O Διευθύνων Σύμβουλος της HELPE UPSTREAM Τάσσος Βλασσόπουλος γράφει εν όψει του 5ου Παγκρήτιου Ενεργειακού Συνεδρίου – International Conference & Exhibition
Οι υδρογονάνθρακες όμως δεν αποτελούν μόνο μακρινό παρελθόν. Εκτός από το παραγωγικό μέχρι σήμερα κοίτασμα του Πρίνου και την ανακάλυψη στην περιοχή του Δ. Κατάκολου, η πιο πρόσφατη ερευνητική δραστηριότητα δημιουργεί ενδιαφέρον για τον τομέα των υδρογονανθράκων στην Ελλάδα.
Οι δραστηριότητες έρευνας υδρογονανθράκων στην Ελλάδα χρονολογούνται από την εποχή του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, με τις ερευνητικές εργασίες να εντατικοποιούνται προς το τέλος της δεκαετίας του ’70 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90. Από το 2015 και μετά η Έρευνα Υδρογονανθράκων στην Ελλάδα σημείωσε μια νέα ανοδική πορεία με την απόκτηση νέων επιστημονικών δεδομένων και την δημιουργία νέων γεωλογικών προσεγγίσεων. Διεθνείς πετρελαϊκές εταιρίες όπως οι TOTAL, ExxonMobil, Repsol, Edison, προχώρησαν σε διάφορες συνεργασίες στην Ελλάδα με την ΕΛΠΕ Upstream.
Οι χερσαίες και οι θαλάσσιες περιοχές της Δ. Ελλάδας φαίνεται να παρουσιάζουν γεωλογικές δομές ανάλογες των δομών σε αποδεδειγμένα κοιτάσματα της Αλβανίας και της Ιταλίας. Επιπλέον, σε συνέχεια των πρόσφατων ανακαλύψεων στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, παραχωρήθηκαν περιοχές γύρω από την Κρήτη, στις οποίες οι εταιρίες TOTAL, ExxonMobil και Ελληνικά Πετρέλαια θα ερευνήσουν πιθανούς στόχους σε βαθιά νερά. Παρά την ερευνητική δραστηριότητα που έχει εκτελεστεί στο παρελθόν (απόκτηση πάνω από 70.000 χλμ. δισδιάστατων σεισμικών καταγραφών, 2.000 χλμ.2 τρισδιάστατων σεισμικών καταγραφών και διενέργεια 100 περίπου γεωτρήσεων), η Ελλάδα θεωρείται μια ανεξερεύνητη περιοχή. Ωστόσο η εξέλιξη της τεχνολογίας τα τελευταία χρόνια, έχει βελτιώσει την οικονομική βιωσιμότητα κοιτασμάτων σε βαθιά νερά. Η Ελλάδα εκτός από το γεωλογικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει για τον εντοπισμό των υδρογονανθράκων, κατέχει και γεωστρατηγική θέση στην περιοχή της Μεσογείου. Βρίσκεται στο σταυροδρόμι μεταφοράς υδρογονανθράκων στην Δ. Ευρώπη, και ειδικά αερίου, από τα κοιτάσματα παραγωγής της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου και της Κασπίας, αλλά και από τις μελλοντικές ανακαλύψεις που θα προκύψουν.
Ο αγωγός διασύνδεσης αερίου Ελλάδας – Βουλγαρίας IGB, ο Ποσειδών, ο TAP και ο East-Med που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης και κατασκευής, δίνουν την ευκαιρία στην Ελλάδα να μετατραπεί σε ένα σημαντικό ενεργειακό κόμβο της περιοχής και να αποτελέσουν μοχλό ανάπτυξης των πιθανών μελλοντικών ανακαλύψεων στην Δ. Ελλάδα, αλλά και στην περιοχή της νότιας Κρήτης.
Οι υδρογονάνθρακες θα συνεχίσουν να κατέχουν σημαντικό μερίδιο στην κάλυψη των παγκόσμιων ενεργειακών αναγκών, ωστόσο στα πλαίσια της κλιματικής αλλαγής που συντελείται τα τελευταία χρόνια, υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το αναπτυξιακό κόστος των οποίων έχει μειωθεί σημαντικά. Το φυσικό αέριο αποτελεί μεταβατικό καύσιμο, σε μια προσπάθεια στροφής σε καθαρότερες μορφές ενέργειας, καθώς απομακρυνόμαστε από τον άνθρακα και η τάση προς ανανεώσιμες πηγές συνεχίζεται. Η ηλεκτροκίνηση διεισδύει σε συγκεκριμένες αγορές, αλλά το παγκόσμιο ποσοστό της είναι μικρό. Το πετρέλαιο παραμένει το κύριο καύσιμο στους υπόλοιπους κλάδους των μεταφορών και στην παραγωγή πετροχημικών χωρίς πραγματικές εναλλακτικές λύσεις στο άμεσο μέλλον.
Περισσότερες πληροφορίες για το 5ο Παγκρήτιο Ενεργειακό Συνέδριο μπορείτε να βρείτε εδώ.
(energypress)