Στη δημιουργία ενός περιφερειακού και όχι εθνικού μηχανισμού διαθεσιμότητας ισχύος, φαίνεται ότι προσανατολίζεται η ελληνική κυβέρνηση που συζητά το θέμα με γειτονικές χώρες και με τη Κομισιόν, με τη λογική ότι θα μπορούσε να είναι πιο προσιτός οικονομικά και πιο αποτελεσματικός απ’ ότι ένα αμιγώς εγχώριο σχήμα.
Το σχέδιο, το οποίο πήρε τη περασμένη εβδομάδα ένα πρώτο θετικό σινιάλο από το Συμβούλιο Υπουργών στο Λουξεμβούργο, όπως έγραψε το Energypress (https://energypress.gr/news/sinialo-toy-symboylioy-ypoyrgon-energeias-gia-mihanismoys-diathesimotitas-apo-ta-krati-meli-i) στηρίζεται στη λογική ότι η ΝΑ Ευρώπη χρειάζεται πολύ περισσότερο capacity από φορτία βάσης, το ελληνικό «οικοσύστημα» μονάδων φυσικού αερίου είναι το μεγαλύτερο στη περιοχή, επομένως μπορεί να προσφέρει αυτό που λείπει από τη γειτονιά μας.
«Σε αυτή τη φιλοσοφία, η εξίσωση πάνω στο τραπέζι είναι με ποιο τρόπο θα μπορέσει η Ελλάδα, που ούτως ή άλλως στηρίζει τις ανάγκες των γειτόνων της (Βουλγαρία), να αξιοποιήσει τις νέες μονάδες που έχει και αυτές που δρομολογεί, για να παράσχουν υπηρεσίες ευελιξίας σε όλη τη περιοχή και να αμείβονται για αυτές», όπως εξηγεί συνομιλητής μας με γνώση του ζητήματος.
Σαν άσκηση, παρά τον υψηλό βαθμό δυσκολίας και τα πολλά αναπάντητα ακόμη ερωτήματα - από το ποιος θα πληρώνει ποιον και την αποφυγή «διπλών πληρωμών» μέχρι την ανάγκη να επιλεγεί ο πλέον οικονομικός μηχανισμός για τους καταναλωτές- το σχέδιο φαίνεται να βρίσκει ευήκοα ώτα στις Βρυξέλλες.
Σε ευρωπαικό επίπεδο καθώς και στη Κομισιόν, η συζήτηση που έχει ανοίξει (και με ελληνική πρωτοβουλία) είναι ότι πρέπει πλέον να αρχίσουμε να βλέπουμε σε περιφερειακό και όχι σε εθνικό επίπεδο όλους αυτούς τους ακριβούς μηχανισμούς διαθεσιμότητας ισχύος. Σε χθεσινή του ανάλυση το Green Tank, αναφέρει ότι κατά τη περίοδο 2015-2024, οι CMR κόστισαν στην Ευρωπαική Ενωση 90 δισ ευρώ, εκ των οποίων τη μερίδα του λέοντος απέσπασαν οι μονάδες ορυκτού αερίου (48% ή 43,5 δισ https://energypress.gr/news/green-tank-poioi-plironoyn-kostos-ton-mihanismon-ishyos-ta-paradeigmata-tis-eyropis-kai-oi).
Το πώς θα περάσουμε σε περιφερειακά σχήματα, πώς θα διασφαλιστεί ότι αυτά θα διέπονται από «καθαρές συμφωνίες» για τον καταμερισμό του κόστους - ένα εγχείρημα εξαιρετικά σύνθετο, όπως σημειώνει σε πρόσφατη μελέτη του ο ENTSO-E - είναι θέματα που δεν έχουν απαντηθεί. Σε πρόσφατη μελέτη του ναι μεν αναφέρει ότι «η διασυνοριακή συμμετοχή μπορεί να μειώσει τα κόστη και να ενθαρρύνει τις επενδύσεις τόσο σε εθνική, όσο και σε διασυνοριακή δυναμικότητα», αναδεικνύει ωστόσο και τις δυσκολίες του εγχειρήματος.
ο δεύτερο σινιάλο χθες από τη Κομισιόν
Στο τελευταίο ωστόσο Συμβούλιο Υπουργών στο Λουξεμβούργο ξεκίνησε μια συζήτηση που δείχνει και τη τάση προς την οποία κινούνται τα πράγματα, δηλαδή ότι σε μια διασυνδεδεμένη και συζευγμένη αγορά δεν έχει κανένα νόημα να κτίζει κάθε χώρα το δικό της στόλο μονάδων φυσικού αερίου. Και μετά να ζητά από τη Κομισιόν εθνικό μηχανισμό διαθεσιμότητας ισχύος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε κόστη για τους καταναλωτές.
Συνηγορεί υπέρ των παραπάνω τόσο το προ ημερών θετικό σινιάλο από τους «27» που ζητούν από τη DG Energy να τοποθετηθεί επί της πρότασης για περιφερειακά CRM, όσο και ένα δεύτερο χθεσινό σήμα από τη Κομισιόν. Η Επιτροπή συμπεριέλαβε τους εν λόγω μηχανισμούς στα επιλέξιμα εργαλεία για στήριξη από εθνικούς πόρους σύμφωνα με το νέο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων που συνοδεύει τη Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία (CISAF).
Τα παραπάνω προφανώς μεταθέτουν προς τα πίσω τα αρχικά σχέδια της κυβέρνησης να υποβάλει στη Κομισιόν αίτημα για εθνικό CRM. Το θέμα μάλλον μπαίνει στο ψυγείο και εφόσον η DG Energy πάρει θέση υπέρ των περιφερειακών σχημάτων, η πρόταση θα υποβληθεί στον ENTSO-E και στον ACER, τον οργανισμό συνεργασίας των ευρωπαικών ρυθμιστικών αρχών ενέργειας, προκειμένου να πάρει κι από αυτούς το «πράσινο φως».
Ποιος θα πληρώνει και πόσο - Τα παραδείγματα στην Ευρώπη
Το πώς θα δουλέψει στη πράξη ένα τέτοιο σχήμα, ποιος θα πληρώνει και πόσο, με ποια φόρμουλα, ποιος μηχανισμός θα επιλέγει ώστε οι χώρες της περιοχής να απολαμβάνουν καλές υπηρεσίες με το μικρότερο δυνατό κόστος, όλα αυτά θέλουν πολύ δουλειά.
Ούτε φυσικά έχει αποφασιστεί ποιο μοντέλο θα προκριθεί, προκειμένου οι καταναλωτές να έχουν τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση: Οι μηχανισμοί ισχύος με τα χαμηλότερα κόστη είναι αυτοί των «Στρατηγικών Αποθεμάτων» (Strategic Reserves), όπου οι συμμετέχουσες μονάδες αποσύρονται από την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και άρα παύουν να επηρεάζουν τις τιμές.
Σύμφωνα με τη χθεσινή του ανάλυση του Green Tank, στις χώρες που διαθέτουν Strategic Reserves (Φινλανδία, Γερμανία και Σουηδία), το επιπλέον κόστος ηλεκτρικής ενέργειας λόγω του μηχανισμού είναι 0,06% της ετήσιας μέσης ημερήσιας τιμής στην αγορά χονδρικής της επόμενης μέρας. Στον αντίποδα, σε χώρες με μηχανισμούς αγοράς (Ιρλανδία, Πολωνία, Γαλλία, Ιταλία), η επιβάρυνση κυμαίνεται μεταξύ 1,3% - 4,4%. Δηλαδή 21 με 65 φορές περισσότερο.
Και μια νέα τάση πλέον είναι η στροφή των μηχανισμών διαθεσιμότητας προς τη στήριξη καθαρών μορφών ευελιξίας (μπαταρίες, ΑΠΕ, διασυνδέσεις, απόκριση ζήτησης) με αποτέλεσμα οι αμοιβές τους να φτάσουν αθροιστικά τα 24,6 δισ (Green Tank: Ποιοι πληρώνουν το κόστος των μηχανισμών ισχύος; - Τα παραδείγματα της Ευρώπης και οι επιλογές της Ελλάδας) για τη περίοδο 2015-2024.
Στη Βρετανία για παράδειγμα η στήριξη σε νέα συστήματα μπαταριών το 2025, άγγιξε τα 1,8 GW, αυξημένη κατά 80% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή δημοπρασία. Στην τελευταία περυσινή δημοπρασία της Πολωνίας, από τα συνολικά 12 GW ισχύος που εξασφάλισαν συμβόλαια, τα 2,5 GW αντιστοιχούσαν σε συστήματα μπαταριών. Και στην Ιταλία, στην τελευταία δημοπρασία του 2025, από τα 594 MW νέων μονάδων παροχής ισχύος που κέρδισαν στήριξη, το 95% αφορούσε μπαταρίες.
Το ελληνικό «οικοσύστημα» και οι μεγάλες ανάγκες της ΝΑ Ευρώπης
Σε αυτήν τη λογική, του να μειωθούν και επιμεριστούν τα κόστη για τους καταναλωτές, κινείται το σχέδιο του ΥΠΕΝ για ένα περιφερειακό μηχανισμό, που «παντρεύεται» ενδεχομένως και με ένα γεωπολιτικό πρόσημο που θα ήθελε η κυβέρνηση να έχει η χώρα στη περιοχή.
Στα επόμενα χρόνια θα έχουμε συνολικά τέσσερις μεγάλες νέες μονάδες: Τις υφιστάμενες των TERNA - Motor Oil στη Κομοτηνή και της Metlen στον Αγ. Νικόλαο Βοιωτίας, και τις σχεδιαζόμενες των ΔΕΗ -ΔΕΠΑ -Ομ.Κοπελούζου στην Αλεξανδρούπολη καθώς και των ΔΕΠΑ - Clavenia- Eusif - Volton στη Λάρισα. Επενδύσεις συνολικού ύψους κοντά στα 2 δισ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν σε μια τεράστια ισχύ, πάνω από 3 GW.
Κανείς από τους γείτονες πάνω στο «βαλκανικό» διάδρομο, από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία μέχρι την Ουγγαρία, δεν διαθέτει - ούτε και σχεδιάζει- τόσες πολλές μονάδες αερίου, μια τεχνολογία απαραίτητη για την επάρκεια και τις αυξανόμενες ανάγκες ευελιξίας, δηλαδή την ευστάθεια των «πράσινων» ηλεκτρικών συστημάτων της περιοχής, όταν σβήνει ο ήλιος ή παύει να φυσάει.
Σαν προσέγγιση έχει προφανώς μια πολιτική χροιά, όπως δείχνουν και όσα συμβαίνουν στον ευρωπαϊκό Βορρά. Στη περίπτωση της Πολωνίας που ακούει ότι η Γερμανία θέλει να κτίσει μαζικά νέες μονάδες φυσικού αερίου 20 GW, (για τις οποίες κάποιοι αναλυτές εκτιμούν ότι δύσκολα θα βγάλουν τα λεφτά τους), έχει προτείνει στο Βερολίνο να του παράσχει εκείνη την ενέργεια που χρειάζεται μέσω των πολλών σταθμών άνθρακα που διαθέτει.
Το μήνυμα Στάσση
Στο ίδιο κάδρο μπαίνει και η ανάρτηση τη περασμένη εβδομάδα του επικεφαλής της ΔΕΗ Γιώργου Στάσση που με την ιδιότητα του αντιπροέδρου της Eurelectric, του συνδέσμου που εκπροσωπεί τις εταιρείες ηλεκτρισμού της Ευρώπης, συμμετείχε στο γεύμα εργασίας των υπουργών Ενέργειας.
«…Εργαλεία όπως οι Μηχανισμοί Διαθεσιμότητας Ισχύος (CRMs) μπορούν να βοηθήσουν στη διασφάλιση της επάρκειας και να προωθήσουν μια πιο αποτελεσματική χρήση των πόρων, ενισχύοντας την ευελιξία και ενδυναμώνοντας τη διασυνοριακή συνεργασία», ανέφερε στην ανάρτησή του ο κ. Στάσσης.
Επί της ουσίας, η σφραγίδα της Eurelectric και η θεσμική νομιμοποίηση που αυτή συνεπάγεται για το σχέδιο είναι απαραίτητη. Εχει τη σημασία του το επίσημο σινιάλο της Eurelectric για ένα θέμα, για το οποίο ο ΑΔΜΗΕ κάθε μιας από τις εμπλεκόμενες χώρες θα πρέπει να αποδείξει μέσω μελέτης (National Resource Adequacy Assessment NRAA) ότι υπάρχουν διαπιστωμένα ζητήματα επάρκειας που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια εφοδιασμού. Και που στη συνέχεια ο ENTSO-E θα πρέπει να δώσει την έγκρισή του επί των εθνικών μελετών των εμπλεκομένων χωρών.