Το 2022 η Ρωσία άντεξε και σε μεγάλο βαθμό εξουδετέρωσε τον αντίκτυπο των κυρώσεων που της επέβαλε η Δύση και της πτώσης των εξαγωγών φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Το περασμένο έτος τα έσοδα της Μόσχας από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου έφθασαν τα 11,6 τρισ. ρούβλια, ποσό αντίστοιχο των 168 δισ. δολ. και ήταν τα υψηλότερα από το 2011. Αιτία για τα ιλιγγιώδη έσοδα ήταν η αύξηση των τιμών της ενέργειας, καθώς και το γεγονός ότι τα δεξαμενόπλοια με ρωσικό αργό άλλαξαν κατεύθυνση και αντί για την Ευρώπη κατευθύνθηκαν στις αγορές της Ασίας και κυρίως στην Ινδία και την Κίνα. Τώρα όμως που οι τιμές του πετρελαίου έχουν υποχωρήσει και το κόστος του πολέμου οδηγεί σε διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος της Ρωσίας στο 2,3% του ΑΕΠ, ο κίνδυνοι είναι ορατοί για τη ρωσική οικονομία. Πολλώ δε μάλλον όταν τα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου αντιπροσωπεύουν το 40% του προϋπολογισμού της χώρας. Σύμφωνα με την αμερικανική υπηρεσία ενημέρωσης για θέματα ενέργειας, η τιμή του Brent θα διαμορφωθεί φέτος στα 83 δολ. το βαρέλι, επίπεδο χαμηλότερο κατά 18% σε σύγκριση με εκείνο του περασμένου έτους. Το ρωσικό αργό, όμως, θα τιμολογείται πολύ χαμηλότερα, όπως επισημαίνουν αναλυτές του ομίλου Kpler, καθώς οι πελάτες της Μόσχας που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο ζητούν όλο και μεγαλύτερες εκπτώσεις σε σύγκριση με την τιμή του Brent. Το περασμένο έτος οι αναγκαστικές εκπτώσεις που έκανε η Μόσχα μείωσαν τα έσοδά της κατά 50 δισ. δολ., σύμφωνα με την Οικονομική Σχολή του Κιέβου. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 12% των εσόδων που σχεδίαζε να εισπράξει. Η διαφορά της τάξεως των 30 έως 35 δολ. ανάμεσα στην τιμή του Brent και την τιμή του αργού Ουραλίων, του κυρίαρχου ρωσικού πετρελαίου, είναι δεκαπλάσια από εκείνη πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας δεδομένων Argus, το αργό Ουραλίων υποχώρησε μετά την επιβολή του πλαφόν των 60 δολ. το βαρέλι στις 5 Δεκεμβρίου και σήμερα τιμολογείται στα 44 δολ. το βαρέλι, δηλαδή σε τιμή κατά 48% χαμηλότερη από εκείνη του Brent. Είναι, άλλωστε, σαφώς χαμηλότερη από το επίπεδο των 70 δολ. που χρησιμοποιείται ως επίπεδο αναφοράς για τον προϋπολογισμό της Ρωσίας για το 2023. Αναμένεται πως το τρέχον έτος η Ρωσία θα παρουσιάσει δημοσιονομικό έλλειμμα 2% του ΑΕΠ .
Μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα ο Μπεν Καχίλ, στέλεχος του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών με έδρα τις ΗΠΑ, εκφράζει την εκτίμηση ότι «ακόμη κι αν αυξηθούν οι εξαγωγές της Ρωσίας, για τους Δυτικούς δεν θα είναι πρόβλημα, καθώς πήραν αυτό που ήθελαν: άφθονη προσφορά στην αγορά και μείωση των εσόδων της Ρωσίας». Σύμφωνα, άλλωστε, με τον Γκέοργκ Ζάχκμαν, στέλεχος της δεξαμενής σκέψης των Βρυξελλών Bruegel, ο συνδυασμός αναμένεται να στερήσει από το Κρεμλίνο περί τα 160 εκατ. ευρώ την ημέρα, σύμφωνα με σχετική μελέτη του Κέντρου Ερευνών για την Ενέργεια του Ελσίνκι (CREA). Το εν λόγω κέντρο εκτιμά πως τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων μειώθηκαν τον Δεκέμβριο κατά 17% σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα, καταγράφοντας το χαμηλότερο επίπεδο από τον Φεβρουάριο του περασμένου έτους. Από ρωσικής πλευράς, βέβαια, το υπουργείο Οικονομικών αναφέρει αύξηση 7,5% των εσόδων από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο για την ίδια ακριβώς περίοδο και αιτία είναι η πτώση που είχε σημειώσει το ρούβλι, αλλά και ο φόρος στα υπερκέρδη που επιβλήθηκε στην Gazprom.
Ο προϋπολογισμός της Ρωσίας για το 2023 προβλέπει πτώση 23% των εσόδων από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2022, αλλά η Οικονομική Σχολή του Κιέλου προβλέπει διπλάσια πτώση. Δηλαδή με βάση τα στοιχεία του ρωσικού υπουργείου Οικονομικών, αν η παραγωγή πετρελαίου μειωθεί κατά 7% έως 8% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2022 και η μέση τιμή του αργού Ουραλίων είναι 50 δολ. το βαρέλι, τότε η Ρωσία θα χάσει το 23% των αναμενόμενων εσόδων από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αν, όμως, το αργό Ουραλίων κυμανθεί στα 35 δολ. το βαρέλι, τότε τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων θα μειωθούν κατά 45%.