Ένοπλοι κατέλαβαν το Σαββατοκύριακο την πετρελαιοπηγή Σαράρα, μία εκ των βασικότερων της Λιβύης, αναγκάζοντας την Εθνική Επιχείρηση Πετρελαίου (ΕΕΠ) να κηρύξει τη Δευτέρα κατάσταση «ανωτέρας βίας».
Η κατάσταση «ανωτέρας βίας» αναγκάζει την ΕΕΠ να αθετήσει συμβατικές της υποχρεώσεις ως προς την εξόρυξη αργού από τη συγκεκριμένη πετρελαιοπηγή, ενώ όπως διευκρίνισε η Επιχείρηση, ο αποκλεισμός της πετρελαιοπηγής έχει συνέπεια την αδυναμία εξόρυξης 315.000 βαρελιών αργού την ημέρα στη μεγαλύτερη πετρελαιοπηγή της, καθώς και την απώλεια ακόμη 73.000 βαρελιών την ημέρα στην πετρελαιοπηγή Φιντ. Τα διαφυγόντα έσοδα της εταιρείας ανέρχονται σε 32,5 εκατομμύρια δολάρια ημερησίως, κατήγγειλε.
Η παραγωγή στο διυλιστήριο στη Ζαουίγια διατρέχει επίσης κίνδυνο, λόγω του ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον εφοδιασμό του από τη Σαράρα, συμπλήρωσε η εταιρεία, τονίζοντας πως «μελετά» σχέδια για την απομάκρυνση του προσωπικού της.
Ο πρόεδρος της ΕΕΠ, Μουστάφα Σανάλα, δήλωσε ότι δεν έχει πρόθεση να διαπραγματευθεί με τους ένοπλους. «Δεν θα πληρώσουμε ούτε δεκάρα σε οποιουσδήποτε έκλεισαν την πετρελαιοπηγή (...) Δεν θα καθίσουμε ποτέ στο τραπέζι μαζί τους», είπε στο τηλεοπτικό δίκτυο Αλαχράρ.
Η ΕΕΠ εξήγησε ότι ένοπλοι κατέλαβαν εξ εφόδου τις εγκαταστάσεις της το Σάββατο, αφού κάποιοι φρουροί και ντόπιοι, που παρίσταναν πως ανήκαν στη λεγόμενη Φρουρά των Πετρελαϊκών Εγκαταστάσεων (ΦΠΕ), άνοιξαν την πύλη.
Μέλη της ομάδας των ένοπλων, στην οποία κατά πηγές συμμετέχουν μέλη φυλών του πάμφτωχου λιβυκού νότου, άρχισαν να περιφέρονται με τζιπ στην τεράστια έκταση όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις και να μαγνητοσκοπούν βίντεο, τα οποία έστειλαν κατόπιν σε δημοσιογράφους.
Παρέμειναν όλη τη νύχτα στις αχανείς εγκαταστάσεις, υλοποιώντας την απειλή που είχαν διατυπώσει τον Οκτώβριο ότι θα σταμάταγαν την παραγωγή αν οι αρχές δε διέθεταν αναπτυξιακή βοήθεια στην περιοχή τους.
Στη Λιβύη ένοπλοι, ενίοτε φίλοι ή συγγενείς πολιτοφρουρών, αποκλείουν συχνά πετρελαιοπηγές και απαιτούν την ικανοποίηση διαφόρων αιτημάτων, όπως για παράδειγμα να προσληφθούν στο δημόσιο ή στις υπηρεσίες ασφαλείας. Στη Σαράρα υπηρετούν τουλάχιστον 1.500 μέλη της ΦΠΕ, αν και στην πραγματικότητα περίπου 500 είναι απλοί πολίτες, σημείωσε ο Σανάλα.
Στη διαιρεμένη Λιβύη, όπου την εξουσία διεκδικούν δύο κυβερνήσεις και πολλές περιοχές τις λυμαίνονται παραστρατιωτικοί, μέλη φυλών και άλλοι πολίτες δεν κρύβουν την οργή τους για την οικονομική κρίση, τον πληθωρισμό, αλλά και την έλλειψη υποδομών, και συχνά στρέφονται εναντίον της ΕΕΠ, που εξασφαλίζει έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις εξαγωγές πετρελαίου και αερίου.
Ο Σανάλα υπογράμμισε ότι η ΕΕΠ έχει ενημερώσει επανειλημμένα την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ) στην Τρίπολη για τα προβλήματα στη Σαράρα, όπου η πετρελαιοπηγή έχει γίνει στόχος επιθέσεων 110 φορές μετά το 2011, τη χρονιά που ανατράπηκε το καθεστώς του Μουάμαρ Καντάφι. Αλλά ο συντονισμός ανάμεσα στην πρωτεύουσα και τη ΦΠΕ στη νοτιοανατολική Λιβύη είναι πρακτικά ανύπαρκτος, συμπλήρωσε.
Πριν κηρυχθεί ξανά force majeure, η Λιβύη είχε αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου στα 1,3 εκατ. βαρέλια αργού την ημέρα, επίπεδο το οποίο ήταν το υψηλότερο από το 2013, όταν -και τότε- είχε αρχίσει ένα κύμα καταλήψεων πετρελαιοπηγών.
Συχνά οι αποκλεισμοί των πετρελαιοπηγών τερματίζονται γρήγορα από τις αρχές, που απλά μοιράζουν κάποια χρήματα σε φρουρούς και ντόπιους. Αλλά αυτή η κατάληψη ίσως αποδειχθεί πιο περίπλοκο να τερματιστεί απ' ό,τι συνήθως, καθώς τα μέλη των φυλών της περιοχής απαιτούν να βελτιωθούν οι δημόσιες υπηρεσίες στην περιοχή τους, ειδικά τα νοσοκομεία, πράγμα που ενδέχεται να χρειαστεί πολύ χρόνο.
Κατά τον Σανάλα, η ΕΕΠ έχει κάνει πράξη τις υποσχέσεις της να προσφέρει οικονομική βοήθεια στις κοινότητες της νότιας Λιβύης κι επαφίεται στην κυβέρνηση να βελτιώσει την κατάσταση στην περιοχή.
Την πετρελαιοπηγή στη Σαράρα, στην περιοχή Ουμπάρι, διαχειρίζεται η Akakus, κοινοπραξία της ΕΕΠ, της ισπανικής Repsol, της γαλλικής Total, της αυστριακής ÖMV και της νορβηγικής Statoil.
Η Αποστολή Υποστήριξης των Ηνωμένων Εθνών στη Λιβύη (UNSMIL) κάλεσε τους ένοπλους που κατέλαβαν την πετρελαιοπηγή να αποσυρθούν από τις εγκαταστάσεις με ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα
Η κατάσταση «ανωτέρας βίας» αναγκάζει την ΕΕΠ να αθετήσει συμβατικές της υποχρεώσεις ως προς την εξόρυξη αργού από τη συγκεκριμένη πετρελαιοπηγή, ενώ όπως διευκρίνισε η Επιχείρηση, ο αποκλεισμός της πετρελαιοπηγής έχει συνέπεια την αδυναμία εξόρυξης 315.000 βαρελιών αργού την ημέρα στη μεγαλύτερη πετρελαιοπηγή της, καθώς και την απώλεια ακόμη 73.000 βαρελιών την ημέρα στην πετρελαιοπηγή Φιντ. Τα διαφυγόντα έσοδα της εταιρείας ανέρχονται σε 32,5 εκατομμύρια δολάρια ημερησίως, κατήγγειλε.
Η παραγωγή στο διυλιστήριο στη Ζαουίγια διατρέχει επίσης κίνδυνο, λόγω του ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον εφοδιασμό του από τη Σαράρα, συμπλήρωσε η εταιρεία, τονίζοντας πως «μελετά» σχέδια για την απομάκρυνση του προσωπικού της.
Ο πρόεδρος της ΕΕΠ, Μουστάφα Σανάλα, δήλωσε ότι δεν έχει πρόθεση να διαπραγματευθεί με τους ένοπλους. «Δεν θα πληρώσουμε ούτε δεκάρα σε οποιουσδήποτε έκλεισαν την πετρελαιοπηγή (...) Δεν θα καθίσουμε ποτέ στο τραπέζι μαζί τους», είπε στο τηλεοπτικό δίκτυο Αλαχράρ.
Η ΕΕΠ εξήγησε ότι ένοπλοι κατέλαβαν εξ εφόδου τις εγκαταστάσεις της το Σάββατο, αφού κάποιοι φρουροί και ντόπιοι, που παρίσταναν πως ανήκαν στη λεγόμενη Φρουρά των Πετρελαϊκών Εγκαταστάσεων (ΦΠΕ), άνοιξαν την πύλη.
Μέλη της ομάδας των ένοπλων, στην οποία κατά πηγές συμμετέχουν μέλη φυλών του πάμφτωχου λιβυκού νότου, άρχισαν να περιφέρονται με τζιπ στην τεράστια έκταση όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις και να μαγνητοσκοπούν βίντεο, τα οποία έστειλαν κατόπιν σε δημοσιογράφους.
Παρέμειναν όλη τη νύχτα στις αχανείς εγκαταστάσεις, υλοποιώντας την απειλή που είχαν διατυπώσει τον Οκτώβριο ότι θα σταμάταγαν την παραγωγή αν οι αρχές δε διέθεταν αναπτυξιακή βοήθεια στην περιοχή τους.
Στη Λιβύη ένοπλοι, ενίοτε φίλοι ή συγγενείς πολιτοφρουρών, αποκλείουν συχνά πετρελαιοπηγές και απαιτούν την ικανοποίηση διαφόρων αιτημάτων, όπως για παράδειγμα να προσληφθούν στο δημόσιο ή στις υπηρεσίες ασφαλείας. Στη Σαράρα υπηρετούν τουλάχιστον 1.500 μέλη της ΦΠΕ, αν και στην πραγματικότητα περίπου 500 είναι απλοί πολίτες, σημείωσε ο Σανάλα.
Στη διαιρεμένη Λιβύη, όπου την εξουσία διεκδικούν δύο κυβερνήσεις και πολλές περιοχές τις λυμαίνονται παραστρατιωτικοί, μέλη φυλών και άλλοι πολίτες δεν κρύβουν την οργή τους για την οικονομική κρίση, τον πληθωρισμό, αλλά και την έλλειψη υποδομών, και συχνά στρέφονται εναντίον της ΕΕΠ, που εξασφαλίζει έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις εξαγωγές πετρελαίου και αερίου.
Ο Σανάλα υπογράμμισε ότι η ΕΕΠ έχει ενημερώσει επανειλημμένα την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ) στην Τρίπολη για τα προβλήματα στη Σαράρα, όπου η πετρελαιοπηγή έχει γίνει στόχος επιθέσεων 110 φορές μετά το 2011, τη χρονιά που ανατράπηκε το καθεστώς του Μουάμαρ Καντάφι. Αλλά ο συντονισμός ανάμεσα στην πρωτεύουσα και τη ΦΠΕ στη νοτιοανατολική Λιβύη είναι πρακτικά ανύπαρκτος, συμπλήρωσε.
Πριν κηρυχθεί ξανά force majeure, η Λιβύη είχε αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου στα 1,3 εκατ. βαρέλια αργού την ημέρα, επίπεδο το οποίο ήταν το υψηλότερο από το 2013, όταν -και τότε- είχε αρχίσει ένα κύμα καταλήψεων πετρελαιοπηγών.
Συχνά οι αποκλεισμοί των πετρελαιοπηγών τερματίζονται γρήγορα από τις αρχές, που απλά μοιράζουν κάποια χρήματα σε φρουρούς και ντόπιους. Αλλά αυτή η κατάληψη ίσως αποδειχθεί πιο περίπλοκο να τερματιστεί απ' ό,τι συνήθως, καθώς τα μέλη των φυλών της περιοχής απαιτούν να βελτιωθούν οι δημόσιες υπηρεσίες στην περιοχή τους, ειδικά τα νοσοκομεία, πράγμα που ενδέχεται να χρειαστεί πολύ χρόνο.
Κατά τον Σανάλα, η ΕΕΠ έχει κάνει πράξη τις υποσχέσεις της να προσφέρει οικονομική βοήθεια στις κοινότητες της νότιας Λιβύης κι επαφίεται στην κυβέρνηση να βελτιώσει την κατάσταση στην περιοχή.
Την πετρελαιοπηγή στη Σαράρα, στην περιοχή Ουμπάρι, διαχειρίζεται η Akakus, κοινοπραξία της ΕΕΠ, της ισπανικής Repsol, της γαλλικής Total, της αυστριακής ÖMV και της νορβηγικής Statoil.
Η Αποστολή Υποστήριξης των Ηνωμένων Εθνών στη Λιβύη (UNSMIL) κάλεσε τους ένοπλους που κατέλαβαν την πετρελαιοπηγή να αποσυρθούν από τις εγκαταστάσεις με ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα