Τρίτη 26 Μαρτίου 2019

Το στοίχημα της ενεργειακής ανεξαρτησίας της Ελλάδας και οι νέες συμμαχίες

Η Ευρώπη δεν θέλει να εξαρτάται ενεργειακά από τη Ρωσία αλλά οι εναλλακτικές λύσεις ίσως να δημιουργήσουν νέες εξαρτήσεις.






Πόσο εφικτό είναι τελικά η Ελλάδα να κατακτήσει την πολυπόθητη ενεργειακή ασφάλεια και να ενισχύσει την αυτάρκειά της σε καύσιμα όταν εισάγει το 99% του πετρελαίου και του αερίου που καταναλώνει;

Αυτό αποτελεί ένα διαχρονικό ερώτημα για την ελληνική ενεργειακή αγορά το οποίο αποτελεί συχνά τη λυδία λίθο των διπλωματικών ελιγμών που κάνει η κυβέρνηση στις σχέσεις της με τη Ρωσία, την Τουρκία, το Ιράν, την Αλγερία, τις βαλκανικές χώρες, την Ιταλία, την Κύπρο και φυσικά τις ΗΠΑ.

Το τελευταίο διάστημα στην Ευρώπη γίνεται λόγος για την «διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας», δηλαδή την εξεύρεση εναλλακτικών πηγών και οδεύσεων εκτός της Ρωσίας , της οποίας,  το 2018, οι αποστολές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη και την Τουρκία έφτασαν στο επίπεδο ρεκόρ των 201,8 δισ. κυβικών μέτρων. 

Η διαφοροποίηση των οδεύσεων και των προμηθευτών όμως δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Πρακτικοί, πολιτικοί και ιδεολογικοί παράγοντες εμποδίζουν τους Ευρωπαίους και την Ελλάδα να στραφούν σε άλλες αγορές: στη Νορβηγία η παραγωγή ακολουθεί φθίνουσα πορεία, στην Αλγερία είναι ασταθής, στο Ιράν έχουν επιβληθεί κυρώσεις και η διεύρυνση μιας συνεργασίας με την Τουρκία ίσως απλώς να επέτρεπε στην εξάρτησή μας να «αλλάξει εθνικότητα».

Επιπλέον, η Ρωσία έχει έναν ακόμη «άσσο στο μανίκι» της προκειμένου να ενισχύσει την δεσπόζουσα θέση της στις εξαγωγές αερίου. Εκτός από  τον αγωγό Nord Stream 2, ο οποίος θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία στις βόρειες γερμανικές ακτές, η ρωσική πολιτική μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα ακόμη μεγάλο έργο, τον αγωγό TurkStream, για να εμβαθύνει την επιρροή της στην «αυλή» της Ευρώπης. 

Ο αγωγός, ο οποίος διασχίζει τη Μαύρη Θάλασσα εγκαινιάστηκε πέρυσι και οι πρώτες αποστολές αερίου αναμένονται προς το τέλος του τρέχοντος έτους. Με βάση αυτά τα δεδομένα, η ρωσική παρουσία στην ευρωπαϊκή αγορά αναμένεται να ισχυροποιηθεί.

Η περίπτωση της Ελλάδας και οι εναλλακτικές λύσεις

Η Ελλάδα εισάγει αέριο από την Ρωσία (Gazprom), την Αλγερία (Sonatrach) και την Τουρκία (BOTΑS). Όσον αφορά στο πετρέλαιο, βασικές προμηθεύτριες χώρες (ιστορικά) ήταν το Ιράκ, το Καζακστάν, το Ιράν, η Αίγυπτος, η Λιβύη, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία. 

Πρόσφατα, έφθασαν στη Ρεβυθούσα και δύο φορτία με αμερικανικό LNG ενώ νέες προσδοκίες δημιουργούν η αναβάθμιση της Ρεβυθούσας, το τερματικός στην Αλεξανδρούπολη, οι αγωγοί TAP (η κατασκευή του οποίου βρίσκεται σε εξέλιξη) και ο αγωγός East Med (η κατασκευή του οποίου αποτελεί το μεγάλο στοίχημα της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Κύπρου, του Ισραήλ και … των ΗΠΑ). 

Οι νέες αυτές υποδομές δημιουργούν νέα δεδομένα για τις εισαγωγές αερίου (αλλά και μελλοντικές εξαγωγές από την Ελλάδα σε περίπτωση που ανακαλυφθούν κοιτάσματα στον ελληνικό χώρο). 

Ο Δρ. Αλέξανδρος Λαγάκος, στρατηγικός αναλυτής ενεργειακών αγορών, μιλάει στο insider.gr για την απεξάρτηση της Ελλάδας κατ’ αρχήν από τη Ρωσία και αναλύει τις επιλογές που έχει η Ελλάδα στην προμήθεια ενέργειας:

«Είναι δύσκολο να προβλέψουμε αν θα μπορέσουμε και αν αξίζει τον κόπο να απεξαρτηθούμε από τη Ρωσία. Πρέπει να εξετάσουμε ποιες είναι οι εναλλακτικές. Η Ρωσία διαχρονικά είναι σίγουρα ο πρώτος προμηθευτής που έφερε αέριο στη χώρα μας. Αυτό συνέβη σε μια περίοδο όπου δεν υπήρχαν άλλες εναλλακτικές. Πλέον, τα δεδομένα έχουν αλλάξει. 

Δεν εργαζόμαστε με ορίζοντα τριετίας η πενταετίας αλλά μακροπρόθεσμα. Κοιτάμε την εναλλακτική του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). H αγορά παγκοσμιοποιείται, αναβαθμίζεται και σίγουρα μπαίνουν στο παιχνίδι προμηθευτές όπως οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, το Κατάρ όπου παράγεται περισσότερο αέριο από όσο χρειάζεται για την εγχώρια κατανάλωση. 

Τέτοιες χώρες, ακόμη και αν αυξηθεί η εγχώρια ζήτηση, θα έχουν πάντα ένα τρομακτικό πλεόνασμα. Άρα, μπορεί να εκτιμήσει κανείς ότι θα υπάρχουν χώρες οι οποίες θα είναι διατεθειμένες να εξάγουν σε ελκυστική τιμή αέριο στη χώρα μας. Οι ΗΠΑ δείχνουν έμπρακτα ότι τα νούμερα δουλεύουν. 

Ήδη ο όμιλος «Μυτιληναίος» έχει φέρει 2 φορτία. Η ΔΕΠΑ δήλωσε ότι συζητά μακροπρόθεσμα συμβόλαια με Αμερικανούς. Γιατί να μην υποθέσει κανείς ότι αυτή είναι μια ασφαλής εναλλακτική μακροπρόθεσμα;

Παράλληλα, με τον τερματικό της Αλεξανδρούπολης, τα φορτία που θα φθάσουν εκεί μπορούν όχι μόνο να υποκαταστήσουν τους όγκους αερίου που εισάγουμε από τη Ρωσία αλλά και να τους υπερκαλύψουν.

Φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τη σημασία του αγωγού TAP, o οποίος θα φέρει δυνητικά στα ελληνοτουρκικά σύνορα 10 δισ. κυβικά μέτρα αερίου σε ετήσια βάση. Oι μέτοχοι του TAP προτού λάβουν την επενδυτική απόφαση είχαν κλείσει συμφωνία με εννέα προμηθευτές για την αγορά αερίου από το κοίτασμα Shah Deniz II του Αζερμπαϊτζάν. 

Βρισκόμαστε στο πέρασμα του αγωγού προς την Ιταλία και ένα μέρος του αερίου θα μπορούσε να καταλήξει εδώ. Eπομένως, θεωρητικά, υπάρχουν οι ποσότητες για να καλύψουν τη ζήτηση μέσω της διαφοροποίησης των πηγών».

Η Ελλάδα  προμηθεύεται αέριο μέσω αγωγών (ρωσικό αέριο) αλλά και δια της θαλάσσης (υγροποιημένο αέριο από ΗΠΑ κλπ). Τίθεται βέβαια το ερώτημα, ποιος τρόπος είναι φθηνότερος.

Ο κ. Λαγάκος εκτιμά ότι «το LNG γενικά στην ελεύθερη αγορά είναι πιο φθηνό από το αέριο του σωλήνα. Τουλάχιστον αυτή είναι η τάση, η οποία ισχύει σήμερα. Η προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου παρουσιάζει ένα επιπλέον πλεονέκτημα καθώς παρέχει ευελιξία, δηλαδή αν δεν το χρειάζεται μπορεί να το πουλήσει αλλού και έτσι η επιχείρηση που το έχει παραγγείλει είναι λιγότερο δέσμια σε σχέση με τους όρους που θέτουν τα συμβόλαια προμήθειας μέσω αγωγών».

Τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα θα κληθεί να τηρήσει δύσκολες ισορροπίες και να αποφύγει παγίδες που θα την οδηγήσουν σε νέες «εξαρτήσεις». Οι αποφάσεις δεν είναι μόνο θέμα αριθμών αλλά και θέμα κουλτούρας και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να επιλέξει ποιές (νέες) πόρτες θα ανοίξει και ποίες θα κρατήσει «μισάνοιχτες».

(insider)