Τετάρτη 12 Απριλίου 2023

Νέος κύκλος επιδείνωσης των σχέσεων του ΟΠΕΚ+ με τη Δύση

Η απόφαση µερίδας της συμμαχίας του ΟΠΕΚ+ να μειώσει την παραγωγή του καρτέλ κατά 1,16 εκατ. βαρέλια/ημέρα στις 2 Απριλίου έπεσε «ως κεραυνός εν αιθρία» σε πολλούς Δυτικούς αναλυτές. 




Η έκπληξη επιτάθηκε από το γεγονός ότι μόλις τον Οκτώβριο του 2022 είχε επέλθει συμφωνία μεταξύ των 23 πετρελαιοεξαγωγικών κρατών της συμμαχίας του «υπερ-ΟΠΕΚ» για τη μείωση της παγκόσμιας προσφοράς κατά 2 εκατ. βαρέλια/ημέρα, ενώ στις 25 Μαρτίου η Τουρκία υποχρεώθηκε να συμμορφωθεί με την απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου των Παρισίων διακόπτοντας τη μεταφορά πετρελαίου από το κουρδικό βόρειο Ιράκ, κάτι που οδήγησε στην απόσυρση 470.000 βαρελιών/ημέρα από τις διεθνείς αγορές.

Εάν λάβει κανείς υπόψη του την απόφαση της Ρωσίας που είχε ανακοινώσει ήδη από τις 10 Φεβρουαρίου τη μείωση της ημερήσιας παραγωγής της κατά 500.000 βαρέλια έως τα τέλη του 2023, η συνολική μείωση του ΟΠΕΚ+ θα φθάσει το 1,66 εκατ. βαρέλια για το πρώτο τρίμηνο του 2022 ή συνολικά τα 3,66 εκατ. βαρέλια από τον Οκτώβριο του 2022, κάτι που ισοδυναμεί με το 3% της παγκόσμιας παραγωγής κατά τους τελευταίους πέντε μήνες. Η αντίδραση των αγορών ήταν αναμενόμενη. Η τιμή Brent αυξήθηκε από τα 73 δολ./βαρέλι στα 85 δολ./βαρέλι μέσα σε λίγες ημέρες, κάτι που θα επηρεάσει αναπόφευκτα και τις προθεσμιακές τιμές φυσικού αερίου στην Ε.Ε. σε ό,τι αφορά τα προθεσμιακά συμβόλαια του επόμενου τριμήνου – τετραμήνου.

Τα κίνητρα του ΟΠΕΚ+ ποικίλλουν ανά χώρα και περιφέρεια, καθώς ο συνασπισμός λόγω και της ευρύτητάς του έχει δομικά προβλήματα πειθαρχίας και ως προς τον συντονισμό για τη λήψη των αποφάσεών του και ως προς την πρακτική εφαρμογή τους. Αυτό δεν αφορά μόνο τα 10 μη κράτη-μέλη του ΟΠΕΚ+ που δεν είναι μέλη του ΟΠΕΚ. Αφορά και το κατεξοχήν πετρελαϊκό καρτέλ των 13 πετρελαιο-εξαγωγικών κρατών. Αυτά τα προβλήματα συντονισμού έχουν οδηγήσει πολλούς Δυτικούς παρατηρητές στο να υποτιμήσουν τη σημασία και την ισχύ του οργανισμού, που στα χαρτιά ελέγχει πάνω από το 50% της παγκόσμιας παραγωγής. Στην πραγματικότητα, τόσο μετά το 2016 όσο και πιο εμφατικά μετά το 2022, η αύξηση της αμερικανικής μη συμβατικής παραγωγής πετρελαίου και οι εντονότατες συγκρούσεις εντός του ΟΠΕΚ (Ιράν – Σαουδική Αραβία) και εντός του αραβικού ΟΠΕΚ, δηλαδή του ΟΑΠΕΚ (μποϊκοτάζ Σ. Αραβίας – ΗΑΕ κατά Κατάρ), έχουν αποδυναμώσει την ισχύ του καρτέλ και τη δυνατότητα της Σαουδικής Αραβίας να επιβάλλεται στο εσωτερικό του ΟΠΕΚ. Για να αναπληρώσει αυτό το κενό ισχύος το Ριάντ αναγκάστηκε να προχωρήσει το 2016 σε μια τακτική συμμαχία με τη Ρωσία, όταν αυτή έγινε δεκτή ως παρατηρητής στον ΟΠΕΚ, η οποία πλέον έχει λάβει στρατηγικά χαρακτηριστικά μετά την απόφαση Ε.Ε. – ΗΠΑ να επιβάλουν πλαφόν στις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου τον Δεκέμβριο του 2022.

Η καταπολέμηση αυτού του πλαφόν σε συνδυασμό με την πάγια αναγκαιότητα αύξησης των εσόδων της Σαουδικής Αραβίας –ιδίως μετά την εξαΰλωση της επένδυσής της στην Credit Suisse– αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της στρατηγικής συμμαχίας Ριάντ – Μόσχας που επιχειρεί να επιβάλει ένα ελάχιστο όριο διεθνών τιμών μεταξύ 80-100 δολ./βαρέλι, προκειμένου η Ρωσία να μπορεί να παραμένει ανταγωνιστική στις ασιατικές αγορές και να συνεχίσει τη χρηματοδότηση των πολεμικών αναγκών της. Ο κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχία αυτής της στρατηγικής παραμένει όχι τόσο το δυσεφάρμοστο αμερικανο-ευρωπαϊκό πλαφόν, όσο η επιστροφή της κινεζικής ζήτησης από τους πανδημικούς περιορισμούς της.

Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

(Καθημερινή)