Τις επιπτώσεις της πρώτης στην ιστορία απευθείας επίθεσης του Ιράν προς το Ισραήλ «ζυγίζουν» οι αγορές πετρελαίου, που μπορεί να άνοιξαν συγκρατημένα, ωστόσο το ζητούμενο που θα καθορίσει την από εδώ και πέρα πορεία τους, είναι το εύρος της απάντησης του Τελ Αβίβ.
Τα πρώτα σημάδια δείχνουν μια ανακούφιση των επενδυτών για το γεγονός ότι η επίθεση του Ιράν ήταν ελεγχόμενη, δηλαδή τέτοια ώστε να μην αναγκάσει το Ισραήλ να κλιμακώσει, τους Αμερικανούς και τους συμμάχους του να απαντήσουν δυναμικά, και άρα να οδηγήσει σε μια περιφερειακή σύγκρουση.
Στις ασιατικές αγορές που άνοιξαν νωρίς το πρωί, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το μπρεντ διαπραγματεύονταν στο 90,50 δολάρια το βαρέλι, οριακά ανοδικά σε σχέση με τη Παρασκευή, ενώ του αργού (WTI) στα 85,57 δολάρια, δηλαδή ελαφρώς χαμηλότερα.
Το παιχνίδι της αμοιβαίας αποτροπής που παίζεται στη Μ.Ανατολή και τα υπολογισμένα ρίσκα που παίρνουν τουλάχιστον μέχρι τώρα οι πρωταγωνιστές του, παρ’ ότι παίζουν με τη φωτιά, δεν φαίνεται ικανό να πυροδοτήσει ένα ράλι τιμών στο μαύρο χρυσό.
Σίγουρα δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς ότι το τελευταίο μήνα, η τιμή του μπρέντ έχει αυξηθεί κατά 8,5% και κινείται πλέον πάνω από τα 90 δολάρια, ωστόσο για την ώρα οι Κασσάνδρες που έβλεπαν εκτίναξη στα 95 και 100 δολάρια δεν επιβεβαιώνονται.
Τα «μαύρα» σενάρια δεν είναι επί του παρόντος τα επικρατέστερα. Απέχουμε αρκετά ακόμη από ένα νέο κύκλο κλιμάκωσης, που θα είχε ως αποτέλεσμα να διακοπεί ουσιαστικά η προσφορά πετρελαίου από την περιοχή ή ακόμα χειρότερα να κλείσει η Τεχεράνη τα Στενά του Ορμούζ.
Η μέχρι τώρα αντίδραση των αγορών δείχνει ψυχραιμία, καθώς αντιλαμβάνονται ότι το Ιράν έστειλε ένα μήνυμα αποτροπής, «τέσταρε» αντιδράσεις, αλλά και πήρε ένα μήνυμα με την επιβεβαίωση της αποτρεπτικής ισχύος του Ισραήλ και την έμπρακτη στήριξη των συμμάχων του.
Στη πράξη αυτό σημαίνει ότι η όποια ενίσχυση τιμών στο πετρέλαιο αυτές τις πρώτες ώρες και μέρες μετά την επίθεση του Ιράν, θα αποδειχθεί βραχύβια.
Σίγουρα, η αγορά πετρελαίου θα παραμείνει ρευστή, όσο θα εκκρεμεί η απάντηση του Ισραήλ, το εύρος της οποίας θα κρίνει πολλά. Τυχόν όμως ανάλογου ύφους αντίδραση, δηλαδή μια ελεγχόμενη επίθεση, όχι ικανή να πυροδοτήσει περιφερειακή σύγκρουση, θα αφήσει σχεδόν ανεπηρέαστη την αγορά πετρελαίου, εκτιμούν οι αναλυτές. Και θεωρούν καλό σημάδια το γεγονός ότι το Πολεμικό Συμβούλιο του Ισραήλ δεν έλαβε χθες απόφαση για το πώς θα απαντήσει στο Ιράν.
Ένα είναι βέβαιο. Η τιμή του πετρελαίου θα συνεχίσει για καιρό να περιλαμβάνει ένα «ασφάλιστρο» κινδύνου, αφού το παιχνίδι στη Μ.Ανατολή έχει αλλάξει μετά το «σπάσιμο» του ταμπού, δηλαδή την απευθείας επίθεση του Ιράν. Εύκολα μπορεί να γίνει ένα λάθος σε τακτικό επίπεδο, ικανό να ανατρέψει κάθε σχεδιασμό που στηρίζεται σε αυτή την ακροσφαλή διπλωματία.
Ποιός μπορεί να αποκλείσει ότι τώρα που το Ιράν επιτέθηκε απευθείας στο Ισραήλ, η επόμενη φορά δεν θα μπορούσε να είναι πιο επικίνδυνη;
Ακόμη όμως και αν τα πράγματα οδηγηθούν σε απευκταίες εξελίξεις, υπάρξει κλιμάκωση της κρίσης και το Ιράν κλείσει τα Στενά του Ορμούζ, και πάλι ο ΟPEC+ έχει πολύ μεγάλα περιθώρια, έτσι ώστε να αυξήσει την παραγωγή και να αποκλιμακώσει τις τιμές.
Η πλεονάζουσα παραγωγική του ικανότητα είναι πολύ μεγάλη, όπως επεσήμανε και ο ειδικός σε ενεργειακά θέματα, αρθρογράφος του Βloomberg, Javier Bras. Η επόμενη άλλωστε συνεδρίαση του ΟPEC+ δεν αργεί, είναι προγραμματισμένη για την 1η Ιουνίου.
Σωρευτικά, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ιράκ διαθέτουν περίπου 5 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως εκτός αγοράς, δηλαδή όγκο ίσο σχεδόν με το 5% της παγκόσμιας ζήτησης και πολύ περισσότερο από αυτό που παράγει το Ιράν.
Και εννοείται ότι αν χρειαστεί, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να ρίξουν στην αγορά μέρος από τα τεράστια στρατηγικά τους αποθέματα.
Η γενικότερη ρευστότητα των τελευταίων εβδομάδων, συνδυαστικά πάντα με το άλλο ανοικτό μέτωπο, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα πλήγματα σε ενεργειακές υποδομές, έχουν ως αποτέλεσμα και μια σταθερά αυξητική τάση στο φυσικό αέριο, που μένει να απαντηθεί κατά πόσο είναι ή όχι πρόσκαιρη.
Την Παρασκευή, η τιμή του TTF έκλεισε στα 30,84 ευρώ, τιμή που μεταφράζεται σε αύξηση 24% σε ένα μήνα, κατάσταση που εφόσον έχει συνέχεια, θα επηρεάσει ως ένα βαθμό και την τιμή του ρεύματος.
Τα καλά νέα είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν την άνοιξη, μια εποχή όπου παραδοσιακά η ζήτηση για φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια αρχίζει να υποχωρεί, οπότε οι όποιες επιπτώσεις δεν θα έχουν καμία σχέση με τυχόν εκδήλωση ανάλογων αναταραχών κατά τη χειμερινή περίοδο.