Σάββατο 29 Ιουλίου 2023

Η σκληρή αλήθεια: Καταναλώνουμε περισσότερο πετρέλαιο από ποτέ - Απέχει πολύ από την κορύφωση της ζήτησης η παγκόσμια οικονομία

Σε αυτή την εποχή της κλιματικής κρίσης, ο πλανήτης καταναλώνει περισσότερο αργό πετρέλαιο από ποτέ. Peak oil στη ζήτηση; Όχι ακόμα. Ίσως κάποια μέρα, ίσως σύντομα γύρω στο 2030. Προς το παρόν, όμως, η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να λειτουργεί με πετρέλαιο.


Θα χρειαστεί χρόνος για να το πιστοποιήσουν οι κυβερνήσεις, όμως κάθε στοιχείο δείχνει προς αυτή την κατεύθυνση: Τις τελευταίες εβδομάδες η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου ξεπέρασε την κορύφωση του 2019 πριν από την έλευση της πανδημίας. Αν το εκφράσουμε σε βαρέλια/ημέρα, το νέο ρεκόρ φτάνει τα 102,5 εκατομμύρια και μάλλον συνέβη τις τελευταίες εβδομάδες του Ιουλίου, ξεπερνώντας τα 102,3 εκατ. βαρέλια του Αυγούστου 2019. Σκεφτείτε το εξής: Καταναλώνουμε αρκετό πετρέλαιο για να γεμίσουμε 6.500 ολυμπιακές πισίνες κάθε μέρα. Πάνω από το ένα τρίτο θα χρειαζόταν για να ικανοποιήσουν τη δίψα δύο μόνο χωρών: Των ΗΠΑ και της Κίνας.

Αυτό δεν είναι αναπάντεχο. Ο ΙΕΑ, που συγκεντρώνει στατιστικά στοιχεία για την προσφορά και τη ζήτηση, το ανέμενε εδώ και μήνες. Ήταν απλά θέμα χρόνου, καθώς η πετρελαϊκή ζήτηση αυξάνεται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού για το βόρειο ημισφαίριο, όταν εκατομμύρια ευρωπαϊκές και αμερικανικές οικογένειες καίνε βενζίνη και αεροπορικά καύσιμα για τις διακοπές τους. Το κόστος χονδρικής των προϊόντων, όπως η βενζίνη, επίσης αυξάνεται.

Βεβαίως, το νέο οδόσημο της ζήτησης είναι απλά ένα δείγμα. Τα στατιστικά για την παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου αναθεωρούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα και το τελικό μέγεθος θα καθοριστεί το επόμενο έτος ή το 2025. Επίσης, υπάρχει ευρύ περιθώριο σφάλματος, γύρω στο 1 εκατ. βαρέλια/ημέρα. Όμως, η εμπειρία δείχνει ότι η ζήτηση συνήθως αναθεωρείται προς τα επάνω παρά προς τα κάτω.

Μέχρι τώρα, είχαμε μονάχα μερικά στοιχεία για το Μάιο και τον Ιούνιο και κατευθύνσεις για τον Ιούλιο. Επεκτείνοντας με βάση τις αρχές του έτους, οι νέες πληροφορίες, περιλαμβάνοντας την κίνηση των αυτοκινήτων σε διάφορες χώρες και τις αερομεταφορές, δείχνουν ότι η παγκόσμια ζήτηση ξεπέρασε την προηγούμενη αιχμή πρόσφατα, ακόμα και αν λάβουμε υπόψη το εύρος του σφάλματος.

Έχουμε πολύ καλύτερες πληροφορίες για την περίοδο από τον Ιανουάριο ως τον Απρίλιο. Η ζήτηση βρέθηκε στα 100,8 εκατ. βαρέλια στο πρώτο τετράμηνο του 2023, αυξημένη από την αντίστοιχη του 2019, όταν έφτασε τα 99,9 εκατ. βαρέλια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου με βάση τα μηνιαία στοιχεία του ΙΕΑ.

Ειρωνικά, η βενζίνη, δηλαδή το καύσιμο που θα υπέφερε πρώτο από την άνοδο των ηλεκτρικών οχημάτων, παίζει ηγετικό ρόλο στην άνοδο της ζήτησης για πετρέλαιο. Μόλις μερικούς μήνες νωρίτερα, η συμβατική λογική έλεγε ότι το 2019 σημειώθηκε η κορύφωση της κατανάλωσης βενζίνης. Πλέον, μοιάζει πιο πιθανό ότι η ζήτηση για βενζίνη - τουλάχιστον - θα ισοφαρίσει την αιχμή προ της πανδημίας.

Η βενζίνη επωφελείται από τρεις παράγοντες: Ακόμα και εν μέσω της ακμής των ηλεκτρικών οχημάτων, ο απόλυτος αριθμός συμβατικών οχημάτων εξακολουθεί να αυξάνεται: Οι καταναλωτές κρατάνε περισσότερα χρόνια τα αυτοκίνητα, καθυστερούν τη βελτίωση που θα έρθει με νεώτερα και πιο αποδοτικά μοντέλα. Στην Ευρώπη οι καταναλωτές αντάλλαξαν τα πετρελαιοκίνητα με βενζινοκίνητα, προσφέροντάς τους μια απροσδόκητη ώθηση.

Ο ΙΕΑ αποκάλεσε την πρόσφατη άνοδο της κατανάλωσης βενζίνης ως "κύκνειο άσμα" - ίσως να είναι έτσι, αλλά ο επιτάφιος του εν λόγω καυσίμου γράφτηκε και παλιότερα. Ότι κι αν ακολουθήσει στα αυτοκίνητα, είναι ξεκάθαρο ότι με βάση τις τωρινές τάσεις η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα αυξηθεί άλλο ένα 3-4% στα επόμενα πέντε χρόνια προτού σταθεροποιηθεί ψηλά.

Προς το παρόν, δεν υπάρχει δείγμα ότι η κατανάλωση θα υποχωρήσει σύντομα. Θα ήθελα να κάνω λάθος, όμως σήμερα δεν υπάρχει πιθανότητα να μειώσει ο πλανήτης την κατανάλωση πετρελαίου ως το 2030 όσο χρειάζεται για τους κλιματικούς στόχους. Και αυτός είναι ο λόγος που πολλές δυτικές κυβερνήσεις, ενώ ευαγγελίζονται τις "πρασινάδες" δημοσίως, κατ' ιδίαν λένε στους διευθύνοντες των πετρελαϊκών να συνεχίσουν να επενδύουν σε περισσότερη παραγωγή.

(του Ζαβιέρ Μπλας, Bloomberg)