H αιφνιδιαστική ανακοίνωση αυτό το Σαββατοκύριακο ότι η Σαουδική Αραβία και άλλες πετρελαιοπαραγωγές χώρες θα μειώσουν εκ νέου την παραγωγή πετρελαίου εκτίναξαν τις τιμές του πετρελαίου –και σε μικρότερο βαθμό του φυσικού αερίου- ενώ είναι θέμα να ανεβούν και οι οι τιμές στην αντλία, με τους αναλυτές στις ΗΠΑ να αναμένουν ότι αν το πετρέλαιο παραμείνει πάνω από τα 80 δολάρια/βαρέλι, τότε οι τιμές της βενζίνης θα αυξηθούν μεταξύ 5 σεντς και 15 σεντς ανά γαλόνι μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, ενώ μέχρι το καλοκαίρι, η μέση εθνική τιμή για το φυσικό αέριο είναι πιθανό να είναι περίπου στα 4 δολάρια το γαλόνι.
Λογικά και στην Ευρώπη θα εκπονηθούν ανάλογες εκτιμήσεις, δεδομένου ότι το κόστος του αργού αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ της συνολικής τιμής του φυσικού αερίου, σύμφωνα με την ΙΕΑ. Μάλιστα ήδη στον διεθνή Τύπο υπάρχουν αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες αν εφαρμοστεί σε όλο το εύρος η δυνητική μείωση της προσφοράς που ανακοίνωσαν οι οχτώ χώρες του OPEC+ την Κυριακή, η μακροπρόθεσμη επίδραση στην τιμή του φυσικού αερίου και του πετρελαίου μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερη από εκείνη του πολέμου στην Ουκρανία.
Υπενθυμίζουμε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία πυροδότησε την εκτόξευση των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου το καλοκαίρι του 2022. Οι τιμές μειώθηκαν σταθερά τους επόμενους μήνες, καθώς οι εταιρείες εξόρυξης και τα διυλιστήρια των ΗΠΑ αύξησαν την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι καταναλωτές περιόρισαν τη ζήτηση λόγω των υψηλών τιμών και ο χειμώνας εξελίχθηκε εξαιρετικά ήπιος.
Πριν καν τις ανακοινώσεις της Κυριακής, αναμέναμε ήδη μια αύξηση των ενεργειακών τιμών προχωρώντας προς το καλοκαίρι.
Πέραν της εποχιακής ανόδου –για παράδειγμα οι τιμές του φυσικού αερίου στις ΗΠΑ συνήθως αυξάνονται περίπου 30 σεντς το γαλόνι μεταξύ άνοιξης και καλοκαιριού-φέτος το καλοκαίρι αναμενόταν ήδη μια μεγαλύτερη αύξηση της ζήτησης για ενέργεια δεδομένης της επαναφοράς της Κίνας σε πλήρη δραστηριότητα, του χαμηλού δυναμικού στους ταμιευτήρες νερού που δημιουργεί χαμηλές προσδοκίες τόσο για την υδροηλεκτρική όσο και για την πυρηνική παραγωγή ενέργειας και φυσικά της έναρξης της πλήρωσης των ευρωπαϊκών αποθηκών φυσικού αερίου. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Το γεγονός λοιπόν ότι οι οχτώ του ΟPEC+ ανακοίνωσαν προαιρετικές περικοπές παραγωγής ακριβώς λίγο πριν το καλοκαίρι, περιπλέκει αρκετά τα πράγματα, δεδομένου ότι η παγκόσμια αγορά πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι ήδη «σφιχτή».
Βλέπετε η προσφορά παρέμεινε σταθερά πίσω από την ζήτηση για όλο το 2022, όχι μόνο εξαιτίας των υφιστάμενων περικοπών παραγωγής από Ρωσία και ΟPEC αλλά και εξαιτίας του περιορισμένου δυναμικού εξόρυξης, λόγω πολλών ετών υποεπενδύσεων στην παραγωγική ικανότητα.
Για να παρουσιάσουμε όμως και λίγο την πιο αισιόδοξη οπτική γωνία, η απόφαση των 8 χωρών του ΟPEC+ για νέο περιορισμό της προσφοράς είναι προαιρετική και δεν αποκλείεται να αποδειχθεί λιγότερο επιδραστική από ό,τι αναμένεται.
Τουτέστιν, το μέγεθος των περικοπών μπορεί να είναι στην πραγματικότητα αρκετά μικρότερο. Για παράδειγμα, το περασμένο φθινόπωρο, το καρτέλ πετρελαίου ανακοίνωσε μείωση της παραγωγής κατά 2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, αλλά η πραγματική μείωση αποδείχθηκε ότι ήταν μόλις το μισό.
Επιπλέον, υπάρχει πάντα στο τραπέζι το ενδεχόμενο μιας ήπιας ύφεσης, που είναι και το ζητούμενο της νομισματικής σύσφιξης που επιχειρούν οι Κεντρικές Τράπεζες προκειμένου να ελέγχουν τον πληθωρισμό.
Μια ήπια ύφεση όμως εξυπακούεται μικρότερη ζήτηση μεταξύ άλλων και για τις ενεργειακές τιμές. Ήδη, αυτή τη στιγμή, η ζήτηση βενζίνης στις ΗΠΑ είναι μειωμένη κατά 4,5% από τα επίπεδα του 2019 και η ζήτηση ντίζελ είναι μειωμένη κατά 13%. Ενδεχομένως το καλοκαίρι να μειωθούν αυτά τα ποσοστά, ίσως όμως και όχι αν η Fed πετύχει τους στόχους της.
Άλλωστε το ενδεχόμενο μιας ήπιας ύφεσης ήταν αυτό που οδήγησε τα 8 μέλη του OPEC+ στις ανακοινώσεις της Κυριακής, προκειμένου να προστατέψουν τις τιμές του πετρελαίου από μια πτώση της ζήτησης που θα τις οδηγούσε κάτω από την τιμή των 70 δολαρίων/βαρέλι. (σ.σ: Επίπεδο –κλειδί που ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά της Σαουδικής Αραβίας. Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Mε τον OPEC να μειώνει την παραγωγή λοιπόν όταν οι τιμές υποχωρούν από ένα επίπεδο και κάτω, είναι προφανές ότι η προσφορά θα μένει σταθερά «πίσω» από τη ζήτηση, όσο και αν υποχωρεί η τελευταία.
Οι υψηλές τιμές θα τροφοδοτήσουν νέο κύκλο ανόδου στις πετρελαϊκές
Ο ενεργειακός τομέας έρχεται από μια ισχυρή χρονιά, καθώς οι περιορισμένες προμήθειες και η αυξανόμενη ζήτηση τροφοδότησαν ιδιαίτερα υψηλές τιμές ενέργειας για το μεγαλύτερο μέρος του 2022.
Όπως εξηγήσαμε παραπάνω αυτή η δυναμική είναι πιθανό να συνεχιστεί και το 2023, ειδικά μετά την απόφαση για νέες εθελοντικές μειώσεις παραγωγής από 8 μέλη του ΟPEC+ και του μεγάλου χρόνου που απαιτείται για να αυξηθεί η νέα δυναμικότητα προσφοράς και διύλισης από τις ΗΠΑ, Νορβηγία, Αφρική κλπ.
Ο κύριος κίνδυνος για τον κλάδο είναι η ήπια ύφεση που επιδιώκεται από τις Κεντρικές Τράπεζες να εξελιχθεί σε μια σοβαρή παγκόσμια ύφεση, κάτι που θα μείωνε σημαντικά τη ζήτηση, προκαλώντας πτώση των τιμών της ενέργειας. Όμως δεδομένης της πρόθεσης της Σαουδικής Αραβίας να παρεμβαίνει στην αγορά περιορίζοντας την προσφορά όποτε οι τιμές τείνουν να πέσουν κάτω από τα 70 δολάρια/βαρέλι, ο κίνδυνος αυτός είναι μάλλον πεπερασμένος.
Υπενθυμίζουμε ότι η προσφορά είναι σταθερά πίσω από τη ζήτηση τα τελευταία χρόνια, λόγω των υποεπενδύσεων για την παραγωγική ικανότητα ελέω της πράσινης μετάβασης. Η απότομη ανάκαμψη της ζήτηση ενέργειας από τα χαμηλά της πανδημίας, είχε ήδη σαν αποτέλεσμα τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου να μειωθούν και να φτάσουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα μέχρι τα τέλη του 2021.
Η «στενότητα» της αγοράς επιδεινώθηκε το 2022 από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις επακόλουθες διαταραχές του εφοδιασμού, με τις εξαγωγές φυσικού αερίου της Ρωσίας να έχουν μειωθεί δραματικά μετά την εισβολή και τη ρωσική παραγωγή πετρελαίου να έχει μειωθεί μέτρια και ν’ αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, καθώς η Ευρώπη εφαρμόζει αυστηρότερες κυρώσεις στη ρωσική ενέργεια.
Το 2021 και το 2022 επικράτησαν επίσης αυστηρές συνθήκες για τα διυλισμένα προϊόντα – βενζίνη, ντίζελ, κ.ο.κ- και τα περιθώρια κέρδους στα διυλιστήρια εκτοξεύτηκαν σε επίπεδα ρεκόρ το καλοκαίρι του 2022, όταν οι καταναλωτές ξεκίνησαν και πάλι τα ταξίδια αναψυχής μετά την άρση των περιορισμών της Covid-19.
Όλα τα παραπάνω προκάλεσαν «πόνο» στην αντλία για τους καταναλωτές, τροφοδότησαν όμως ένα έτος εξαιρετικών επιδόσεων για τις μετοχές του ενεργειακού τομέα, όπως φαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα.
Πηγή: S&P Dow Jones Indices
Αναγνωρίζοντας το στενό προφίλ προσφοράς και ζήτησης του κλάδου, οι παραγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου των ΗΠΑ αύξησαν τις δαπάνες παραγωγής κατά τη διάρκεια του 2022 πάνω από 50% από τα χαμηλά το 2021, σύμφωνα με ανάλυση της Fidelity.
Όμως αν και οι επενδύσεις στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου αυξάνονται, πιθανότατα θα χρειαστούν αρκετά χρόνια για να μπορέσει η προσφορά να καλύψει τη ζήτηση, υποστηρίζοντας τις υψηλές τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου για κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα.
Για το 2023 λοιπόν, η δυναμική της προσφοράς και της ζήτησης είναι πιθανό να συνεχίσει να είναι η κύρια δύναμη που θα οδηγήσει τις επιδόσεις των μετοχών σε διάφορους τομείς του ενεργειακού κλάδου, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, της διύλισης και των υπηρεσιών. (σ.σ:H χωρητικότητα διύλισης συνεχίζει να είναι περιορισμένη για το 2023, δεδομένης της περιορισμένης χωρητικότητας και του μεγάλου χρόνου που απαιτείται για την εισαγωγή νέας παραγωγικής ικανότητας στο δίκτυο).
O κλάδος κινείται σε ελαφρώς θετικό έδαφος από την αρχή της χρονιάς, ενώ τη Δευτέρα πολλές μετοχές υπεραπόδωσαν μετά τις ανακοινώσεις για νέες περικοπές παραγωγής από τα 8 μέλη του OPEC+. Για παράδειγμα η τιμή της μετοχής της ExxonMobil ανέβηκε πάνω από 6%, της Chevron κατά 4%, της Shell περισσότερο από 5% , της BP 4%, ενώ η ConocoPhillips κατέγραψε άνοδο 9,8% και η Occidental Petroleum άνοδο πέριξ του 6%.
Είναι εμφανές ότι οι εταιρείες που είναι σε θέση να διαχειρίζονται ικανοποιητικά τις δραστηριότητές τους σε πληθωριστικό περιβάλλον βρίσκονται σε καλύτερη θέση, ενώ δεδομένου ότι οι διεθνείς επενδύσεις στη γεώτρηση και την παραγωγή αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά από το 2023 και μετά, εμφανίζουν ιδιαίτερη δυναμική οι εταιρείες με έκθεση σε διεθνή και υπεράκτια παραγωγή.
Όσον αφορά τον τομέα της διύλισης, οι εταιρείες που έχουν τη δυνατότητα να επεξεργάζονται ένα ευρύ φάσμα αργού πετρελαίου θα μπορούσαν να είναι σε θέση να κεφαλαιοποιήσουν μεγάλα περιθώρια διύλισης και διαφορές τιμών μεταξύ αργού πετρελαίου υψηλής και χαμηλής ποιότητας.
Tέλος, υπενθυμίζουμε τα τέσσερα κρίσιμα χαρακτηριστικά που πρέπει να πληρούν οι επενδυτικές μας επιλογές στον κλάδο:
-Ισχυρό οικονομικό προφίλ το οποίο θα πρέπει να αποδίδεται στην αξιολόγηση των ομολόγων της εταιρείας, σημαντικά ποσά μετρητών, άφθονη πρόσβαση σε προσιτή πίστωση και διαχειρίσιμες, καλά δομημένες λήξεις χρέους.
- Χαμηλό λειτουργικό κόστος και σχετικά σταθερές ταμειακές ροές. Ειδικά οι εταιρείες E&P πρέπει να είναι σε θέση να σημειώνουν κέρδη ακόμα και με τιμές πετρελαίου μικρότερες από τα 40 δολάρια το βαρέλι- έτσι ώστε να μπορούν να εμφανίζουν κέρδη σχεδόν σε οποιοδήποτε περιβάλλον αγοράς - ενώ οι εταιρείες μεσαίας έντασης θα πρέπει να λαμβάνουν περισσότερο από το 80% των ταμειακών ροών τους από σταθερές πηγές εσόδων.
- Διαφοροποίηση. Οι εταιρείες πετρελαίου θα πρέπει να δραστηριοποιούνται σε περισσότερες από μία γεωγραφικές περιοχές ή να είναι τουλάχιστον εν μέρει κάθετοποιημένες σε πολλές διαφορετικές δραστηριότητες.
-Επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια, συμπεριλαμβανομένων της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα τα βιοκαύσιμα και το πράσινο υδρογόνο. Πέραν ότι οι επενδύσεις αυτές θα τους εξασφαλίσουν το μέλλον, τις βοηθούν να πληρούν ικανοποιητικά τα ESG κριτήρια και έτσι να έχουν πρόσβαση σε προνομιακή χρηματοδότηση.
(αναδημοσίευση από Liberal.gr)