Τη λογική με την οποία η κυβέρνηση προωθεί την αποεπένδυση λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ εξήγησε ο ο Γ. Σταθάκης, κλείνοντας πριν από λίγο τη συζήτηση για το νομοσχέδιο για την αποεπένδυση του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Ο υπουργός αποσαφήνισε διάφορα θέματα που τέθηκαν από τους φορείς που συμμετείχαν, ενώ προανήγγειλε και επιμέρους αλλαγές στο νομοσχέδιο.
Ο κ. Σταθάκης εμφανίστηκε βέβαιος ότι η διαδικασία της αποεπένδυσης θα σημειώσει επιτυχία. Αν δεν είχε κριθεί το market test θετικά, δε θα προχωρούσαμε σήμερα, είπε χαρακτηριστικά. Όπως εξήγησε, στο market test εκδηλώθηκε επενδυτικό ενδιαφέρον και έγιναν παρατηρήσεις, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για την προωθούμενη διαδικασία.
Ως προς τις αδειοδοτήσεις των μονάδων της ΔΕΗ, ο Γ. Σταθάκης σημείωσε ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι να ολοκληρωθεί η περιβαλλοντική αδειοδότηση παράλληλα με το διαγωνισμό, ώστε όταν ολοκληρωθεί αυτός να έχει τελειώσει και η αδειοδότηση.
Ως προς το ζήτημα της περιορισμένης ισχύος της Μεγαλόπολης (500ΜW), ο υπουργός εξήγησε ότι η Μεγαλόπολη δεν έχει πλήρη άδεια λειτουργίας, δεν μπορεί να μπει με full capacity, λόγω του ότι δεν έχει ακόμα λειτουργήσει το καλώδιο της διασύνδεσης. Σύμφωνα με τον υπουργό, το καλώδιο της Πελοποννήσου θα λειτουργήσει το β’ εξάμηνο του 2019. Άρα τότε θα μπει και σε πλήρη λειτουργία η μονάδα, με τα 800MW. Ο περιορισμός των 500 MW αφορά τον ένα χρόνο που μεσολαβεί.
Ως προς τις αλλαγές που θα γίνουν στο νομοσχέδιο μετά τη συζήτηση, ο κ. Σταθάκης ανέφερε ότι θα προστεθεί ρητή διατύπωση που θα διασφαλίζει τις τηλεθερμάνσεις. Σε ό,τι αφορά στα εργασιακά, θα αναφέρεται ότι θα ισχύουν οι προβλέψεις της Συλλογικής Σύμβασης που θα υπογραφεί, ενώ για τον Εσωτερικό Κανονισμό κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει. Επίσης, δεν μπορεί να προβλεφθεί οποιαδήποτε δέσμευση πέραν της εξαετίας.
Τέλος, σε ό,τι αφορά στο λιγνιτόσημο, ο υπουργός υποστήριξε ότι οι προβλέψεις του νομοσχεδίου, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΥΠΕΝ είναι ισοδύναμες με τα ισχύοντα σήμερα. Δέχτηκε ωστόσο την πρόταση των ενεργειακών δήμων για ενίσχυση του σχετικού πόρου από τα έσοδα των δημοπρασιών ρύπων CO2, στο βαθμό που "περισσεύουν" από την ενίσχυση του ΕΛΑΠΕ, όπου, όπως είπε πηγαίνει το 60-70% των εσόδων.
Καμία σχέση με τη «μικρή ΔΕΗ»
«Ευτυχώς, αυτή η κυβέρνηση στα ενεργειακά ακύρωσε αυτά που είχε αποφασίσει η κυβέρνηση Σαμαρά», τόνισε ο Γ. Σταθάκης.
Αναφερόμενος στα πεπραγμένα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε αντιπαραβολή με την προηγούμενη κυβέρνηση, ο κ. Σταθάκης, μεταξύ άλλων, τόνισε τα εξής: «Σταματήσαμε την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ και φέραμε στρατηγικό επενδυτή, διατηρώντας το 51% και τον έλεγχο των δικτύων στο Δημόσιο. Ακυρώσαμε το διαγωνισμό του ΔΕΣΦΑ, που είχε πολλά προβλήματα ως προς το ευρωπαϊκό δίκαιο, και πετύχαμε μεγαλύτερο τίμημα. Ακυρώσαμε τη «μικρή ΔΕΗ», που έλεγε πολλά υδροηλεκτρικά, λίγο λιγότερους λιγνίτες και φυσικό αέριο, 30% των πελατών, ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ, και άμεση ιδιωτικοποίηση του 17% της ΔΕΗ. Μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, και ανεξάρτητα από τις μνημονιακές δεσμεύσεις –καθώς δεν μπορούσαμε να το αποφύγουμε- διαπραγματευτήκαμε και πετύχαμε να μην μπουν υδροηλεκτρικά και φυσικό αέριο και περίπου ισοδύναμο κομμάτι των λιγνιτών».
Αποτιμώντας τις προωθούμενες αλλαγές, ο κ. Σταθάκης τόνισε: «Ουσιαστικά, το παραγωγικό δυναμικό της ΔΕΗ αποδυναμώνεται κατά περίπου 10%, καμία σχέση με το 30% της «μικρής ΔΕΗ», και το απόλυτα κερδοφόρο κομμάτι της ΔΕΗ, τα υδροηλεκτρικά».
Στη συνέχεια, ο υπουργός αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες που διανοίγονται για τον ενεργειακό κλάδο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον ενεργειακό σχεδιασμό, το πλαίσιο και οι στόχοι του οποίου είναι δεδομένα στη βάση των ευρωπαϊκών κανονισμών. Το ειδικό βάρος του λιγνίτη προφανώς θα μειωθεί. Εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε να επιδοτείται, για λόγους ασφάλειας, το 20,25 και 30, άρα να έχουμε σταδιακή αποκλιμάκωση των επιδοτήσεων και αφετέρου, στη διαδικασία της μετάβασης, να διασφαλιστεί ότι το παρών λιγνιτικό δυναμικό θα σβήνει όταν τελειώνει η ζωή των μονάδων.
Τελικά, δηλαδή, όπως είπε ο κ. Σταθάκης, θα μείνει ένας πυρήνας 2-3 υπερσύγχρονων μονάδων, με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Όσο, λοιπόν, θα μειώνεται η συμμετοχή του λιγνίτη και θα αυξάνεται η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας με την προώθηση του εξηλεκτρισμού, όπως εξήγησε ο υπουργός, όλο το νέο όφελος θα έρχεται από τις ΑΠΕ.