Ο σύνθετος χαρακτήρας του τομέα των μεταφορών καθιστά την απανθρακοποίησή του δύσκολο εγχείρημα.
Κάτι που σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει μία κοινή τεχνολογία κατάλληλη για όλα, που να καλύψει την απανθρακοποίηση σε όλο το τόσο ευρύ φάσμα των μέσων μεταφοράς και των τρόπων χρήσης τους. Υπάρχει ευρεία συναίνεση στο ότι η τεχνολογία της ηλεκτροκίνησης θα κυριαρχήσει στα ελαφρά οχήματα και επομένως θα απαιτηθεί η λήψη ισχυρών μέτρων πολιτικής για την ενθάρρυνση και εξάπλωση της χρήσης των νέων αυτών οχημάτων.
Ωστόσο, τα ηλεκτροκίνητα οχήματα δεν είναι μονόδρομος για την επίτευξη των στόχων αειφορίας στις μεταφορές και δεν είναι κατανοητό γιατί τα ηλεκτροκίνητα οχήματα θα πρέπει να έχουν το τεχνολογικό μονοπώλιο. Στη FuelsEurope πιστεύουμε ότι η υιοθέτηση μιας τέτοιας στρατηγικής, είτε από όλη την ΕΕ είτε από επιμέρους κράτη, δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε φρόνιμη.
Η απανθρακοποίηση των μεταφορών συνδέεται ευθέως με την απανθρακοποίηση της παραγωγής ενέργειας, και το ανθρακικό αποτύπωμα ενός οχήματος με κινητήρα εσωτερικής καύσης που καταναλώνει πράσινα καύσιμα από ανανεώσιμες και βιώσιμες πρώτες ύλες είναι αντίστοιχο με αυτό ενός ηλεκτροκίνητου οχήματος. Επίσης, έχει τη δυνατότητα να καταστεί κλιματικά ουδέτερο όχημα με μηδενικές καθαρές εκπομπές CO2, ακριβώς όπως και ένα ηλεκτροκίνητο.
Η δημιουργία συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων τεχνολογιών έχει σημαντικά κοινωνικά και οικονομικά οφέλη για την ΕΕ. Η χρήση υγρών καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα στις οδικές μεταφορές θα έδινε την ευχέρεια για την ανάπτυξη υποδομών για πλήρως ηλεκτροκίνητα οχήματα και θα άμβλυνε τις πιέσεις στη ζήτηση κρίσιμων πρώτων υλών που απαιτούνται για την ηλεκτροκίνηση. Επιπλέον, θα επιτάχυνε τη μείωση της έντασης του άνθρακα στις μεταφορές, αμβλύνοντας την ανάγκη για ανανέωση του στόλου, ενώ θα έδινε τη δυνατότητα τόσο στο νέα όσο και στον υπάρχοντα οχήματα να κάνουν χρήση υγρών καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Ο κίνδυνος να αποκλειστεί μερίδα Ευρωπαίων πολιτών
Η δυνατότητα των πολιτών να επιλέγουν ανάμεσα σε διαφορετικές τεχνολογίες σημαίνει ότι θα μπορούν οι ίδιοι να κρίνουν ποια τεχνολογία εξυπηρετεί καλύτερα τις ανάγκες τους. Ο περιορισμός των επιλογών του καταναλωτή ενδέχεται να αποκλείσει πολλούς Ευρωπαίους πολίτες από την πρόσβαση σε μετακινήσεις χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Πράγματι, εκατομμύρια πολίτες και επιχειρήσεις της ΕΕ, ιδίως σε χώρες με γερασμένους στόλους οχημάτων στην Κεντρική, την Ανατολική και τη Νότια Ευρώπη, βασίζονται σε παλαιότερα, φθηνά και, συχνά, μεταχειρισμένα οχήματα για να καλύψουν τις ανάγκες μετακίνησης για την οικογένεια, την εργασία και τις μικρές επιχειρήσεις τους. Οχήματα τέτοιου τύπου, το κόστος των οποίων είναι κατά πολύ χαμηλότερο από αυτό των ηλεκτροκίνητων οχημάτων, είναι ζωτικής σημασίας για αυτούς τους Ευρωπαίους πολίτες.
Η σημαντική αύξηση της χρήσης υγρών καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα μπορεί να επιτευχθεί χάρη σε δοκιμασμένες τεχνολογίες και στην επαρκώς επιβεβαιωμένη διαθεσιμότητα των βιώσιμων πρώτων υλών. Η χρήση αειφόρου βιομάζας από ένα ευρύ φάσμα γεωργικών και δασικών πηγών, οικιακών και βιομηχανικών απορριμμάτων, καθώς και η χρήση συνθετικών καυσίμων μπορεί να αξιοποιήσουν συλλογικά το παγκόσμιο δυναμικό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Μάλιστα, η μεταφορά τους από απομακρυσμένες περιοχές μπορεί να πραγματοποιείται με τις ήδη υπάρχουσες υποδομές. Ευρωπαϊκές εταιρείες πρωτοστατούν στην παροχή τέτοιων τεχνολογικών λύσεων, και η πορεία προς τις λύσεις αυτές θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας σε όλη την Ευρώπη για τη συγκέντρωση και την προετοιμασία αυτών των πρώτων υλών. Επιπλέον θέσεις εργασίας θα προκύψουν επίσης και κατά την κατασκευή και τη λειτουργία των μονάδων επεξεργασίας. Παρ’ όλα αυτά, η σημερινή τάση για πλήρη, ταχεία και αποκλειστική χρήση της ηλεκτροκίνησης λειτουργεί αποθαρρυντικά για μία τέτοια ανάπτυξη.
Χωρίς την αναγνώριση των βιογενών ή των δεσμευμένων εκπομπών άνθρακα, οι πολιτικές πρωτοβουλίες για τις εκπομπές των οχημάτων δεν είναι τεχνολογικά ουδέτερες
Μια πιο ανοιχτή προσέγγιση στις πολιτικές για τα καύσιμα, ξεκινώντας από την επιστημονικά τεκμηριωμένη αναγνώριση ότι συμβάλλουν αφενός στον περιορισμό των εκπομπών των οχημάτων και αφετέρου στη δημιουργία οφέλους και κινήτρων για τους καταναλωτές, μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερες μειώσεις του CO2 σε σχέση με τις μειώσεις που θα επιφέρει ένα μονοπώλιο ηλεκτροκίνητων οχημάτων. Η προσθήκη της επιλογής για καινούργια οχήματα που θα είναι συμβατά με τα όρια εκπομπών CO2 χρησιμοποιώντας πράσινα καύσιμα θα διασφαλίσει τις θέσεις εργασίας στην αλυσίδα αξίας της αυτοκινητοβιομηχανίας, καθώς θα κάνει πιο εύκολα διαχειρίσιμη τη μετάβαση, μέσω του επαναπροσδιορισμού και της αναβάθμισης της κατάρτισης και των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού. Οι βιομηχανικές στρατηγικές και τα επενδυτικά πλάνα παγκοσμίως δείχνουν ότι ο κινητήρας εσωτερικής καύσης έχει ένα λαμπρό μέλλον στις περισσότερες από τις άλλες περιοχές. Παρότι για την ώρα η ΕΕ ηγείται στον τομέα της τεχνολογίας εσωτερικής καύσης, το προβάδισμά της αυτό, μαζί με την ανάπτυξη ανανεώσιμων και αειφόρων καυσίμων, είναι πολύ πιθανό να χαθεί και να μεταφερθεί σε άλλες περιοχές. Ειδικά η Κίνα, θα αδράξει την ευκαιρία να εξασφαλίσει σημαντικό μερίδιο της αγοράς εις βάρος της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Οι κλιματικοί στόχοι της Ευρώπης απαιτούν στιβαρό στρατηγικό σχεδιασμό όσον αφορά στα πράσινα καύσιμα από ανανεώσιμες και αειφόρες πρώτες ύλες. Στο πλαίσιο αυτό, η συμπερίληψη των οδικών μεταφορών μπορεί να αφορά στη μεταβατική φάση, αλλά έχει συμπληρωματικό και στρατηγικό χαρακτήρα. Η στρατηγική αυτή πρέπει ξεκινήσει με την αναθεώρηση των πολιτικών για τις εκπομπές CO2 των οχημάτων, ώστε να ληφθεί υπόψη η επιστημονική γνώση για τις καθαρές εκπομπές CO2 μέσω της χρήσης καυσίμων από βιογενές αλλά και δεσμευμένο άνθρακα.
Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις εκπομπές CO2 των οχημάτων έχει βασιστεί σε μια μεθοδολογία που δεν συμβαδίζει με άλλες μεθοδολογίες σχετικά με το CO2, όπως το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ), στο οποίο οι εκπομπές καύσης βιομάζας αξιολογούνται ως μηδενικές. Επίσης δε συμβαδίζει με τον στόχο της ΕΕ για καθαρές μηδενικές εκπομπές. Η μη αναγνώριση των βιογενών ή των δεσμευμένων εκπομπών CO2 στην καύση από τα οχήματα σημαίνει ότι οι πολιτικές για τις εκπομπές CO2 των οχημάτων δεν αντιμετωπίζουν όλες τις ανανεώσιμες τεχνολογίες με ισότιμο και δίκαιο τρόπο· δεν υφίσταται τεχνολογική ουδετερότητα.
Όλες οι σχετικές τεχνολογίες πρέπει να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις
Ένας στρατηγικός σχεδιασμός ανανεώσιμων καυσίμων για τις οδικές μεταφορές, πέρα από την εφαρμογή του στον ήδη υπάρχοντα στόλο οχημάτων, αποτελεί και μία στρατηγική για την ανάπτυξη του κλάδου σε όφελος των αερομεταφορών και της ναυσιπλοΐας. Όπως είχε συμβεί κατά τα πρώτα χρόνια της ανανεώσιμης αιολικής και ηλιακής φωτοβολταϊκής ενέργειας, οι επενδύσεις απαιτούν πολύ υψηλά κεφάλαια. Οι οδικές μεταφορές, με τη σχετικά χαμηλή ενεργειακή ένταση, την έλλειψη κινδύνου διαρροής άνθρακα και τα πολλά διαθέσιμα δημοσιονομικά και πολιτικά εργαλεία, μπορούν να συμβάλουν στην ταχεία αύξηση της παραγωγής ανανεώσιμων και αειφόρων καυσίμων, κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο για τα καύσιμα των αερομεταφορών και της ναυσιπλοΐας. Επιπλέον, η δυνατότητα μεταφοράς καυσίμων μεταξύ των διαφόρων τομέων δικαιώνει τον σχεδιασμό που προσδίδει στις οδικές μεταφορές μεταβατικό ρόλο, καθώς έτσι θα αυξηθεί ο όγκος των καυσίμων χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα ώστε αργότερα αυτά να είναι διαθέσιμα στις διεθνείς αερομεταφορές και τη ναυσιπλοΐα.
Το πρώτο βήμα αποφασιστικής σημασίας θα μπορούσε να γίνει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η επικείμενη αναθεώρηση των στόχων του 2030 είναι μια ευκαιρία για να επανεξετάσει και να διορθώσει την τρέχουσα μεθοδολογία για τις εκπομπές CO2 των οχημάτων ώστε να συμβάλουν στους στόχους του 2050 για μηδενικές καθαρές εκπομπές. Τέτοιες διορθωτικές ενέργειες μπορεί να δημιουργήσουν πολλές ευκαιρίες για περαιτέρω μείωση των εκπομπών CO2, για νέες θέσεις εργασίας, για επενδύσεις και για τη συμμετοχή πολλών περισσότερων χρηστών οχημάτων στη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είτε σε αέρια είτε σε υγρή μορφή.
Η επικείμενη αναθεώρηση ενός αριθμού κανονισμών αποτελεί την ευκαιρία για να διασφαλιστεί πως όλες οι σχετικές τεχνολογίες θα ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις και, συνδυαστικά, θα μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη των κλιματικών στόχων που έχουν τεθεί στον τομέα των μεταφορών. Τότε η επιλογή θα εναπόκειται στους καταναλωτές, τους πολίτες και τις αγορές, έτσι ώστε όποια τεχνολογία και να επιλέξουν, οι κλιματικοί στόχοι της Ευρώπης θα στεφθούν με επιτυχία και μάλιστα η επίτευξή τους μπορεί να προχωρήσει με ακόμα ταχύτερο ρυθμό.
(Euronews)