Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2020

Φοβίες για τις τιμές του πετρελαίου από το δεύτερο κύμα της πανδημίας

Ανησυχία για νέα πτώση της κατανάλωσης, πετρελαίου και φυσικού αερίου, με σημαντικές επιπτώσεις και στις τιμές των προϊόντων έχει φέρει η ραγδαία εξάπλωση του κορωνοϊού και τα μερικά ή ολικά lockdown που ανακοινώνουν η μία μετά την άλλη οι χώρες της ΕΕ.



Οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου παρουσίασαν τον Οκτώβριο τη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση από τον Μάρτιο με τα προγνωστικά για τον μήνα που διανύουμε να είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξα.

Την ίδια ώρα ο ψυχρότερος καιρός στα τέλη του φθινοπώρου και η αυξανόμενη ζήτηση έχουν ανεβάσει τις τιμές του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στο Henry Hub σε υψηλά επίπεδα δωδεκαμήνου. Ωστόσο υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για την πορεία που θα ακολουθήσει από εδώ και πέρα.

Όσο δε για το αέριο αγωγών το οποίο ακολουθεί με υστέρηση τις τιμές του πετρελαίου, αναμένεται περαιτέρω πτώση της τιμής του. Η εξέλιξη αυτή βεβαίως που θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των τιμών προμήθειας φυσικού αερίου στην ελληνική αγορά είναι μια μάλλον θετική εξέλιξη σε ό,τι αφορά τη χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας η οποία αναμένεται ότι θα μειωθεί δίνοντας περιθώρια κίνησης στους ηλεκτροπαραγωγούς να αντισταθμίσουν τους κινδύνους που δημιουργεί στη λιανική ρεύματος το lockdown και η ύφεση που συνεπάγεται.

Υποχώρηση της ζήτησης πετρελαίου στην Ευρώπη

Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των τιμών του φυσικού αερίου και την αβεβαιότητα που επικρατεί διεθνώς είναι ενδεικτικό ότι οι τιμές στις ζώνες παραγωγής σχιστολιθικού αερίου στις ΗΠΑ, όπως οι τιμές αναφοράς στην Απαλάχεια υστερούν σημαντικά από τις τιμές που διαμορφώνονται στον κόμβο διαμετακόμισης Henry Hub.

Η παραγωγή φυσικού αερίου στη λεκάνη Appalachian αυξήθηκε σε επίπεδα ρεκόρ την περασμένη εβδομάδα, λόγω των προβλέψεων για χαμηλές θερμοκρασίες, ενώ οι όγκοι αποθηκευμένου φυσικού αερίου στις ΗΠΑ αυξήθηκαν λιγότερο σε σχέση με τις εκτιμήσεις της αγοράς.

Από την άλλη πλευρά, η ζήτηση για πετρέλαιο στην Ευρώπη που ήδη βρισκόταν σε πίεση αναμένεται να υποχωρήσει ακόμα περισσότερο μετά την ανακοίνωση των νέων lockdown στις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία και τη Γαλλία.

Οι αυξητικές τάσεις των τιμών των καυσίμων, που είχαν φανεί στις αρχές της εβδομάδας και ιδιαίτερα την Τετάρτη, άρχισαν να υποχωρούν λόγω της ανησυχίας για το πλήγμα που θα δεχθεί η ζήτηση από τα νέα περιοριστικά μέτρα στην κυκλοφορία των πολιτών σε συνδυασμό με την οικονομική ύφεση.

Ως χθες το μεσημέρι το αμερικανικό πετρέλαιο αναφοράς West Texas Intermediate για τις παραδόσεις Δεκεμβρίου έχανε 1,25% ή 45 σεντς, υποχωρώντας στα 38,70 δολ/βαρέλι. Ανάλογη τάση παρουσίαζε και το Brent, καταγράφοντας απώλειες 39 σεντς, ή περίπου 1%, στα 40,84 δολ./βαρέλι

Κάτω από 50 δολ. η μέση τιμή του Brent

Την περασμένη Παρασκευή στη Νέα Υόρκη το πετρέλαιο WTI είχε κλείσει την εβδομάδα κάτω από τα 36 δολάρια το βαρέλι, ενώ ταυτόχρονα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη σημειωνόταν αύξηση ρεκόρ στις καθημερινά κρούσματα κορωνοϊού. Μετά τη διενέργεια των αμερικανικών εκλογών η προσοχή όλων έχει στραφεί στην πορεία της οικονομίας και στο μέγεθος της νέας ύφεσης, λόγω των lockdown, ενώ την αισιοδοξία που απέπνεαν την Τετάρτη οι διεθνείς αγορές για τα αποτελέσματα των εκλογών διαδέχθηκε χθες σκεπτικισμός για το πώς θα χειριστεί ο Τζο Μπάιντεν- ο πιθανότερος νέος πρόεδρος των ΗΠΑ- τόσο την κρίση στην οικονομία, όσο και την πανδημία.

Τα προθεσμιακά συμβόλαια πετρελαίου κινούνται κοντά στα χαμηλότερα επίπεδα των πέντε μηνών. Η μηνιαία δημοσκόπηση του Reuters σε 41 αναλυτές προβλέπει ότι οι τιμές του πετρελαίου θα συνεχίσουν να διαπραγματεύονται σε στενό εύρος για το υπόλοιπο του έτους και δίνει η μέση τιμή του Brent για το 2021 κάτω από τα 50 δολ το βαρέλι.

Μία άλλη ένδειξη ότι το δεύτερο κύμα Covid-19 χτυπά τη ζήτηση καυσίμων είναι ότι οι εταιρίες εμπορίας πετρελαίου αναζητούν και πάλι σούπερ τάνκερ για να τα χρησιμοποιήσουν ως κινητές μονάδες αποθήκευσης ντίζελ.

Οι αναλυτές αναμένουν χαμηλότερη από τη συνηθισμένη ζήτηση ντίζελ από τη βιομηχανία, τη θέρμανση και τον τομέα των μεταφορών τους επόμενους μήνες.

(Economy Today)