Ενας από τους άλλοτε πιο ελκυστικούς τομείς της οικονομίας καταγράφει τους τελευταίους μήνες τις χειρότερες αποδόσεις του.
«Η πανδημία της Covid-19 έχει επιταχύνει τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου βλέπουν το μέλλον τους. Αντιμετωπίζουν τον διπλό αντίκτυπο της βραχυπρόθεσμης μείωσης της ζήτησης πετρελαίου και φυσικού αερίου λόγω της πανδημίας και τη μακροπρόθεσμη μετάβαση σε πηγές ενέργειας με λιγότερες εκπομπές» εξηγεί στο Documento ο καθηγητής Ντέιβιντ Ελμες, ειδικός στον τομέα της ενέργειας στο Πανεπιστήμιο του Γουόρικ, υπογραμμίζοντας ότι αυτό που θα κάνουν από εδώ και στο εξής οι εταιρείες είναι να εξετάσουν τι μπορούν να κάνουν για να μειώσουν το κόστος.
Το τελειωτικό χτύπημα
Τα σκαμπανεβάσματα της βιομηχανίας πετρελαίου είναι γνωστά σε ειδικούς και αναλυτές εδώ και περίπου πέντε δεκαετίες. Οι επενδυτές είχαν γυρίσει προ πολλού την πλάτη στον κλάδο, ωστόσο η πανδημία ήρθε να δώσει το τελειωτικό χτύπημα εξαλείφοντας σχεδόν το ένα τρίτο της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου λόγω του καθολικού lockdown.
Κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων οι δεξαμενές πετρελαίου γέμισαν σε χρόνο-ρεκόρ και οι κρατικές πετρελαϊκές εταιρείες άρχισαν έναν πόλεμο τιμών σε μια προσπάθεια να κερδίσουν όσο μεγαλύτερο κομμάτι πίτας μπορούν σε μια συρρικνωμένη αγορά. Οι τιμές του πετρελαίου βρέθηκαν σε χαμηλά τουλάχιστον δύο δεκαετιών, τα δύο τρίτα από τις ετήσιες επενδύσεις χάθηκαν και δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι έμειναν άνεργοι. Ο βρετανικός πετρελαϊκός κολοσσός BP ανακοίνωσε την κατάργηση 10.000 θέσεων εργασίας παγκοσμίως, μια και το ξέσπασμα της πανδημίας προκάλεσε ριζική επανεκτίμηση του μελλοντικού του ρόλου.
«Η οικονομική ανάκαμψη μπορεί να είναι αρκετά αργή και αδύναμη, ενδεχόμενο που θα επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση πετρελαίου. Σε ένα περιβάλλον όπου οι τιμές πετρελαίου δέχονται πιέσεις οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου πρέπει να αυξήσουν τον ανταγωνισμό και να προβούν σε επενδύσεις. Με αυτόν και με άλλους τρόπους η Covid-19 έχει αναμφισβήτητα αυξήσει την ανάγκη των εταιρειών ορυκτών καυσίμων να βελτιώσουν τις περιβαλλοντικές και κλιματικές επιδόσεις τους» επισημαίνει στο Documento o Αντουάν Χαλφ, ερευνητής ενεργειακής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και επικεφαλής αναλυτής της εταιρείας Kayrros.
Προς νέα κατεύθυνση
Η BP όμως δεν είναι ο μοναδικός πετρελαϊκός κολοσσός που στρέφεται προς πιο πράσινη κατεύθυνση την ώρα που η ανησυχία για το κλίμα εντείνεται. Ευρωπαϊκές πετρελαϊκές εταιρείες έκλεισαν φέτος περίπου 70 συμφωνίες σε τομείς όπως η ηλιακή και η αιολική ενέργεια και τα βιοκαύσιμα.
«Η BP έχει ήδη ξεκινήσει την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων έναντι του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Θα ακολουθήσουν και άλλες εταιρείες όμως; Πολλά εξαρτώνται από το αν έχουν τον χρόνο και τα χρήματα για να το κάνουν. Η δανέζικη εταιρεία Ørsted ήταν εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά τώρα έχει μετατραπεί σε υπεράκτια εταιρεία αιολικής ενέργειας. Ορισμένες κρατικές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν την οικονομική δυνατότητα να αλλάξουν, όπως η εταιρεία Equinor της Νορβηγίας. Αλλες ευρωπαϊκές εταιρείες όπως η Shell, η Total και η Repsol έχουν παρόμοιες φιλοδοξίες με την BP. Λόγω όμως των χαμηλών τιμών οι εταιρείες επιδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου. Οι ιδιωτικές εταιρείες από τη μια πρέπει να δίνουν μέρισμα στους επενδυτές και οι κρατικές εταιρείες από την άλλη πρέπει να συνεχίσουν να πληρώνουν φόρους στις κυβερνήσεις» σχολιάζει ο καθηγητής Ελμες.
Σύμφωνα με έρευνα της BP, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ήταν η μεγαλύτερη πηγή νέας ενέργειας το 2019. Ωστόσο συνεχίζονται τα υψηλά ποσοστά σε εκπομπές πετρελαίου, φυσικού αερίου και διοξειδίου του άνθρακα.
Θα αντέξει;
Το βασικό ερώτημα όμως είναι αν αυτή η νέα τάση είναι παροδική ή έρχεται για να μείνει. Παρά το γεγονός ότι η πανδημία ήρθε για να τονίσει την ανάγκη για ταχύτατη στροφή προς την καθαρή ενέργεια, ορισμένοι πιστεύουν ότι ο θάνατος του κλάδου δεν έχει έρθει ακόμη και οι όποιες προσπάθειες για μείωση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής θα πέσουν στο κενό.
«Οι μειώσεις της ζήτησης της ενέργειας λόγω της Covid-19 δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικές. Ενώ η πανδημία και τα συναφή μέτρα προστασίας έχουν μειώσει σαφώς τη ζήτηση ενέργειας, ιδίως για τα καύσιμα κίνησης, οι επιπτώσεις τους δεν ήταν τόσο μεγάλες και μπορεί να αποδειχτούν σχετικά βραχύβιες. Οι αρχικές εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας και άλλων οργανισμών για μείωση κατά περίπου 30% της ζήτησης πετρελαίου τον Απρίλιο, στο αποκορύφωμα του lockdown, έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω σε περίπου 22% και πιθανότατα θα επανεξεταστούν περαιτέρω» αναφέρει ο Χαλφ και παρατηρεί ότι μετά τη λήξη του lockdown η ζήτηση για πετρέλαιο αυξήθηκε αμέσως.
Τα γεωπολιτικά παιχνίδια είναι αυτό άλλωστε που διαμορφώνει το σκηνικό και όσο Σαουδική Αραβία και Ρωσία συνεχίζουν να παίζουν το παιχνίδι τους πλημμυρίζοντας την αγορά με φθηνό πετρέλαιο τόσο οι πετρελαϊκοί κολοσσοί θα αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους ενέργειας για να επιβιώσουν.
(documentonews.gr)