμόζεται. 



Η μελέτη που είχε επικεφαλής ερευνητές από το Australian National University και το Macquarie University είναι μία από τις πρώτες που αναλύει την εφαρμογή της τιμολόγησης του άνθρακα σε διάφορες χώρες για να συμβάλει στην κατανόηση της αποτελεσματικότητας αυτής της πρακτικής.
Η μελέτη καλύπτει 142 χώρες για το διάστημα μεταξύ των ετών 1997 και 2017, 43 από τις οποίες είχαν υιοθετήσει μια τιμή για τον άνθρακα, είτε ως φόρο άνθρακα είτε ως μηχανισμό ανώτατου ορίου και εμπορίας σε εθνικό ή υπο-εθνικό επίπεδο μέχρι το τέλος του 2017. Οι ερευνητές εστίασαν στις εκπομπές από την ανάφλεξη καυσίμων, που αντιστοιχούν σε περίπου 80% των παγκόσμιων εκπομπών από ανθρώπινη δραστηριότητα.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό της μεθοδολογίας αυτής της μελέτης είναι ότι ελέγχει την επίδραση άλλων πολιτικών που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τους ρυθμούς αύξησης των εκπομπών άνθρακα. Οι πολιτικές που εξετάζονται στη μελέτη περιλαμβάνουν: πρότυπα ενσωμάτωσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δασμοί τροφοδότησης (μια πολιτική που ενθαρρύνει την ανάπτυξη τεχνολογικών ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας), επιδοτήσεις για καύσιμα υδρογονανθράκων, καθαρός φόρος βενζίνης, και άλλα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών και τη χρήση καθαρής ενέργειας.
Η μελέτη συμπεραίνει ότι άλλες πολιτικές όπως οι δασμοί τροφοδότησης και τα πρότυπα ενσωμάτωσης ανανεώσιμων σχετίζονται με μείωση των εκπομπών - μολονότι οι εκτιμήσεις είναι λιγότερο στατιστικά σημαντικές σε σχέση με τις αντίστοιχες της τιμολόγησης του άνθρακα.
Μετά τον έλεγχο και άλλων παραγόντων, οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι οι χώρες με τιμολόγηση άνθρακα παρουσίασαν 2% χαμηλότερα επίπεδα ετήσιας εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα σε σχέση με τις χώρες χωρίς αντίστοιχη τιμολόγηση. Με άλλα λόγια, οι χώρες που αποδίδουν χρηματική τιμή στον άνθρακα κατά μέσο όρο είναι αποτελεσματικότερες στην επιβράδυνση της αύξησης των εκπομπών απ’ ό,τι η χώρες χωρίς αντίστοιχη τιμή. Η μελέτη συμπεραίνει επίσης ότι η αύξηση της τιμής του άνθρακα κατά ένα ευρώ ανά τόμο διοξειδίου του άνθρακα σχετίζεται με μια μέση μείωση της αντίστοιχης ετήσιας αύξησης των εκπομπών κατά περίπου 0,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Πέρα από τις εκτιμήσεις για τον ρυθμό αύξησης, η μελέτη συμπεραίνει ότι οι χώρες που έχουν υιοθετήσει τιμές άνθρακα έχουν συνεπακόλουθα μικρότερα κατά κεφαλήν επίπεδα εκπομπών απ’ ό,τι παρόμοιες χώρες χωρίς τιμές άνθρακα. 
Οι συγγραφείς επίσης επισημαίνουν ότι είναι πιθανό το αποτέλεσμα της τιμολόγησης του άνθρακα επί των μειώσεων των εκπομπών να σχετίζεται με τη διαρροή διοξειδίου του άνθρακα - όπου οι εκπομπές μεταφέρονται σε κράτη χωρίς τιμές άνθρακα από κράτη που ορίζουν τέτοιες τιμές. Οι ειδικοί ως επί το πλείστον συμφωνούν ότι ένας φόρος άνθρακα θα πρέπει να περιλαμβάνει και προσαρμογές ως προς τα σύνορα για να αποφεύγεται η διαρροή των εκπομπών.
Καθώς η τιμολόγηση του άνθρακα συνεχίσει να αναπτύσσεται, η αύξηση των τιμών και η μείωση του κόστους της καθαρής ενέργειας λογικά και θα ωθήσει προς τα κάτω τις ετήσιες εκπομπές. Αυτή η μελέτη παρέχει εμπειρική υποστήριξη στην υιοθέτηση της τιμολόγησης άνθρακα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Μια σοβαρή εθνική στρατηγική για το κλίμα θα περιλαμβάνει και έναν φόρο άνθρακα ως τη βασική πολιτική για την κινητροδότηση της αποτελεσματικής μείωσης των εκπομπών.
*Η Shuting Pomerleau είναι αναλύτρια επί θεμάτων κλιματικής πολιτικής στο Niskanen Center.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 22 Ιουλίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Niskanen Center και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.
(liberal.gr)