Τα σκακιστικά φινάλε είναι σύνθετα, απαιτητικά. Κάτι ανάλογο συμβαίνει συνήθως στο λυκόφως μιας εποχής: όταν βασανιστικά, ενίοτε τραυματικά, τελειώνει μια φάση και ανατέλλει αργόσυρτα η διάδοχη κατάσταση.
Η σταδιακή απεξάρτηση από το πετρέλαιο αποτελεί παράδειγμα. Πολλά τα δημοσιεύματα επ’ αυτού. Σε εκτενές αφιέρωμα, Απρίλιο 2021, στο ηλεκτρονικό Project Syndicate, παρουσιάζονται και σχολιάζονται τρία πρόσφατα αξιόλογα βιβλία: The Rise and Fall of OPEC in the Twentieth Century (G. Garavini), Blood and Oil: Mohammed bin Salman’s Ruthless Quest for Global Power (B. Hope and J. Scheck), The New Map: Energy, Climate, and the Clash of Nations (D. Yergin).
Ήδη από την αυγή της πετρελαϊκής εποχής, στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, στις ΗΠΑ γινόταν λόγος για πεπερασμένα αποθέματα. Το θεόσταλτο δώρο του μαύρου χρυσού είχε ημερομηνία λήξης. Έναν αιώνα αργότερα, αρχές της δεκαετίας του 1970, θα ακούγονταν παρόμοιες απαισιόδοξες προβλέψεις – σε πλανητική κλίμακα πλέον. Πρωτοστατούντος του ΟΠΕΚ, και με φόντο την ένταση στην ευαίσθητη Μέση Ανατολή, ήταν διάχυτη τότε η ανησυχία ότι τα παγκόσμια αποθέματα πετρελαίου θα στερέψουν. Οι πετρελαϊκές κρίσεις θα σημαδέψουν τη δεκαετία του 1970, με την εκτόξευση της τιμής πετρελαίου να γονατίζει τις δυτικές οικονομίες τροφοδοτώντας τον στασιμοπληθωρισμό. Θυμάμαι τότε, στις ΗΠΑ, ουρές πανικόβλητων καταναλωτών στα πρατήρια βενζίνης. Επί το ακαδημαϊκότερον, ενθυμούμαι διάφορα μαθηματικά μοντέλα εξάντλησης των διαθέσιμων ορυκτών καυσίμων: ήταν της μόδας τότε τέτοιες δυσοίωνες καμπύλες.
Μισό αιώνα αργότερα, η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Η συζήτηση σήμερα δεν επικεντρώνεται πλέον στο σκέλος προσφορά: η επάρκεια είναι δεδομένη, λόγω ανακάλυψης νέων κοιτασμάτων καθώς και της καθιέρωσης εξόρυξης σχιστολιθικών (το περιβαλλοντικά αμφιλεγόμενο fracking). Η τελευταία αυτή εξέλιξη ανέδειξε τις ΗΠΑ σε σημαντικό παραγωγό πετρελαίου, με μεγαλύτερη αυτάρκεια και ανεξαρτησία (παρά τις συνεχιζόμενες εισαγωγές ανώτερης ποιότητας αραβικού πετρελαίου). Σήμερα ο προβληματισμός δεν αφορά πια στην εισροή στην οικονομική μηχανή, αλλά στην εκροή: στα αέρια του θερμοκηπίου και στη συνακόλουθη κλιματική αλλαγή. Εξ ου και η τάση εξοικονόμησης και η στροφή σε ανανεώσιμες πηγές. Η ζήτηση συμπιέστηκε πέρυσι και λόγω πανδημίας, με τα τάνκερ, άνοιξη 2020, να περιμένουν υπομονετικά να ξεφορτώσουν στα ανά τον κόσμο λιμάνια. Με όλα αυτά, ο πάλαι ποτέ πανίσχυρος ΟΠΕΚ με γεωπολιτικές φιλοδοξίες και αντιαποικιακή αύρα, είδε εσχάτως την ισχύ του να διαβρώνεται. Σε αυτό συνέβαλε και η δυναμική εμφάνιση δύο νέων μεγάλων παικτών (ΗΠΑ και Ρωσία) που δυσχεραίνουν τον συντονισμό - τον τόσο απαραίτητο για ένα καρτέλ. Χαρακτηριστικό της εύθραυστης πλέον ισορροπίας υπήρξε ο πόλεμος τιμών Ρωσίας- Σαουδικής Αραβίας, το 2020. Ο διευρυμένος ΟΠΕΚ+ καλείται να προσαρμοστεί στη στάσιμη/μειούμενη ζήτηση, μετριάζοντας τις επιπτώσεις της μετάβασης στη μετα-πετρέλαιο εποχή: ένα είδος ετερόκλητης συμμαχίας σε συντεταγμένη υποχώρηση.
Όλα αυτά δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την εγχώρια πολιτική σκηνή, ιδίως στις άμεσα θιγόμενες χώρες. Λ.χ., η οικονομία της Βενεζουέλας στενάζει, με τη φτώχεια να καλπάζει και το καθεστώς να κλυδωνίζεται. Στη δε Σαουδική Αραβία, ο ισχυρός διάδοχος του θρόνου (που κατ΄ ουσίαν κυβερνά) προβάλει την ανάγκη προετοιμασίας της χώρας για τη μετα-πετρέλαιο εποχή (Πρόγραμμα Vision 2030). Έχοντας ο ίδιος θητεύσει στα ηνία της γιγαντιαίας κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας Aramco, υπενθυμίζει στους καλομαθημένους πολίτες-εισοδηματίες ότι οι προγονοί τους ζούσαν χωρίς μαύρο χρυσό και μεθοδεύει μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Όπως η άνοδος του πετρελαίου είχε, τον 20ό αιώνα, σημαντικές πολιτικές/γεωπολιτικές επιπτώσεις (στη Μέση Ανατολή και όχι μόνον), έτσι και σήμερα η απεμπλοκή από αυτό: όπως επισημαίνει ο Economist (3/4/2021), νέες τεχνολογίες όπως εκείνες της ηλεκτροκίνησης (άρα μπαταριών), των ανεμογεννητριών και των ημιαγωγών (πληροφορική) απαιτούν σπανίζοντα ορυκτά όπως λίθιο, κοβάλτιο κ.ά. Στο Κογκό σήμερα μικροί ανεξάρτητοι παραγωγοί, που θυμίζουν χρυσοθήρες της Άγριας Δύσης, παρακολουθούν εναγωνίως μέσω Διαδικτύου τις διακυμάνσεις τιμών του κοβαλτίου! Αφήνοντας όμως την ανεκδοτολογική μικροκλίμακα, στην ευρύτερη γεωπολιτική σκακιέρα εντείνεται ο διεθνής ανταγωνισμός για πρόσβαση σε σπάνιες γαίες: η Κίνα, έχοντας προνοήσει εγκαίρως να εξασφαλίσει τις πηγές της, μοιάζει επί του παρόντος να κερδίζει αυτή τη συγκεκριμένη παρτίδα. Όμως πατάει σε δύο ενεργειακές βάρκες: αντιπροσωπεύει το μισό (2/3 μαζί με την Ινδία) της παγκόσμιας κατανάλωσης του εξόχως ρυπογόνου άνθρακα, έδωσε κάποια στιγμή ένα πρόσκαιρο φιλί της ζωής στον ΟΠΕΚ με την ιλιγγιώδη ενεργοβόρο ανάπτυξή της και, συγχρόνως, πρωτοστατεί στον τομέα ανανεώσιμων πηγών όπως φωτοβολταϊκά - ανεμογεννήτριες. Διακηρύσσει δε ότι μέχρι το 2060 θα έχει επιτύχει τον περιβαλλοντικό στόχο «ουδετερότητας άνθρακα».
Η εκλογή νέου προέδρου των ΗΠΑ και η αποφασιστική σύνοδος ηγετών που συγκάλεσε (22/4/2021) θα δώσει άραγε την απαραίτητη ώθηση στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, επισπεύδοντας την απομάκρυνση από ορυκτά καύσιμα; (Η αμερικανική φερεγγυότητα έχει τρωθεί μετά από διάφορες παλινωδίες, ιδίως του Τραμπ πρόσφατα). Επιπρόσθετα, πώς η απαιτούμενη διεθνής συνεργασία θα συνδεθεί με την ανατέλλουσα νέα εκδοχή του ψυχρού πολέμου – που ως προς την Κίνα έχει οικονομική/τεχνολογική διάσταση; Ας μην ξεχνάμε, τέλος, ότι το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική ανοίγει νέους θαλάσσιους δρόμους, αλλά και πρόσθετες δυνατότητες εξόρυξης πετρελαίου – με δυνατό παίκτη, στην περιοχή, τη Ρωσία. Πράγματι σύνθετο τέλος του παιχνιδιού…
(athensvoice.gr)