Το πλαφόν στην τιμή των ρωσικών πετρελαϊκών παραγώγων αποτελεί μονάχα ένα από τα μέτρα που θεσπίστηκαν με στόχο τον περιορισμό της κερδοφορίας της Μόσχας εν μέσω της σύγκρουσης στην Ανατολική Ευρώπη.
Υπό τα νέα δεδομένα, πρόσφατη έκθεση της ναυλομεσιτικής Gibson εστιάζει στο πώς έχουν μεταβληθεί τα routes θαλάσσιων μεταφορών ρωσικών πετρελαϊκών παραγώγων.
Ειδικότερα, τον Φεβρουάριο του 2022, η Ρωσία εξήγαγε σχεδόν 1,8 εκατ. βαρέλια προϊόντων πετρελαίου ημερησίως, εκ των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία κατέληγε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις G7 χώρες. Αξιοσημείωτο ρόλο διαδραμάτιζαν τότε και η Αφρική αλλά και η Ασία, στις οποίες κατέληγε η πλειονότητα της υπόλοιπης ρωσικής παραγωγής.
Στον νέο χάρτη των θαλάσσιων μεταφορών ρωσικών πετρελαϊκών προϊόντων, ο ρόλος των χωρών της ΕΕ και της G7 είναι σχεδόν αμελητέος, με τις ποσότητες που εξάγονται σε αυτές να μην ξεπερνούν τα 100.000 βαρέλια ημερησίως, σύμφωνα με δεδομένα της Gibson για τον Φεβρουάριο του 2023. Αντιθέτως, εν μέσω των χαμηλότερων ‒έναντι εκείνων στις διεθνείς αγορές‒ τιμών στις οποίες πωλούνται τα ρωσικά παράγωγα, χώρες της Αφρικής αλλά και εκείνες ανατολικά του Σουέζ έχουν αυξήσει σημαντικά τον ρόλο τους στο χαρτοφυλάκιο εξαγωγών της Ρωσίας. Επιπλέον, ένα σημαντικό μέρος της ρωσικής παραγωγής κατευθύνεται προς άγνωστους προορισμούς.
Παράλληλα, τα πλοία που μεταφέρουν τα ρωσικά πετρελαϊκά προϊόντα, σημειώνει η Gibson, είναι κυρίως MRs και Handysize tankers (αθροιστικά πάνω από 120), αλλά και LR2s (τουλάχιστον 21).
Οι συγκεκριμένες εξελίξεις για την αγορά των product tankers αναμένεται να επιμείνουν στο μέλλον, ενώ ο ρόλος των χωρών της Λατινικής Αμερικής ως προορισμών για τη ρωσική παραγωγή προϊόντων πετρελαίου ίσως ενισχυθεί περαιτέρω.
Τέλος, η Gibson υπογραμμίζει ότι το πλαφόν δημιούργησε περαιτέρω ανεπάρκεια στην αγορά πετρελαϊκών προϊόντων, η οποία δεν αναμένεται να αντιστραφεί άμεσα.