Δευτέρα 19 Μαΐου 2025

Πρώην κορυφαία στελέχη των ΕΛΠΕ θυμούνται και εκτιμούν: Οριακά βιώσιμα τα κοιτάσματα αερίου στην Επανομή – Άμεσα καλά αποτελέσματα ο Θερμαϊκός

Για τις έρευνες για υδρογονάνθρακες στη Β. Ελλάδα μίλησαν πρόσφατα στο GRTimes ο τέως Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΛΠΕ Upstream κ. Γιάννης Γρηγορίου και ο πρώην διευθυντής Γεωτρήσεων και Παραγωγής Υδρογονανθράκων της Ελληνικά Πετρέλαια ΑΕ κ. Φοίβος Συμεωνίδης, σημειώνοντας τα θετικά αποτελέσματα των ερευνών που είχαν πραγματοποιήσει τα ΕΛΠΕ στην ευρύτερη περιοχή της Επανομής, αλλά και για τις ευοίωνες ενδείξεις στον θαλάσσιο χώρο του Θερμαϊκού.

Ο κ. Συμεωνίδης ανέφερε ότι“οι έρευνες έδωσαν τον πρώτο στόχο το 1988, όταν και έγινε η πρώτη ερευνητική γεώτρηση. Η γεώτρηση με την ονομασία “Επανομή 1”, η οποία έφτασε σε βάθος 2.600 μέτρων, εντόπισε ταμιευτήρα ασβεστολιθικό, ο οποίος περιείχε φυσικό αέριο. Αυτό ήταν μία ιδιαίτερη επιτυχία, διότι προηγήθηκαν όλες οι μελέτες από το γενικό προσωπικό και επίσης χρησιμοποιήθηκε το πρώτο ιδιόκτητο ελληνικό γεωτρύπανο που είχε δυναμικότητα 4.200 μέτρα”, προσθέτοντας πως “η διάνοιξη των γεωτρήσεων αυτών έγιναν χωρίς κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα”.

“Το φυσικό αέριο, που εντοπίστηκε είχε εξαιρετικές δυνατότητες διαπερατότητας και προόδου, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνονται πολύ ικανοποιητικές ροές παραγωγής που έφταναν τα 15 εκατομμύρια κυβικά πόδια την ημέρα”, σημείωσε ο κ. Συμεωνίδης, κάτι που στην πράξη σημαίνει ότι “υπάρχει μεγάλη ευχέρεια ανάλογα με τον τρόπο εκμετάλλευσης αυτού του κοιτάσματος να υπάρξουν μικρές, μέτριες, ως και μεγάλες ποσότητες είτε για ηλεκτροπαραγωγή, είτε για τη διάθεση φυσικού αερίου στα δίκτυα”. 

Συμπλήρωσε, δε, ότι η δεύτερη γεώτρηση, με στόχο την περιχάραξη του χαρτογραφημένου στόχου,“επιβεβαίωσε την γεωγραφική εξάπλωση του στόχου και μάλιστα επιβεβαίωσε και τις αρχικές προβλέψεις για την δυνατότητα υψηλής ροής όπως και η πρώτη γεώτρηση”.

Αναφερόμενος στους λόγους για τους οποίους οι έρευνες τελικά δε συνεχίστηκαν, ο κ. Συμεωνίδης σημείωσε ότι“με τα τότε δεδομένα η εκμετάλλευση αυτών των αποθεμάτων δεν θεωρήθηκε βιώσιμη. Για αυτό και οι δύο γεωτρήσεις παρέμειναν σε αναμονή και σε όχι μόνιμη εγκατάλειψη αναμένοντας τις περαιτέρω έρευνες. Είπαμε ότι έχουμε μία καλή βάση και θα έπρεπε να χαρτογραφήσουμε στην περιοχή και άλλους πρόσθετους στόχους, οι οποίοι θα έδιναν επιπλέον αποθέματα. Μετά θα ξέραμε καλύτερα βάσει των προστιθέμενων αποθεμάτων σε ποια μορφή εκμετάλλευσης θα προχωρούσαμε. Θα έλεγα με τα σημερινά δεδομένα, τα αποθέματα είναι περίπου 500 εκ. κυβικά μέτρα. Είναι οριακά βιώσιμα. Όμως σύμφωνα με την διεθνή πρακτική, αυτή η συγκέντρωση υδρογονανθράκων δεν μπορεί να είναι μοναδική στην περιοχή. Εκείνο που χρειάζεται είναι η εντατικοποίηση των ερευνών, έτσι ώστε να καταφέρουμε να προσφέρουμε επιπλέον αποθέματα”. 

Υπήρξαν, βέβαια, ακόμα τρεις γεωτρήσεις, οι οποίες ήταν αποτυχημένες: “Αυτές οι γεωτρήσεις αντί να μας δώσουν φυσικό αέριο μας έδωσαν διοξείδιο του άνθρακα και ο λόγος είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γεωλογίας του υπεδάφους, όπου υπήρχε κάποια ηφαιστειακή δραστηριότητα η οποία έκαψε τον ασβεστόλιθο και παρήγαγε διοξείδιο του άνθρακα. Αυτό είναι κάτι το οποίο συναντάμε σε όλο τον κόσμο. Δεν μπορούν όλες οι γεωτρήσεις να είναι θετικές, υπάρχουν και μερικές που είναι αρνητικές, αλλά πάντα όλες δίνουν πληροφορίες που μας οδηγούν στο στόχο μας. Η πιθανότητα κάθε γεώτρησης να έχει θετικά αποτελέσματα είναι 15 – 20%. Δηλαδή κάθε δέκα γεωτρήσεις θα έχεις δύο θετικές”, είπε ο κ. Συμεωνίδης. 

Από την πλευρά του, ο κ. Γρηγορίου σημείωσε ότι “οι έρευνες για τον εντοπισμό κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου ξεκίνησε από το 1975, με την ίδρυση της ΔΕΠ (Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου). Οι πρώτες γεωφυσικές έρευνες στην περιοχή ουσιαστικά έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του 70 και αρχές του 80’ και όσο περνούσαν τα χρόνια γινόντουσαν πιο εντατικές. Στην ευρύτερη περιοχή της Επανομής και της Χαλκιδικής και στον θαλάσσιο χώρο του Θερμαϊκού έγιναν με βάσει τις γεωλογικές και γεωφυσικές εργασίες, αρκετές γεωτρήσεις και επιβεβαιώθηκε ότι στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν υδρογονάνθρακες”, προσθέτοντας ότι “στην περιοχή της Επανομής συγκεκριμένες γεωτρήσεις βρήκαν φυσικό αέριο αλλά δυστυχώς κάποιοι λανθασμένοι επικοινωνιακοί χειρισμοί που υπήρξαν, προκάλεσαν τις αντιδράσεις των κατοίκων με αποτέλεσμα να μην προχωρήσει το γεωτρητικό πρόγραμμα που είχε σχεδιαστεί και έτσι σταμάτησαν οι έρευνες”. 

Αναφερόμενος στα κοιτάσματα που εντοπίστηκαν στην περιοχή πριν σταματήσουν οι έρευνες, ο κ. Γρηγορίου σχολίασε ότι “για αυτό όμως που ανακαλύφθηκε αλλά και για αυτά που θα μπορούσαν να είχαν ανακαλυφθεί στην χέρσα περιοχή, έγιναν στη συνέχεια τεχνικοοικονομικές μελέτες από τα Ελληνικά Πετρέλαια που έδειξαν ότι εύκολα μπορούν να καλύψουν το απαιτούμενο ηλεκτρικό φορτίο στη Θεσσαλονίκη και στην ευρύτερη περιοχή στην ώρα αιχμής. Φυσικά όσο θα προχωρούσε κανείς την έρευνα περισσότερο θα ανακάλυπτε και άλλα αποθέματα που θα μπορούσαν να καλύψουν μεγαλύτερες ανάγκες της ευρύτερης περιοχής. Βάλτε μία ευθεία στο μυαλό σας, βόρεια από της Σποράδες και μέχρι την Κωνσταντινούπολη, είναι μία περιοχή που έχει υδρογονάνθρακες. Ο Πρίνος είναι το παράδειγμα στην Ελλάδα, η Ανατολική Θράκη είναι το παράδειγμα στην Τουρκία που παράγεται φυσικό αέριο. Υπάρχουν περισσότερες από 4.000 γεωτρήσεις στην χέρσο από τον Έβρο μέχρι την Κωνσταντινούπολη και επομένως ξέρουμε πολύ καλά ότι υπάρχει ένα ενεργό πετρελαϊκό σύστημα (Σύστημα υδρογονανθράκων που κάπου έχει φυσικό αέριο και κάπου πετρέλαιο)”. Επιπλέον πρόσθεσε ότι “ιδίως η περιοχή του Θερμαϊκού, είναι μία ιδιαίτερα ελπιδοφόρος περιοχή που από τις παλαιότερες γεωφυσικές καταγραφές, που έχουν γίνει, έχουν εντοπιστεί γεωλογικοί στόχοι, οι οποίοι είναι σχεδόν έτοιμοι ώστε να γίνει γεώτρηση. Αυτοί μπορεί να μας δώσουν αρκετά μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου που θα καλύπτουν σε πολύ γρήγορο διάστημα τις ανάγκες της Βόρειας Ελλάδας”. 

“Νομίζω πως σε ένα ορατό χρονικό διάστημα μπορεί να κηρυχθεί ένας διεθνής διαγωνισμός και με βάση τα υπάρχοντα σεισμικά (γεωφυσικές μέθοδοι που έχουν κάνει στο παρελθόν) τα οποία είναι αρκετά καλής ποιότητας και βρίσκονται εντός των ορίων των 6 μιλίων και δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος αμφισβήτησης από τον οποιοδήποτε. Μάλιστα μπορεί να υπάρξει άμεσο αποτέλεσμα. Οπότε είναι μία πολύ καλή περίπτωση ο Θερμαϊκός”, είπε ο κ. Γρηγορίου. 

Από μεριάς του, ο κ. Συμεωνίδης σχολίασε ότι “είναι θέμα πολιτικής βούλησης το ότι δεν έχουν προχωρήσει οι έρευνες όλα αυτά τα χρόνια. Η επανέναρξη και το σταμάτημα των ερευνών των υδρογονανθράκων δυστυχώς ακολουθούσε διαχρονικά τις πολιτικές αποφάσεις και τις τιμές διεθνώς των ενεργειακών θεμάτων. Ανάλογα με την τιμή του πετρελαίου ή ανάλογα με την τιμή του αερίου οι πολιτικές των κυβερνήσεων άλλαζαν. Όταν η τιμή ήταν πολύ χαμηλή δεν υπήρχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όταν ξαφνικά το πετρέλαιο έφτανε στα 150 δολάρια το βαρέλι τότε θυμόντουσαν να επανεκκινήσουν τις έρευνες. Αυτό δυστυχώς είναι το πρόβλημα το μεγάλο. Η συνέχιση των έργων αυτών και η σταθερή πολιτική. Αλλιώς δεν θα μπορέσουμε ποτέ να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα”.