Tα μέτρα για τον περιορισμό της πανδημίας του ιού COVID-19 έχουν οδηγήσει σε οικονομική συρρίκνωση και σημαντική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης του ηλεκτρισμού, του φυσικού αερίου και του πετρελαίου.
Όλοι μας εξακολουθούμε να κάνουμε τον απολογισμό των επιπτώσεων στον ενεργειακό τομέα και τι αποτέλεσμα θα έχει για τη προσδοκώμενη ενεργειακή μετάβαση.
Η μειωμένη κατανάλωση ενέργειας προκαλεί πολλαπλά ερωτήματα και υποθέσεις. Για παράδειγμα η χαμηλότερη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, εάν συνεχιστεί, μπορεί να οδηγήσει συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής σε δύσκολη οικονομική θέση, λόγο της περιορισμένης παραγωγής και συνάμα της μείωσης των εσόδων. Αποτέλεσμα θα είναι η απόσυρση αριθμού μη βιώσιμων συμβατικών μονάδων, ιδιαίτερα παλαιότερων μονάδων, από το σύστημα ηλεκτροπαραγωγής. Οι κρατικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ενδέχεται να απαιτήσουν επιδοτήσεις για την επιβίωσή τους. Αντίθετα, οι φορείς εκμετάλλευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα αντιμετωπίσουν σχετικά χαμηλότερες οικονομικές επιπτώσεις αφού μέχρι σήμερα έχουν προτεραιότητα έγχυσης ηλεκτρικής ενέργειας στο ηλεκτρικό σύστημα, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να συνεχίσουν να πωλούν ενέργεια ανεμπόδιστα. Ως αποτέλεσμα, ήδη σε αρκετά ηλεκτρικά συστήματα η διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έφτασε σε πολύ ψηλά επίπεδα, πολλές φορές σε ακραίες καταστάσεις, δίνοντας μια γεύση από ένα μέλλον μεγάλης διείσδυσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Επίσης, η χαμηλή ζήτηση ενέργειας και ο πόλεμος των τιμών πετρελαίου έχει ωθήσει τις τιμές του πετρελαίου εξευτελιστικά προς τα κάτω, ακόμη και σε αρνητική τιμολόγηση. Η κατακόρυφη πτώση των τιμών του πετρελαίου έχει επαναφέρει τη συζήτηση του φθηνού πετρελαίου που εμποδίζει την πρόοδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Όμως, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας οι οποίες επικεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό στην παραγωγή ηλεκτρισμού, είναι απίθανο να επηρεαστούν από τη συντριβή της τιμής του πετρελαίου, αφού στην πραγματικότητα, ανά το παγκόσμιο, το πετρέλαιο διαδραματίζει αμελητέο ρόλο στην παραγωγή ηλεκτρισμού.
Οι συνεχείς χαμηλές τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο στην προώθηση της χρήσης των ηλεκτρικών οχημάτων ή να αποθαρρύνουν τη χρήση βιοκαυσίμων, με αποτέλεσμα τη μείωση της διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις μεταφορές. Οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να το αντιμετωπίσουν αυτό με κίνητρα για χρήση ηλεκτρικών οχημάτων ως μέρος των πακέτων οικονομικών κινήτρων.
Υπάρχουν ανησυχίες για πιθανή επιβράδυνση έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας λόγο έλλειψης αναγκαίων εξοπλισμών αφού οι κυριότεροι προμηθευτές ενεργειακών προϊόντων, π.χ., φωτοβολταϊκά συστήματα, βρίσκονται στην Κίνα, στην Νότια Κορέα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, χώρες οι οποίες έχουν πληγεί σκληρά από την πανδημία του ιού COVID-19. Για αυτό, κατά το 2020 ενδέχεται να υπάρξει σημαντική μείωση στην εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Οι οικονομικές προκλήσεις που προκύπτουν από την πανδημία είναι πιθανό να αναγκάσουν τις πλείστες χώρες να επικεντρωθούν σε βραχυπρόθεσμες διορθώσεις για την αναζωογόνηση της οικονομίας τους, υπονομεύοντας ενδεχομένως την ενεργειακή μετάβαση. Αυτό θα οδηγήσει στη μείωση των επενδύσεων στις αειφόρες ενεργειακές τεχνολογίες, στην επιβράδυνση της προόδου στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στην μείωση των εφαρμογών ενεργειακής απόδοσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πακέτα τόνωσης των κυβερνήσεων θα έχουν τις επιχειρήσεις, τις θέσεις εργασίας και την οικονομική ανάπτυξη ως κύριους οδηγούς τους. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να απομακρύνει από τα φώτα της δημοσιότητας την αειφόρο ενεργειακή ανάπτυξη.
Η οικονομική ανάκαμψη και η ενεργειακή μετάβαση μπορούν να συνυπάρξουν αφού ήδη υπάρχουν καλά παραδείγματα για το πώς τα πακέτα οικονομικών κινήτρων κατά την πανδημία του ιού COVID-19 υποστηρίζουν την αειφόρο ενεργειακή ανάπτυξη. Για παράδειγμα η Αυστραλία έχει ήδη νομοθετήσει δέσμη κινήτρων για την εγκατάσταση και χρήση ηλιακών τεχνολογιών. Επίσης, το 8% του πακέτου οικονομικών κινήτρων ύψους 38 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Νότιας Κορέας και περίπου το 40% του πακέτου ύψους 586 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Κίνας διατέθηκαν για επενδύσεις σε αειφόρες ενεργειακές τεχνολογίες.
Ως εκ τούτου, κίνητρα που θα βασίζονται σε έργα καθαρής ενέργειας, μπορούν να εξυπηρετήσουν και τους δύο σκοπούς, δηλαδή, της οικονομικής ανάκαμψης και της ενεργειακής μετάβασης. Με αυτό τον τρόπο θα μπορεί να καταστεί εφικτή η οικονομική αναζωογόνηση, να δημιουργηθούν νέες εξειδικευμένες θέσεις εργασίας και συνάμα να εγκατασταθούν αειφόρες ενεργειακές υποδομές προς όφελος του πλανήτη και των επόμενων γενεών.
*Ο Δρ. Ανδρέας Πουλλικκάς είναι πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου
(alphanews.live Κύπρου)