Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Γιατί ο Μπάιντεν θα δυσκολευθεί να «διώξει» τις επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων

Η υπόσχεση του νεοεκλεγμένου Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν να δώσει τέλος στις επιδοτήσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων προς τον κλάδο των ορυκτών καυσίμων των ΗΠΑ μπορεί να είναι δύσκολο να τηρηθεί λόγω αντιδράσεων από την πλευρά της νομοθετικής εξουσίας, του Κογκρέσου και του κόμματός του.



Και μάλιστα, η πρόκληση αυτή αντικατοπτρίζει μόνο ένα από τα εμπόδια που ο Μπάιντεν θα πρέπει να ξεπεράσει καθώς επιδιώκει να εισαγάγει εκτεταμένα μέτρα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και να μετατρέψει την οικονομία των ΗΠΑ σε οικονομία μηδενικών εκπομπών μέσα σε τρεις δεκαετίες. Όπως έχει δηλώσει, με την αλλαγή της πολιτικής στην επιδότηση ορυκτών καυσίμων θα εξοικονομηθούν χρήματα για να την υλοποίηση μιας μεγαλοπνοης κλιματικής πολιτικής ύψους 2 τρισ.

Ωστόσο, η μεταρρύθμιση των φορολογικών ελαφρύνσεων που επιτρέπουν στις εταιρείες να παράγουν πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα με μικρότερο κόστος θα απαιτήσει έγκριση από το Κογκρέσο, κάτι το οποίο είναι δύσκολο ακόμη και για τον Μπίντεν του οποίου η θητεία στη Γερουσία έφθασε τα 36 χρόνια.

Ο Ομπάμα ήθελε επίσης να μειώσει τις φορολογικές ελαφρύνσεις για τα ορυκτά καύσιμα για να στείλει ένα μήνυμα στον κόσμο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν πάρει στα σοβαρά την επιτάχυνση της μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Αλλά ακόμη και με την επιβλητική δημοκρατική πλειοψηφία στη Γερουσία στα πρώτα έξι χρόνια της θητείας του Ομπάμα, οι επιδοτήσεις παρέμειναν.

Στέλνοντας σήμα στην παγκόσμια οικονομία

Η κατάργηση των φορολογικών ελαφρύνσεων στους παραγωγούς καυσίμων που εκπέμπουν αέρια θερμοκηπίου συνάδει με την ατζέντα υπέρ του κλίματος του Μπάιντεν, η οποία σηματοδοτεί μια αντιστροφή από τις προσπάθειες του Τραμπ να ανατρέψει τους κανονισμούς για το κλίμα, ενώ ταυτόχρονα ενίσχυε την παραγωγή ορυκτών καυσίμων.

Θα βοηθούσε στην καθιέρωση των Ηνωμένων Πολιτειών ως παγκόσμιου ηγέτη για το κλίμα, βοηθώντας ενδεχομένως τη χώρα να πείσει άλλους μεγάλους εκπομπούς προς αυτή την κατεύθυνση.

Όμως και σε παγκόσμιο επίπεδο, μια τέτοια προσπάθεια συναντά εμπόδια. Οι ηγέτες της G20 αποφάσισαν το 2009 να αποσύρουν τις επιδοτήσεις, αλλά έχουν σημειώσει μικρή πρόοδο.

Οι εκτιμήσεις της αξίας των επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων, οι οποίες λαμβάνουν κυρίως τη μορφή φορολογικών ελαφρύνσεων, ποικίλλουν.

Ο Bob McNally, ο πρόεδρος της συμβουλευτικής εταιρείας Rapidan Energy Group, εκτιμά ότι φθάνουν τα 15 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Το μη κερδοσκοπικό Ινστιτούτο Μελετών Περιβάλλοντος και Ενέργειας τις υπολογίζει στα 20 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.

Μία φορολογική μείωση των ΗΠΑ, που ονομάζεται άυλο κόστος γεώτρησης, επιτρέπει στους παραγωγούς να αφαιρέσουν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους τους από τη γεώτρηση νέων πηγαδιών. Η Μικτή Επιτροπή Φορολογίας, μια μη κομματική επιτροπή του Κογκρέσου, εκτιμά ότι η απόρριψή της θα μπορούσε να εξοικονομήσει 13 δισεκατομμύρια δολάρια για τα δημόσια ταμεία για 10 χρόνια.

(insider.gr)