Τετάρτη 8 Αυγούστου 2018

Οι τιμές καυσίμων «καίνε» τους καταναλωτές και διχάζουν την αγορά

Αναβρασμός επικρατεί στην αγορά πετρελαιοειδών εξαιτίας των υψηλών τιμών των καυσίμων ιδιαίτερα στις νησιωτικές περιοχές όπου η κίνηση είναι ιδιαίτερα αυξημένη εν μέσω της υψηλής τουριστικές περιόδου.



Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ)σήμερα Τετάρτη, αναμένεται νέα αύξηση στις τιμές όλων των καυσίμων συμπεριλαμβανομένου και του υγραερίου. Ήδη σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, οι μέσες τιμές λιανικής όσον αφορά π.χ στην αμόλυβδη 95 οκτανίων παρουσιάζονται ιδιαίτερα αυξημένες με τις Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και τα νησιά του Ιονίου να «σέρνουν» πρώτα το «χορό» της ακρίβειας. Ιδιαίτερα στις Κυκλάδες και μάλιστα σε δημοφιλή νησιά όπως είναι η Σαντορίνη ή η Νάξος η τιμή της βενζίνης πλησιάζει ή ξεπερνά τα 2 ευρώ το λίτρο.
Η αγορά αποδίδει την αύξηση των τιμών στην άνοδο της τιμής του πετρελαίου μπρεντ (το οποίο έχει ξεπεράσει τα 70 δολάρια το βαρέλι), κάτι που επιφέρει αλυσιδωτές επιπτώσεις για την ελληνική αγορά, η οποία καλύπτει τις ανάγκες της σχεδόν αποκλειστικά από εισαγωγές.
Τις τελευταίες ημέρες η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) φέρεται να εξετάζει σενάρια επιβολής πλαφόν σε νομούς όπου διαπιστώνει πως η βενζίνη και άλλα καύσιμα κίνησης βρίσκονται σε αδικαιολόγητα υψηλά επίπεδα. Η κίνηση αυτή πυροδότησε την αντίδραση του Συνδέσμου Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ), ο οποίος θέτει θέμα διατήρησης του υγιούς ανταγωνισμού και κάνει λόγο για δυσμενείς συνθήκες στις οποίες αναγκάστηκαν να λειτουργήσουν πολλές επιχειρήσεις εξαιτίας της πτώσης της ζήτησης.
Σε κίνδυνο η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων του κλάδου-Το δημόσιο εισπράττει αλλά δεν αποδίδει
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο Σύνδεσμος, την τελευταία δεκαετία η αγορά των πετρελαιοειδών στην Ελλάδα βίωσε μια απότομη μείωση της κατανάλωσης της τάξεως του 40%. «Η βιωσιμότητα των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών (κάποιες από τις οποίες χρεωκόπησαν τα τελευταία χρόνια) δεν είναι πλέον δεδομένη. Όπως, ούτε δεδομένη πρέπει να θεωρείται η βιωσιμότητα των πρατηρίων, όπου μερικές χιλιάδες εξ αυτών έκλεισαν επίσης τα τελευταία χρόνια, ενώ μεγάλος αριθμός πρατηρίων παραμένει ακόμα και σήμερα στα όρια της βιωσιμότητας.Υπενθυμίζουμε ότι για πολλά νησιά υπήρχε κάποτε ένας ειδικός κρατικός λογαριασμός, ο οποίος τροφοδοτείτο από μία εισφορά στην τιμή αντλίας και επιδοτούσε τις μεταφορές στα νησιά. Το Δημόσιο από τον Οκτώβριο του 2015 έχει καταργήσει την επιδότηση, συνεχίζει, όμως, να εισπράττει κάτω από άλλη ονομασία την εισφορά αυτή. Δηλαδή, εισπράττει χωρίς πλέον να αποδίδει. Αυτό έχει αυξήσει αντίστοιχα το πραγματικό κόστος μεταφοράς και η αύξηση έχει πλέον περάσει προφανώς στην αντλία», αναφέρει σχετικά ο Σύνδεσμος.
Οι τιμές αυξήθηκαν κατά 50%
Αναλύοντας τον τρόπο που διαμορφώνονται οι τιμές, o Σύνδεσμος σημειώνει ότι από τα μέσα του 2017 μέχρι σήμερα, οι διεθνείς τιμές τόσο του αργού όσο και των προϊόντων που παράγονται από αυτό, ακολουθούν μια ανοδική πορεία. «Είναι χαρακτηριστικό ότι οι διεθνείς τιμές πετρελαιοειδών και συγκεκριμένα της αμόλυβδης βενζίνης 95 οκτανίων, από τον Ιούλιο του 2017 μέχρι και σήμερα, έχει αυξηθεί κατά 40 - 50%. Η σύγκριση των λιανικών τιμών ανά περιοχή, αγνοώντας τις ιδιαιτερότητες που έχει η γεωγραφική διασπορά της Ελλάδας, τις συνθήκες και τα διαφορετικά μέσα μεταφοράς των προϊόντων, αλλά και τους άνισους όγκους καταναλώσεων σε κάποιες παραμεθόριες περιοχές με υψηλή εποχικότητα, οδηγούν πολλές φορές σε εσφαλμένα συμπεράσματα», επισημαίνει.
Αναφορικά με την παρέμβαση της ΡΑΕ, ο Σύνδεσμος τονίζει ότι «παρακολουθεί με μεγάλη προσοχή τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών με αναφορές στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και πιθανή εισήγησή της στην Κυβέρνηση με σκοπό την επιβολή Ανώτατης Τιμής Καταναλωτή (πλαφόν) στα καύσιμα σε ορισμένες νησιωτικές περιοχές. Η πάγια θέση του Συνδέσμου είναι υπέρ της λειτουργίας του Κλάδου σύμφωνα με τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προωθώντας τον υγιή ανταγωνισμό σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, δίνοντας τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις του Κλάδου να παρακολουθούν και να προσαρμόζουν τις τιμές τους, ανάλογα με τις διακυμάνσεις των Διεθνών τιμών - όπως ισχύει σε όλα τα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης - έχοντας πάντα ως γνώμονα την εξυπηρέτηση, αλλά και την προστασία του καταναλωτή».