Μήνας αποφάσεων για το ενεργειακό της χαρτοφυλάκιο, αλλά και για τον ευρύτερο επανασχεδιασμό της επιχειρηματικής της στρατηγικής, θα είναι ο Ιούλιος για την Helleniq Energy.
Το ένα θέμα αφορά την έξοδο από τη ΔΕΠΑ Εμπορίας και την πώληση του μεριδίου της 35% στο Δημόσιο, το οποίο φέρεται να έχει συμφωνήσει πως είναι η βέλτιστη λύση και για την αξιοποίηση της δικής του πλειοψηφικής συμμετοχής στην εταιρεία, δηλαδή για το ποσοστό 65%.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι δύο μέτοχοι έχουν έρθει σε μια καταρχήν συμφωνία για την εξαγορά από το Δημόσιο του μεριδίου της Helleniq Energy στη ΔΕΠΑ Εμπορίας, κίνηση, που αναλόγως του τιμήματος, εξυπηρετεί και τους δύο. Το μεν Δημόσιο θα έχει πλήρη ορατότητα και ευελιξία κινήσεων για τα επόμενα βήματα ως προς την συγκεκριμένη εταιρεία, ο δε, όμιλος της Helleniq Energy, θα απεμπλακεί από μια συμμετοχή στην οποία έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν επιθυμεί να έχει παρουσία.
Δίχως να είναι σαφές κατά πόσο οι δύο πλευρές, τα έχουν βρει και ως προς το τίμημα και κατά πόσο το κλείσιμο της συμφωνίας είναι ζήτημα ημέρων, ακόμη και πριν τη Γ. Συνέλευση της Helleniq Energy, την ερχόμενη Πέμπτη 27 Ιουνίου, εντούτοις όλα δείχνουν πως έχει πάρει το δρόμο της. Δεν υπάρχει κάτι το συγκεκριμένο, ωστόσο επιδώκεται να κλείσει σχετικά σύντομα, όπως σχολιάζουν πηγές του υπ. Εθνικής Οικονομίας.
Μια συμφωνία, που όσον αφορά το τίμημα, θα λαμβάνει προφανώς υπόψη τις εκρεμμότητες της ΔΕΠΑ Εμπορίας με τις απαιτήσεις της Gazprom, ύψους 400 εκατ. ευρώ για ρήτρες take or pay, για τις οποίες η διοίκηση της εταιρείας έχει προσφύγει στη διεθνή Διαιτησία, όπως φυσικά και τις δικαστικές περιπέτειες με την ELFE.
Elpedison
Το επόμενο θέμα, που συνδέεται με το προηγούμενο, αφορά το δρομολογημένο «διαζύγιο» του ομίλου διύλισης με την ιταλική Edison και το τέλος μιας συνεργασίας 15 ετών μέσω της κοινής εταιρείας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας Elpedison, για το οποίο ο στόχος είναι να έχει κλείσει μέχρι τα τέλη Ιουλίου, όπως είχε γράψει το Energypress.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, τα δύο μέρη βρίσκονται στη τελική προπαρασκευαστική φάση και η έναρξη της διαδικασίας υποβολής των προσφορών αναμένεται μέσα στον επόμενο μήνα, χωρίς και πάλι αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ζητήματα που εκκρεμούν, όπως μια κοινή αποτίμηση της αξίας της εταιρείας. Σε αυτό, οι δύο πλευρές φαίνεται να ακολουθούν διαφορετική προσέγγιση.
Αν ευσταθούν οι πληροφορίες, τα μεν διυλιστήρια θεωρούν ότι η αξία της εταιρείας δεν υπερβαίνει τα 400 εκατ. ευρώ, όταν η πλευρά των Ιταλών λέγεται ότι την αποτιμά μεταξύ 500-600 εκατ. ευρώ, κρίνοντας ότι έχει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης, λόγω των πολλών αναξιοποίητων assets που διαθέτει. Από τις άδειες για τη μονάδα ηλεκτροπαραγωγής στη Θεσσαλονίκη και για το τέρμιναλ αποθήκευσης LNG και επαναεριοποίησης στο Θερμαϊκό, μέχρι τα σχέδια για επενδύσεις σε συστήματα αποθήκευσης.
Επί της ουσίας η απόκλιση αυτή όσον αφορά την αποτίμηση του asset δείχνει απλώς πως αντιλαμβάνεται η κάθε πλευρά την εταιρεία και τις προοπτικές της. Ούτε πρόκειται να αναβάλει, ούτε να εμποδίσει τη διαδικασία. Κάθε ένα από τα δύο μέρη μπορεί να κάνει τη δική του αποτίμηση και με βάση αυτή να υποβάλει στο άλλο την προσφορά του και εκείνο με τη σειρά του να την αποδεχτεί ή να υποβάλει αντιπροσφορά.
Το θέμα είναι ότι αμφότερες οι πλευρές επιμένουν ότι θέλουν να αγοράσουν το 50% του άλλου για να αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο της εταιρείας, γεγονός που σημαίνει, βάσει της συμφωνίας μετόχων, ότι όποιος από τους δύο κάνει πρώτος προσφορά, ο άλλος είτε οφείλει να την αποδεχτεί, είτε να κάνει αντιπροσφορά. Εφόσον επιβεβαιωθεί και στη πράξη το σενάριο που θέλει η μάχη να είναι σκληρή, οι Ιταλοί να μην κάνουν πίσω, και οι δύο να διεκδικούν μέχρι τέλους την Elpedison, τότε το τίμημα για το 50% θα μπορούσε να φτάσει σε λίαν υψηλά επίπεδα.
Και παρ’ ότι εδώ και καιρό οι πληροφορίες μιλούν για ένα «βελούδινο διαζύγιο» και ότι όλα θα γίνουν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην διαταραχθούν οι επί 15 συναπτά έτη αγαστές σχέσεις των δύο μετόχων, ουδείς μπορεί να προβλέψει την κατάληξη. Οταν κάθε ένας από τους partners επιμένει να δηλώνει αποφασισμένος ότι δεν θα επιτρέψει στην άλλη πλευρά να αποκτήσει το 100% του 4ου μεγαλύτερου παρόχου στην Ελλάδα, δεν μπορεί να αποκλειστεί μια μάχη μέχρις εσχάτων.
Tο πιθανό δεύτερο placement
Το εξ αρχής επιχείρημα της Helleniq Energy για την έξοδο από τη ΔΕΠΑ Εμπορίας ήταν ότι δεν μπορεί ένας όμιλος να έχει δύο οχήματα στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, την Elpedison και τη Φυσικό Αέριο. Δηλαδή τη θυγατρική της ΔΕΠΑ, η οποίο ανταγωνίζεται ευθέως την κοινή εταιρεία προμήθειας που έχει ο διυλιστηριακός όμιλος με την Edison, δημιουργώντας εσωτερικά ζητήματα ανταγωνιστικότητας.
Βέβαια αυτό το επιχείρημα θα πάψει να υφίσταται στο σενάριο που οι Ιταλοί καταθέσουν μεγαλύτερη προσφορά. Εάν δηλαδή επικρατήσουν στη δημοπρασία και περάσει σε εκείνους ο έλεγχος της Elpedison, τότε ο όμιλος της Helleniq Energy θα μείνει με μία μόνο συμμετοχή στην λιανική του ρεύματος, αυτήν στη Φυσικό Αέριο.
Tα παραπάνω συνδέονται φυσικά και με το πιθανό δεύτερο placement το φθινόπωρο από τους δύο μετόχους της Helleniq Energy (Paneuropean 40,41%, ΤΑΙΠΕΔ 31,18%) και τη διάθεση ενός ακόμη πακέτου μετοχών, μεταξύ 15% και 20%. Τέτοιες πληροφορίες είναι που τροφοδοτούν το τελευταίο διάστημα στην αγορα σενάρια περί αποεπένδυσης του ομίλου Λάτση από την αγορά ενέργειας, τα οποία ενισχύονται και από τη φημολογία για είσοδο της Metlen στον ελληνικό όμιλο διύλησης. Η τελευταία κατέχει ήδη το 1% της Helleniq Energy μέσω του πρώτου placement, ενός πακέτου μετοχών 11% της τελευταίας, το οποίο είχε διατεθεί το περασμένο Δεκέμβριο.
Οποια πορεία και να πάρουν τα πράγματα, τα όσα δρομολογούνται γύρω από τη Helleniq Energy μεταφράζονται σε μια διαφορετική επόμενη ημέρα για την ελληνική αγορά ενέργειας.
Ακόμη και αν δεν αλλάξει το καθεστώς στον τομέα της διύλισης, εκ των πραγμάτων θα μιλάμε για νέες ισορροπίες που με τη σειρά τους μπορεί να προκαλέσουν καινούργιες επιχειρηματικές διεργασίες, καθώς οι εξελίξεις εμπλέκουν δύο εταιρείες λιανικής (Elpedison, Φυσικό Αέριο) και το βασικό παίκτη στην ελληνική ενεργειακή αγορά με μακροχρόνιες συμβάσεις προμήθειας αερίου μέσω αγωγών και LNG, (ΔΕΠΑ Εμπορίας).
Τα μεγέθη που πρόκειται να αλλάξουν χέρια το επόμενο διάστημα είναι πολύ μεγάλα για να μείνει ανεπηρέαστη η ελληνική αγορά.