Το υψηλό ενεργειακό κόστος και οι επιπτώσεις του στην ανταγωνιστικότητα της χώρας, ιδιαίτερα στα βιομηχανικά προϊόντα, απασχολούν την έκθεση Πισσαρίδη, η οποία συνιστά ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση της οποίας το πλήρες κείμενο δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας επιδεινώνεται στη μεταποίηση τόσο από το υψηλό μισθολογικό κόστος όσο και από το σχετικά υψηλό κόστος ενέργειας, το οποίο επηρεάζεται και από τη δομή των φόρων .
Ειδικά για τη βιομηχανία, η έκθεση τονίζει ότι πρέπει να γίνει η πληρέστερη δυνατή αξιοποίηση μέτρων μείωσης του ενεργειακού κόστους , όπως αντιστάθμιση του έμμεσου κόστους εκπομπών ηλεκτρικής ενέργειας και αμειβόμενες υπηρεσίες διακοπής φορτίου, στο πλαίσιο βέβαια των κανονισμών της ενιαίας αγοράς της ΕΕ.
Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινείται και η ανάπτυξη αγοράς διαθεσιμότητας ηλεκτρικής ισχύος με τη συμμετοχή της ζήτησης.
Όσον αφορά στην επάρκεια της εποπτείας της αγοράς, πρέπει να ενισχυθεί η αυτονομία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας μέσα από αυξημένη διοικητική ευελιξία.
H αντιμετώπιση των χρόνιων αγκυλώσεων στον εγχώριο ενεργειακό κλάδο αποτελεί προϋπόθεση για την επιτυχή μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο πρότυπο ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης με σεβασμό στους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους που έχουν τεθεί, επισημαίνει η εκθεση Πισσαρίδη.
Αναλυτικότερα, τα κυριότερα σημεία της έκθεσης Πισσαρίδη όσον αφορά στην ενέργεια έχουν ως εξής:
Το ενεργειακό κόστος, καθώς και η επάρκεια και αξιοπιστία στην προσφορά ενέργειας, είναι σημαντικοί παράγοντες για την ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας.
Η σημασία του ενεργειακού κλάδου αναδεικνύεται επίσης από τον κρίσιμο ρόλο του στη μετάβαση προς μια οικονομία μηδενικών εκπομπών άνθρακα, αναφέρει η εκθεση.
Χρόνιες αγκυλώσεις στον εγχώριο ενεργειακό κλάδο έχουν σοβαρές παρενέργειες σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες.
Η αντιμετώπιση των αγκυλώσεων αποτελεί προϋπόθεση για την επιτυχή μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο πρότυπο ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης με σεβασμό στους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους που έχουν τεθεί.
50.000 άμεσες θέσεις εργασίας στον ενεργειακό κλάδο
Το 2019, η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία (ΑΠΑ) του ενεργειακού κλάδου ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν 3,8%.
Ο ενεργειακός κλάδος υποστηρίζει περίπου 50.000 άμεσες θέσεις εργασίας (1,2% του εργατικού δυναμικού της χώρας), χωρίς να συνυπολογίζονται άλλες δραστηριότητες που συνδέονται στενά με τον κλάδο αυτό .
Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην Ελλάδα καταγράφεται η υψηλότερη μέση χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας εντός της ΕΕ (63,9 €/MWh το 2019), ενώ και στο φυσικό αέριο, οι τιμές εισαγωγής είναι αρκετά υψηλότερες σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, περίπου 15% ακριβότερες.
Έτσι είναι υψηλές οι τιμές φυσικού αερίου για τους μη οικιακούς πελάτες (38,5 €/MWh στην Ελλάδα το 2019, έναντι μέσου όρου 36,9 €/MWh στην ΕΕ). Στα πετρελαιοειδή, η Ελλάδα κατατάσσεται 3η χώρα με την υψηλότερη τιμή στην αμόλυβδη βενζίνη μεταξύ των χωρών της ΕΕ το 2019, ενώ στο πετρέλαιο κίνησης κατατάσσεται 7η χώρα με την ακριβότερη τιμή, οριακά υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ..
Μέρος του υψηλού κόστους των πετρελαιοειδών οφείλεται στην υψηλή φορολόγηση. Τα έσοδα από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα στην Ελλάδα, έφτασαν τα €4,28 δισεκ. το 2019. Ως ποσοστό του ΑΕΠ ανήλθαν στο 2,9% το 2018, έναντι 1,9% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στην ΕΕ.
Οι Προτάσεις πολιτικής
- Ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική, και με επαρκή ρευστότητα και εποπτεία, ώστε το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας να μειωθεί. Σε αυτή την κατεύθυνση, επιτακτική είναι η ολοκλήρωση της μετάβασης στο target model και της σύζευξης του εγχώριου χρηματιστηρίου ενέργειας με τις αγορές χονδρικής της περιοχής.
Επιπλέον, πρέπει να εξαντληθούν οι δυνατότητες που δημιουργούνται για τον εξορθολογισμό των ρυθμιστικών χρεώσεων και του ενεργειακού κόστους με την ανάπτυξη των νέων αγορών,προθεσμιακή, ενδοημερήσια και εξισορρόπησης.
Ειδικά για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, η Εκθεση σημειώνει ότι πρέπει να γίνει η πληρέστερη αξιοποίηση μέτρων μείωσης του ενεργειακού κόστους, όπως αντιστάθμιση του έμμεσου κόστους εκπομπών ρύπων και αμειβόμενες υπηρεσίες διακοπής φορτίου, λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς που απορρέουν από το ρυθμιστικό πλαίσιο της ενιαίας αγοράς της ΕΕ.
Στην κατεύθυνση αυτή κινείται και η ανάπτυξη της αγοράς διαθεσιμότητας ηλεκτρικής ισχύος με συμμετοχή και της ζήτησης.
Προτείνεται επίσης η ενίσχυση της αυτονομίας της ΡΑΕ μέσα από αυξημένη διοικητική ευελιξία.
- Ενεργειακή μετάβαση και ένταξη των ΑΠΕ στους μηχανισμούς της αγοράς
Με την ολοκλήρωση της μετάβασης στο target model και τη λήξη του υφιστάμενου μηχανισμού στήριξης των ΑΠΕ στο τέλος του 2020, απαιτείται να γίνει προσεκτικός σχεδιασμός για την επόμενη περίοδο, ούτως ώστε να συντηρηθεί η θετική δυναμική ανάπτυξης νέων μονάδων της τελευταίας διετίας χωρίς, ωστόσο, να δεσμευτεί υπερβολική ισχύς σε καθεστώς στήριξης, δεδομένων των μεσοπρόθεσμων προοπτικών για πλήρη ανάκτηση των επενδυτικών αποδόσεων των ΑΠΕ μέσα από τους μηχανισμούς αγοράς.
Απαραίτητη είναι επίσης και η διασφάλιση της βιωσιμότητας και της ρευστότητας του μηχανισμού χορήγησης λειτουργικής ενίσχυσης στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ.
- Ενίσχυση των ενεργειακών υποδομών
Στις ενεργειακές υποδομές, προτεραιότητες αποτελούν η προώθηση και η υλοποίηση των έργων μεταφοράς, διανομής και αποθήκευσης στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, η ενίσχυση των διασυνδέσεων δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου με γειτονικές χώρες, ειδικότερα, σε συνδυασμό με τη σύζευξη των αντίστοιχων αγορών χονδρικής, για να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός.
Προς αυτή την κατεύθυνση, επιθυμητή είναι και η εισαγωγή μηχανισμών οικονομικών κινήτρων στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις των δικτύων.
Πολύ σημαντικό έργο αποτελεί και η ψηφιοποίηση και αναβάθμιση των δικτύων ενέργειας (smart grids), η οποία θα βελτιώσει την ενεργειακή αποδοτικότητα, παρέχοντας συγχρόνως ευελιξία στο σύστημα ηλεκτρισμού.
- Βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας
Σημειώνεται ότι είναι απαραίτητο στοιχείο της ενεργειακής μετάβασης και ότι πρέπει να ενισχυθεί μέσα από προγράμματα κινήτρων για το κτιριακό απόθεμα στον οικιακό και τριτογενή τομέα και μέσα από την υποδειγματική δράση του δημόσιου τομέα για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των δημοσίων κτηρίων.
Επιπλέον προτεραιότητες αποτελούν η προώθηση της χρήσης συστημάτων ΑΠΕ για κάλυψη θερμικών και ψυκτικών αναγκών και η προώθηση ενεργειακής απόδοσης από εταιρίες ενεργειακών υπηρεσιών.
- Μετριασμός των κοινωνικών επιπτώσεων
Η προστασία του περιβάλλοντος και η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής δεν πρέπει να έρθουν σε σύγκρουση με κοινωνικούς στόχους.
Σε αυτό το πλαίσιο, προτεραιότητα αποτελεί η αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας, με μέτρα όπως ενισχυμένη επιδότηση έργων βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας νοικοκυριών που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Η ανοχή της μη πληρωμής λογαριασμών ρεύματος δεν αποτελεί καλή κοινωνική πολιτική - πρέπει να διασφαλιστεί ικανοποιητικός ρυθμός είσπραξης των λογαριασμών ηλεκτρισμού, σε συνδυασμό με στοχευμένα μέτρα κατά της ενεργειακής ένδειας.
Τρείς τομείς επίσης χρήζουν προτεραιότητας:
-Έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία
-Συνέχιση και διεύρυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων
-Σημαντική προτεραιότητα αποτελεί και ο αναπτυξιακός σχεδιασμός με στρατηγικές δράσεις και χρηματοδοτικά προγράμματα για τη δίκαιη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών.
www.worldenergynews.gr