Τα τελευταία έτη, με ιδιαίτερη έμφαση στην περίοδο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, γίνεται πολύ συχνά λόγος για την εργαλειοποίηση της ενέργειας ως πολλαπλασιαστικού παράγοντα της εθνικής ισχύος.
Χωρίς τη δυνατότητα της Ρωσίας να ανακατευθύνει το σύνολο σχεδόν των πετρελαϊκών της εξαγωγών από την Ευρώπη στην Ασία, η ρωσική οικονομία θα είχε καταρρεύσει υπό το βάρος των δυτικών κυρώσεων. Κατ’ αναλογίαν ποτέ άλλοτε μετά το 1973 δεν δίνεται τόσο μεγάλη έμφαση από έναν Αμερικανό πρόεδρο στους ενεργειακούς μοχλούς πολλαπλασιασμού της κρατικής ισχύος (energy statecraft), με τη διαφορά ότι ο Νίξον το 1973 μιλούσε για την ανάκτηση της «ενεργειακής ανεξαρτησίας» των ΗΠΑ από τον ΟΠΕΚ, ενώ το 2025 ο Τραμπ μιλάει και λειτουργεί με γνώμονα την επιδίωξη της «ενεργειακής κυριαρχίας» των ΗΠΑ ως του μεγαλύτερου παραγωγού υδρογονανθράκων στον πλανήτη.
Οι ΗΠΑ, περισσότερο παρά ποτέ, θα «μετρούν» πλέον τους συμμάχους τους ανάλογα με την ειδική τους βαρύτητα σε ένα παγκοσμιοποιημένο ενεργειακό σύστημα που επιδιώκουν –εις μάτην– να ηγεμονεύσουν. Για την Ελλάδα η απάντηση σε αυτή την πρόκληση είναι κεφαλαιώδους σημασίας με δεδομένη αφενός την τεράστια εγχώρια δυναμική παραγωγής απανθρακοποιημένου ηλεκτρισμού και υδρογόνου και αφετέρου την ισόρροπη επιδίωξη ανάπτυξης των εγχώριων δυνητικών αποθεμάτων υδρογονανθράκων.
Το γεωπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο η χώρα μας καλείται να αξιοποιήσει τα δικά ενεργειακά πλεονεκτήματα καθίσταται ασφυκτικό από τη συστηματική προσπάθεια της Τουρκίας να μας στερήσει τον ζωτικό θαλάσσιο γεωπολιτικό χώρο, από τον οποίο η Ελλάδα αναπνέει.
Η στρατηγική της «Μαβί Βατάν» αυτό ακριβώς επιδιώκει. Θέλει να εγκλωβίσει την Ελλάδα στα χωρικά της ύδατα, να την εμποδίσει να εκμεταλλευθεί το υπεράκτιο αιολικό της δυναμικό, να εγκλωβίσει τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου σε ένα δυστοπικό ενεργειακό μέλλον υψηλού κόστους και ενεργειακής απομόνωσης, να αποκόψει την Ελλάδα από τον ρόλο του ενεργειακού κόμβου της Ε.Ε. και ζωτικού τμήματος του IMEC, ένας ρόλος που προφανώς προϋποθέτει τη φυσική διασυνδεσιμότητά της με τις χώρες της Μέσης Ανατολής (Σαουδική Αραβία), της Βόρειας Αφρικής (Αίγυπτος) και της Ανατολικής Μεσογείου (Κύπρος, Ισραήλ).
Μέσα από το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο η Τουρκία μεταξύ άλλων επιδιώκει να εμφανισθεί ως «προστάτης» των «δικαιωμάτων» του καθεστώτος της Τρίπολης που η ίδια διέσωσε στρατιωτικά το 2019-2020, όπως λίγο – πολύ εμφανίζεται να κάνει με το καθεστώς ανδρεικέλων του ψευδοκράτους στην Κύπρο (ή θα ήθελε να κάνει με τον Αλ Σάρα στη Συρία).
Σε αντίθεση με τα Κατεχόμενα ωστόσο που η Αγκυρα ποδηγετεί, η προληπτική energy statecraft που η χώρα μας εφάρμοσε στο νότιο Κρητικό Πέλαγος, όπως πρέπει να ονομάζεται η θαλάσσια έκταση νοτίως της Κρήτης μετά το 2019, αποτρέπει την επιβολή περαιτέρω επικίνδυνων τετελεσμένων σε συμμαχία με δύο κατεξοχήν «συνομιλητές» και μοχλούς εφαρμογής του τραμπικού δόγματος της «ενεργειακής κυριαρχίας», την ExxonMobil και τη Chevron.
Η αποτροπή αυτή δεν προέκυψε ούτε τυχαία ούτε αυτόματα επειδή η συγκεκριμένη περιοχή οριοθετήθηκε ως θαλάσσια ζώνη διεκδίκησης μιας μελλοντικής ΑΟΖ με τον νόμο 4001/2011, γιατί οι νομικοί μας τίτλοι στο νότιο Κρητικό είναι τίτλοι διεκδίκησης οριοθέτησης και όχι οριοθέτησης, όπως ισχύει στην περίπτωση της μερικής συμφωνίας ΑΟΖ του 2020 με την Αίγυπτο. Η αποτροπή αυτή δεν προέκυψε επειδή έγιναν σεισμογραφικά το 2012 ή επειδή οριοθετήθηκαν θαλασσοτεμάχια το 2014.
Ολα αυτά ήταν πολύ σημαντικά γιατί εκκίνησαν τη διαδικασία, αλλά ποιος πραγματικά πιστεύει ότι η ανακοίνωση της κυβέρνησης Ντιμπέιμπα την περασμένη εβδομάδα, με την οποία σεβάστηκε τα όρια των θαλασσοτεμαχίων που το 2019 εκχωρήθηκαν στην Exxon, έγινε επειδή ξαφνικά θυμήθηκε το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας;
Εγινε επειδή η περιοχή εκχωρήθηκε στην Exxon και επειδή το 2022 παρά το πείσμα πολλών που δεν ήθελαν να γίνει τίποτε και εντός Ελλάδας, ο πρωθυπουργός προσωπικά αποφάσισε η Exxon να προχωρήσει σε σεισμογραφικές έρευνες αποκλειστικού χαρακτήρα που «ξεκλείδωσαν» το ενδιαφέρον της διεθνούς πετρελαϊκής βιομηχανίας για την περιοχή και ενάσκησε διά της αμερικανικής πετρελαϊκής εταιρείας τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Εάν αντί της Exxon υπήρχε κάποια άλλη εταιρεία άλλης χώρας, πόσο πιθανό θα ήταν ο Ντιμπέιμπα να σεβαστεί τα όρια που του θέσαμε βάσει του διεθνούς δικαίου; Η διαφαινόμενη εμπλοκή της Chevron ολοκληρώνει από γεωπολιτικής άποψης αυτή την αποτροπή έναντι των συμμάχων της Αγκυρας στη Λιβύη και θέτει τη χώρα μας σε πλεονεκτική θέση έναντι της Λιβύης για μια μελλοντική διαπραγμάτευση οριοθέτησης, όταν προκύψει στην Τρίπολη μια πραγματική κυβέρνηση εθνικής ενότητας που θα νομιμοποιείται να κάνει μια τέτοια διαπραγμάτευση.
*Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Στρατηγικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της Κυριακής.
(moneyreview.gr)